Στον απόηχο των καταστροφικών πυρκαγιών που έπληξαν τη χώρα τον περασμένο Αύγουστο εστίασε η έρευνα του Τμήματος Γεωλογίας και Γεωπεριβάλλοντος του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, ως προς τα επικείμενα φαινόμενα διάβρωσης και πλημμύρας.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματά της, στη Βόρεια Εύβοια οι περιοχές που χαρακτηρίζονται «κόκκινες», δηλαδή μεγάλης επικινδυνότητας, είναι οι Ροβιές, το Νεοχώρι, η Κρύα Βρύση, τα Βασιλικά, το Αρτεμίσιο, η Ιστιαία, αλλά και οι μικρότεροι οικισμοί που βρίσκονται κοντά σε αυτά τα σημεία.
Στην Αττική, στο «κόκκινο» είναι η ευρύτερη περιοχή της Αθήνας (Αχαρνές, Βαρυμπόμπη, Ιπποκράτειος Πολιτεία, Αφίδνες), του Μαραθώνα και του Λαυρίου.
Στην Πελοπόννησο σε μεγάλο κίνδυνο είναι το Γύθειο και το Μαυροβούνι στη Λακωνία, ο Πλάτανος Αρκαδίας, η Αρχαία Ολυμπία, το Πελόπιο, η Λιναριά και η Μυρσίνη Ηλείας, το Βαθύ και το Διαβολίτσι Μεσσηνίας, οι Άγιοι Θεόδωροι Κορινθίας και οι μικρότεροι οικισμοί που βρίσκονται κοντά στις περιοχές αυτές.
Με βάση τα μοντέλα που «έτρεξε» η επιστημονική ομάδα με επικεφαλής την καθηγήτρια Νίκη Ευελπίδου, σε περίπτωση σφοδρών βροχοπτώσεων, σημαντικός όγκος νερού και λάσπης αναμένεται να καταλήξει στις περιοχές αυτές, με αποτέλεσμα, καθώς φιλοξενούν αρκετά μεγάλο πληθυσμό, να έρθουν αντιμέτωπες με σφοδρά φαινόμενα διάβρωσης και πλημμύρας.
Αντίστοιχη καταστροφή παρατηρήθηκε τον Αύγουστο του 2020 στα Πολιτικά και τα Ψαχνά της Εύβοιας, όπου μέσα σε οκτώ ώρες έπεσαν 297 mm βροχής, ποσότητα ανάλογη με αυτή που πέφτει υπό κανονικές συνθήκες μέσα σε έναν χρόνο. Η περιοχή, μάλιστα, που πλημμύρισε βρίσκεται κοντά στην καμένη περιοχή του 2019.
«Το νερό θα παρασύρει μεγάλες ποσότητες εδάφους»
Η κ. Ευελπίδου εξηγεί πως η έρευνα που πραγματοποιήθηκε είχε ως πρωτεύοντα στόχο να παραγάγει αποτελέσματα που η πολιτεία με τη σειρά της θα πρέπει να χρησιμοποιήσει για τη θωράκιση των περιοχών που κινδυνεύουν. Όπως τονίζει, σε μια επικείμενη μελλοντική βροχή, το νερό θα παρασύρει στο διάβα του μεγάλες ποσότητες εδάφους, εφόσον δεν υπάρχει η απαραίτητη βλάστηση για να συγκρατήσει το χώμα, να μειώσει την επιφανειακή απορροή και να εμπλουτίσει τελικά τον υδροφόρο ορίζοντα, προκαλώντας έναν φαύλο κύκλο, που πρακτικά σημαίνει την αδυναμία αναγέννησης της βλάστησης, τη συνεχή υποβάθμιση του περιβάλλοντος και τη σταδιακή ερημοποίησή του.
Οι συνέπειες για τη χώρα μας είναι ολέθριες, υπενθυμίζει, καθώς στη Βόρεια Εύβοια κάηκαν 505.000 στρέμματα, στην Αρχαία Ολυμπία 135.000, στην Ανατολική Μάνη 105.000, στην περιοχή της Αθήνας 85.000, στα Βίλια Αττικής 66.000, γύρω από το Διαβολίτσι 47.000, στο Λαύριο 5.500 και στην περιοχή γύρω από την Αιγιάλεια 3.000 στρέμματα.
Οι χάρτες
Η ομάδα της καθηγήτριας Νίκης Ευελπίδου, αποτελούμενη από τους ερευνητές κ.κ. Τζουξανιώτη και Γαβαλά, πραγματοποίησε και επιτόπια έρευνα στις καμένες περιοχές της Αττικής, βόρειας Εύβοιας και Πελοποννήσου, προκειμένου να καταγράψει τη γεωμορφολογία, τα εδαφολογικά και τα γεωλογικά χαρακτηριστικά των περιοχών που επλήγησαν. Τα στοιχεία που συλλέχθηκαν, σε συνδυασμό με δεδομένα βροχόπτωσης, βλάστησης, ιστορικότητας των φαινομένων κλπ, συνδυάστηκαν και συμπερασματικά παρήχθησαν χάρτες επικινδυνότητας διάβρωσης και πλημμύρας:
Βόρεια Εύβοια:
Αττική:
Πελοπόννησος:
Η ομάδα έχει ήδη προτείνει γρήγορα, οικονομικά και φιλικά προς το περιβάλλον έργα για την αντιμετώπιση των καταστροφών που έπονται της πυρκαγιάς και συγκεκριμένα της απώλειας εδάφους, των λασποροών και των αιφνίδιων πλημμυρών. Στις περισσότερες περιοχές τα έργα, όπως επισημαίνει η κ. Ευελπίδου, έχουν καθυστερήσει, με αποτέλεσμα οι βροχές που έχουν πέσει τον τελευταίο καιρό να έχουν προκαλέσει ήδη σημαντική απώλεια εδάφους.