Στο ομότιτλο άρθρο για το θέμα αυτό, που δημοσιεύθηκε στο “iliaoikonomia” την 14-1-2012 επισημάνθηκαν τα προβλήματα και οι στρεβλώσεις γύρω από το καυτό θέμα των τιμών και ιδιαίτερα των ειδών πρώτης ανάγκης, οι οποίες συνεχώς ανεβαίνουν. Στο διάστημα που μεσολάβησε, όχι μόνο δεν βελτιώθηκε κάτι, αλλά φαίνεται ότι επιδεινώθηκε. Τα επίσημα στοιχεία που ακολουθούν δείχνουν αυτό ακριβώς.
Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (9-2-2012) προκύπτουν τα εξής :
- Από τη σύγκριση του Γενικού Δείκτη Τιμών Καταναλωτή (Γ.Δ.Τ.Κ) του μηνός Ιανουαρίου 2012, προς τον αντίστοιχο Δείκτη του Ιανουαρίου 2011, προκύπτει αύξηση 2,3%.
- Ο μέσος Δείκτης του δωδεκαμήνου Φεβρουαρίου 11 ? Ιανουαρίου 12, σε σύγκριση προς τον ίδιο Δείκτη του δωδεκαμήνου Φεβρουαρίου 10 ? Ιανουαρίου 11, παρουσίασε αύξηση 3,1%.
Σύγκριση Ιανουαρίου 2012, με Ιανουάριο 2011
Η αύξηση του Γενικού Δείκτη Τιμών Καταναλωτή, κατά 2,3% το μήνα Ιανουάριο 2012, σε σύγκριση με τον αντίστοιχο Δείκτη του Ιανουαρίου 2011, προήλθε από τις ακόλουθες ομάδες προϊόντων και υπηρεσιών.
α) Κατά 3,0% της ομάδας «Διατροφή και μη αλκοολούχα ποτά», λόγω αύξησης των τιμών, κυρίως, στα είδη: φρούτα, νωπά, λαχανικά νωπά, δημητριακά και παρασκευάσματα, κρέατα γενικά, ψάρια γενικά, γαλακτοκομικά και αυγά, ζάχαρη-σοκολάτες-γλυκά-παγωτά, καφές, αναψυκτικά, χυμοί φρούτων. Μέρος της αύξησης αυτής αντισταθμίστηκε από τη μείωση των τιμών στις πατάτες.
β) Κατά 4,1% της ομάδας «Αλκοολούχα ποτά και καπνός», λόγω αύξησης, κυρίως, των τιμών των τσιγάρων.
γ) Κατά 0,4% της ομάδας «Ένδυση και υπόδηση», λόγω αύξησης των τιμών στα είδη ένδυσης και υπόδησης.
δ) Κατά 8,5% της ομάδας «Στέγαση», λόγω αύξησης των τιμών, κυρίως, του πετρελαίου θέρμανσης, του φυσικού αερίου και του ηλεκτρισμού.
ε) Κατά 2,8% της ομάδας «Μεταφορές», λόγω αύξησης, κυρίως, των τιμών στα είδη : καύσιμα αυτοκινήτου (βενζίνη), τέλη κυκλοφορίας, αστικές συγκοινωνίες . Μέρος της αύξησης αυτής αντισταθμίστηκε από τη μείωση των τιμών στα αυτοκίνητα και στα εισιτήρια αεροπλάνων.
στ) Κατά 2,5% της ομάδας «Ξενοδοχεία – Καφέ ? Εστιατόρια», λόγω αύξησης, κυρίως, των τιμών των εστιατορίων-ζαχαροπλαστείων-καφενείων-κυλικείων. Μέρος της αύξησης αυτής αντισταθμίστηκε από τη μείωση των τιμών των ξενοδοχείων.
ζ) Κατά 1,7% της ομάδας «Άλλα αγαθά και υπηρεσίες», λόγω αύξησης, κυρίως, των τιμών των ασφαλίστρων αυτοκινήτων και δικύκλων και των ειδών ατομικής φροντίδας. Μέρος της αύξησης αυτής αντισταθμίστηκε από τη μείωση των τιμών στα είδη ταξιδίου-λοιπά προσωπικά είδη.
Οι παραπάνω αυξήσεις δηλαδή θα ήσαν ακόμα μεγαλύτερες αν δεν υπήρχε αντιστάθμιση από μικρές μειώσεις σε προϊόντα και υπηρεσίες που δεν είναι πρώτης ανάγκης (π.χ εισιτήρια αεροπλάνων, τιμές ξενοδοχείων, είδη ταξιδίου κ.λ.π).
