του Δημήτρη Παφίλα
Η πράσινη ψίχα έχει κάνει περιζήτητο διεθνώς το ελληνικό φιστίκι Αιγίνης. Το υψηλό καθαρό κέρδος, το οποίο μπορεί να κυμαίνεται από 500 έως και 800 ευρώ ανά στρέμμα, δημιουργεί μια νέα γενιά αγροτών που ρισκάρουν σε ένα προϊόν του οποίου οι ρίζες ανάγονται στο 19ο αιώνα.
Η καλλιέργεια της φιστικιάς ξεκίνησε στα μέσα του 19ου αιώνα από την Αίγινα και επεκτάθηκε σε αρκετές περιοχές της χώρας. Σήμερα, εκτός από την Αίγινα, καλλιεργείται σε Φθιώτιδα, Θεσσαλία, Βοιωτία, Εύβοια, Μέγαρα και Σαλαμίνα. Η κυριότερη χώρα παραγωγής της φιστικιάς είναι το Ιράν, ενώ ακολουθούν Τουρκία, ΗΠΑ και Συρία. Η καλλιέργειά της έχει αναπτυχθεί στη Νότια Ευρώπη, στη Μέση Ανατολή και σε πολλές ξηροθερμικές περιοχές της Ασίας και της Αφρικής. Σε παγκόσμιο επίπεδο παράγονται πάνω από 80.000 τόνοι καρπών φιστικιάς. Στην Ελλάδα η παραγωγή έχει περιοριστεί στους 5.000 τόνους, με το 50% να γίνεται στη Φθιώτιδα.
Το ελληνικό κελυφωτό φιστίκι απέκτησε φίλους κυρίως στην Ευρώπη, όπως Γάλλους, Γερμανούς, Αγγλους και Ιταλούς. Η προσδοκία ενός σταθερού εισοδήματος από τους καλλιεργητές φιστικιάς απορρέει από την αυξημένη ζήτηση του προϊόντος σε παγκόσμιο επίπεδο. Από τις αρχές της τρέχουσας δεκαετίας άρχισαν να φυτεύονται 20.000-40.000 δέντρα κάθε χρόνο σε όλη τη χώρα.
Το υψηλό καθαρό κέρδος, το οποίο μπορεί να κυμαίνεται από 500 έως και 800 ευρώ ανά στρέμμα, λόγω της μεγάλης στρεμματικής απόδοσης των 250-400 κιλών και της ανοδικής πορείας της τιμής παραγωγού -ακόμα και πάνω από 7 ευρώ τα τελευταία χρόνια- σε συνδυασμό με την αντοχή του δέντρου στις άσχημες καιρικές συνθήκες έστρεψε αρκετούς αγρότες στην καλλιέργεια της φιστικιάς. Τις προσπάθειες των παραγωγών που επενδύουν σε νέα προϊόντα στηρίζει η Τράπεζα Πειραιώς μέσω του Προγράμματος Συμβολαιακής Γεωργίας και Κτηνοτροφίας. Ετσι, χρηματοδοτεί τον αγροτικό τομέα με στόχο τον εκσυγχρονισμό της παραγωγής, την ανάπτυξη της μεταποίησης των αγροτικών προϊόντων, την προώθηση της καινοτομίας, τη διευκόλυνση της αναγνωρισιμότητας και των εξαγωγών των αγροτικών προϊόντων.
Απώτερος σκοπός είναι η παραγωγή διεθνώς ανταγωνιστικών προϊόντων, με υψηλή προστιθέμενη αξία και μέσω σύγχρονων και βιώσιμων σε βάθος χρόνου γεωργικών εκμεταλλεύσεων. Στον παραγωγό χορηγείται επίσης πίστωση με χρήση της Κάρτας Συμβολαιακής Γεωργίας για την κάλυψη σημαντικού μέρους του κόστους λειτουργίας της εκμετάλλευσής του, που αφορά κυρίως λιπάσματα, φάρμακα, καύσιμα, άρδευση, ηλεκτρική ενέργεια, ασφαλιστικές εισφορές (ΕΛΓΑ και ΟΓΑ), εργόσημο κ.ά.
Κελυφωτό Φιστίκι Μώλου με… όνομα
Το Κελυφωτό Φιστίκι Μώλου απέκτησε ταυτότητα προ διετίας, καθώς το 2014 κατοχυρώθηκε ως προϊόν Προστατευόμενης Ονομασίας Προέλευσης (ΠΟΠ), αν και έχει κατοχυρωθεί η ονομασία Κελυφωτό Φιστίκι Φθιώτιδας από το 1994. Εκπρόσωποι του προϊόντος είναι ο Αγροτικός Συνεταιρισμός «Κελυφωτό Φιστίκι Μώλου – Θερμοπύλες», που ιδρύθηκε το 2011 με έδρα τον Μώλο Φθιώτιδας. Η αιτία γέννησής του εντοπίζεται στην ανάγκη των μελών του να πάρουν στα χέρια τους την τύχη του προϊόντος τους.
Οπως σημειώνει χαρακτηριστικά ο πρόεδρος του συνεταιρισμού Γιάννης Χονδρόπουλος: «Στόχος μας είναι το προϊόν να φτάνει στον καταναλωτή με διαφανείς διαδικασίες και ελεγμένη ποιότητα. Το όφελος είναι διπλό. Από τη μια ωφελείται ο παραγωγός, απολαμβάνοντας καλύτερη τιμή στο επώνυμο προϊόν του, και από την άλλη ο καταναλωτής, βρίσκοντας καλύτερη τιμή σε ένα ταυτοποιημένο προϊόν με μεγάλη διαιτητική αξία. Ετσι, ανοίγεται μια νέα δυναμική προοπτική για την τοπική οικονομία της περιοχής και την αναβάθμιση του εισοδήματος των αγροτών της».
Το κελυφωτό φιστίκι παρουσιάζει δυναμική πορεία τα τελευταία χρόνια. Ο συνεταιρισμός επιδιώκει να απευθύνεται απευθείας στον καταναλωτή με ένα εύρος τυποποιημένων προϊόντων φιστικιού (αλατισμένου ή μη, ψημένου ή ωμού) διαθέτοντάς το σε καταστήματα τροφίμων εντός και εκτός Ελλάδας.
Τον σκοπό αυτό εξυπηρετούν και οι εγκαταστάσεις που δημιουργήθηκαν το 2013 στη Βιομηχανική Περιοχή Λαμίας, ενώ βρίσκεται σε εξέλιξη το Επιχειρησιακό Πρόγραμμα 2016 για την απόκτηση σύγχρονου εξοπλισμού. Ο νεότατος συνεταιρισμός βρήκε στήριξη μέσω του Προγράμματος Συμβολαιακής Γεωργίας και Κτηνοτροφίας της Τράπεζας Πειραιώς που, όπως λέει χαρακτηριστικά ο κ. Χονδρόπουλος, παρέχει στους παραγωγούς τη ρευστότητα που απαιτείται για να εφοδιαστούν και να καλλιεργήσουν έχοντας εξασφαλίσει ευκολότερα κάποια χρήματα που χρειάζονται.
«Το ελληνικό κελυφωτό φιστίκι υπερτερεί έναντι άλλων παρόμοιων προϊόντων διεθνώς λόγω των υψηλών ακόρεστων λιπαρών οξέων, σε ποσοστό 49%, τα οποία είναι πολύ ωφέλιμα στον καταναλωτή», εξηγεί ο κ. Χονδρόπουλος.
Εκεί οφείλεται και η ανταπόκριση που συνάντησε στη διεθνή αγορά. Το 2012 σε διεθνή διαγωνισμό τροφίμων, που έγινε στην Αγγλία, πήρε τη δεύτερη θέση, μαζί με άλλα 644 τρόφιμα, μεταξύ 9.738 συμμετοχών τροφίμων από όλο τον κόσμο. Σήμερα, μετά από πέντε χρόνια παρουσίας στη διεθνή αγορά, εξάγει το 94% της παραγωγής σε Αγγλία, Γερμανία, Ιταλία, Τυνησία, Λίβανο και Ισραήλ.
Το υπόλοιπο διακινείται εγχώρια σε επιλεγμένα καταστήματα. Οι 70 παραγωγοί-μέλη του συνεταιρισμού από τα 2.000 στρέμματα που καλλιεργούν μαζεύουν ετησίως 150-250 τόνους φιστικιού. Το 2015 ήταν από τις καλές χρονιές τους, με 230 τόνους. Τα 50.000 φιστικόδενδρα βρίσκονται στην περιοχή της Κεντρικής Φθιώτιδας, από την Αμφίκλεια μέχρι το Ελευθεροχώρι και από το Κωσταλέξι του Δήμου Λαμίας μέχρι και τα Καμένα Βούρλα, με την πλειονότητά τους βέβαια να καλλιεργείται στον Μώλο.