Επίσης, σύμφωνα με τα νεώτερα στοιχεία του Υπουργείου Ανάπτυξης, επιβεβαιώνεται για μια ακόμη φορά το γεγονός ότι τα προϊόντα στα ελληνικά σούπερ ? μάρκετ εξακολουθούν να πωλούνται ακριβότερα από τις άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι διαφοροποιήσεις αυτές είναι τέτοιες, που δεν μπορούν να δικαιολογηθούν ούτε από την διαφορά του ΦΠΑ, ούτε από το κόστος μεταφοράς, ούτε από το κόστος των πρώτων υλών. Προφανώς, όσα αναπτύξαμε στο προηγούμενο σχετικό άρθρο μας (14/1/2012) για τις αιτίες αυτής της διαφοράς, αιτιολογούν απόλυτα αυτό το φαινόμενο.
Σύμφωνα με πρόσφατο δημοσίευμα της εφημερίδας ?ΤΑ ΝΕΑ?, έρευνα τιμών σε επτά χώρες της Ε.Ε (Γερμανία, Βρετανία, Γαλλία, Ιταλία, Ισπανία, Βουλγαρία και στην Ελλάδα) διαπιστώνεται ότι σε 70 συνολικά προϊόντα ευρείας κατανάλωσης, εκ των οποίων τα 50 είναι επώνυμα, οι τιμές στην Ελλάδα παραμένουν σε υψηλά επίπεδα, γεγονός που όπως λένε στελέχη του υπουργείου δημιουργεί εύλογα ερωτηματικά για τις συνθήκες που επικρατούν στην αγορά.
Παραθέτουμε στη συνέχεια, ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα από άρθρο του δημοσιογράφου Γιώργου Λακόπουλου, σχετικά με τις τιμές, που δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα ?ΤΑ ΝΕΑ?, στις 8-2-2012 :
«Στοιχειώδης κανόνας της οικονομίας: δεν έχει αξία το ονομαστικό ύψος των αμοιβών, αλλά η ανταλλακτική αξία τους. Δεν έχει σημασία πόσος είναι ο μισθός ενός εργαζομένου, αλλά τι αγοράζει με αυτόν. Κι εδώ μπαίνουμε στη μεγάλη τρύπα του Μνημονίου.
Για δυο χρόνια ασκείται πολιτική εσωτερικής υποτίμησης. Οι θεωρητικοί αυτής της συνταγής πιστεύουν ότι οι αμοιβές των Ελλήνων πρέπει να συρρικνωθούν γιατί αυξήθηκαν με ρυθμό μεγαλύτερο από τον μέσο όρο της ευρωζώνης την τελευταία δεκαετία. Οι αριθμοί τους δικαιώνουν.
Αλλά αν θέλουμε να χρησιμοποιήσουμε τους αριθμούς θα το κάνουμε για όλα. Και κυρίως για τις τιμές. Πέρα από τη στατιστική αποτίμηση στον δείκτη του πληθωρισμού είναι οφθαλμοφανές ότι η ζωή στην Ελλάδα έγινε πιο ακριβή τα τελευταία χρόνια.
Κατά συνέπεια αν θα συμπιεστούν οι μισθοί δεν πρέπει να συμπιεστούν και οι τιμές; Αν το πρόβλημα της οικονομίας είναι ότι οι έλληνες εργαζόμενοι πληρώνονται ακριβά, δεν είναι εξίσου πρόβλημα ότι πληρώνουν και ακριβά; Τι είδους συνταγή «σωτηρίας» είναι αυτή με την οποία για να κλείσει το – υπαρκτό – άνοιγμα ανάμεσα στην κατανάλωση και την παραγωγικότητα κλείνει μεν η στρόφιγγα στην κατανάλωση, αλλά δεν γίνεται καμιά παρέμβαση στις τιμές;
Μόνο αδαείς – ή ανάλγητοι – δεν λαμβάνουν υπόψη ότι το βιοτικό επίπεδο δεν διαμορφώνεται μονομερώς από το ύψος των αποδοχών, αλλά σε συνδυασμό με το ύψος των τιμών. Από την εγκαθίδρυση της τροϊκοκρατίας στην Ελλάδα και εντεύθεν, οι κυβερνήσεις συμπράττουν στη μείωση των αμοιβών, αλλά δεν κάνουν κάτι και για τη μείωση των τιμών.
Το αντίθετο. Μόλις πρόσφατα το κόστος του ηλεκτρικού ρεύματος αυξήθηκε κατά 12%. Τι είδους πολιτική εσωτερικής υποτίμησης ασκείται όταν τα τιμολόγια των ΔΕΚΟ, οι φόροι και τα τέλη, το κόστος κατοικίας, το καλάθι της νοικοκυράς, τα πάντα, ανατιμώνται; Ποιοι φωστήρες περιμένουν ανάπτυξη και πρωτογενή πλεονάσματα όταν μειώνονται οι αποδοχές και αυξάνεται το κόστος ζωής;»