Οικογένεια Μενεξόπουλου – Θεσσαλονίκη
Τρεις γενιές επενδύουν στους ξηρούς καρπούς
Ο «ναός» των ξηρών καρπών της συμπρωτεύουσας βρίσκεται στα Λαδάδικα. Στην οδό Κατούνη εδρεύει από το 1952 το κατάστημα της οικογένειας Μενεξόπουλου. Στα ράφια του μπορείς να βρεις κάθε είδους ξηρούς καρπούς, αποξηραμένα φρούτα, υπερτροφές, μπαχαρικά και όσπρια από επιλεγμένα εδάφη όχι μόνο εντός της χώρας, αλλά και σε όλο τον πλανήτη. Ιδρυτής της οικογενειακής επιχείρησης είναι ο Δημήτρης Μενεξόπουλος και διάδοχοι οι γιοι του Ιωάννης και Παναγιώτης, με την τρίτη γενιά να έχει ήδη μπει για τα καλά σε πλήρη απασχόληση. Το εμπόριο, η επεξεργασία, η εισαγωγή και η εξαγωγή ξηρών καρπών, αποξηραμένων φρούτων, δημητριακών, μπαχαρικών και οσπρίων είναι οι κλάδοι δραστηριοποίησης της ελληνικής επιχείρησης.
Στα ράφια του μπορείς να βρεις και μια σειρά από γνήσια ελληνικά προϊόντα, με ονομασία προέλευσης -ΠΟΠ και ΠΓΕ- όπως τα κελυφωτά φιστίκια, τα σύκα Ευβοίας, η σταφίδα Κρήτης, η μαύρη σταφίδα Ζακύνθου και τα φασόλια Πρεσπών. «Από την ελληνική αγορά προμηθευόμαστε περίπου 2.800 τόνους διάφορους ξηρούς καρπούς και όσπρια», επισημαίνει ο κ. Παναγιώτης Μενεξόπουλος.
Η εταιρεία εξάγει τα περισσότερα προϊόντα της σε ευρωπαϊκές χώρες. «Οι εξαγωγές φτάνουν σε ποσοστό το 23% του τζίρου μας», όπως διευκρινίζει ο ίδιος. Το κελυφωτό φιστίκι ή, αλλιώς, το γνωστό φιστίκι Αιγίνης ξεχωρίζει στα ράφια του καταστήματος Μενεξόπουλου, καθώς είναι ελληνικής παραγωγής. Κατά την περσινή χρονιά, η επιχείρηση διαχειρίστηκε περίπου 380 τόνους κελυφωτού φιστικιού. «Με το εμπόριο του φιστικιού ασχολούμαστε από το 1970.
Η δυναμική του κελυφωτού φιστικιού μεγαλώνει, καθώς πολλές νέες καλλιέργειες θα μπουν στην αγορά τα αμέσως επόμενα χρόνια», λέει ο κ. Παναγιώτης Μενεξόπουλος. Στο πλαίσιο αυτό, η εταιρεία Μενεξόπουλος επιδιώκει και «στενότερες σχέσεις με τους προμηθευτές». Για τον λόγο αυτό εντάχθηκαν από κοινού στο πρόγραμμα Συμβολαιακής Γεωργίας και Κτηνοτροφίας της Τράπεζας Πειραιώς. Στη δυναμική που εμφανίζει ευρύτερα η αγορά των ξηρών καρπών εντοπίζεται και η κύρια αιτία επέκτασης των εγκαταστάσεων της ελληνικής εταιρείας.
«Στα πλάνα μας είναι ένα επενδυτικό πρόγραμμα, του οποίου τον χρόνο υλοποίησης θα εντοπίσουμε σε εύλογο χρόνο», σημειώνει ο κ. Παναγιώτης Μενεξόπουλος. Σήμερα οι ιδιόκτητοι χώροι, συνολικού εμβαδού 4.500 τ.μ., στο Καλοχώρι Θεσσαλονίκης περιλαμβάνουν κι ένα σύγχρονο κέντρο αποθήκευσης, διαλογής, επεξεργασίας και τυποποίησης ξηρών καρπών. Στον ίδιο χώρο στεγάζονται και οι κεντρικοί ψυκτικοί θάλαμοι χωρητικότητας 6.000 κυβικών μέτρων για την κατάλληλη συντήρηση και αποθήκευση των προϊόντων.
Newmoney.gr