«Φωτιά» στις τιμές δείχνουν τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για τον Σεπτέμβριο, με ανατιμήσεις άνω του 108% στο φυσικό αέριο, σχεδόν 29% στο πετρέλαιο θέρμανσης, 18% στα καύσιμα, 18,4% στο ελαιόλαδο και 21% στα λαχανικά.
Οι ανατιμήσεις κυρίως στην ενέργεια -με υπερδιπλασιασμό της τιμής του φυσικού αερίου- οδήγησαν σε αύξηση του πληθωρισμού στο 2,2% τον Σεπτέμβριο, σε ετήσια βάση, ενώ σε μηνιαία βάση ο δείκτης ήταν αυξημένος κατά 2,4%, σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσιοποίησε η ΕΛΣΤΑΤ.
Το ράλι των τιμών προμηνύει έναν πολύ δύσκολο χειμώνα παρά τα μέτρα στήριξης των νοικοκυριών που ανακοίνωσε η κυβέρνηση καθώς οι αυξήσεις, ειδικά στο φυσικό αέριο, είναι πολλαπλάσιες της επιδότησης που ανακοινώθηκε και φτάνει το 15%.
Συγκεκριμένα, από τη σύγκριση του Γενικού ΔΤΚ του μηνός Σεπτεμβρίου 2021 με τον αντίστοιχο Δείκτη του Σεπτεμβρίου 2020 προέκυψε αύξηση 2,2%, έναντι μείωσης 2% που σημειώθηκε κατά την αντίστοιχη σύγκριση του έτους 2020 με το 2019. Ο Γενικός ΔΤΚ τον Σεπτέμβριο 2021, σε σύγκριση με τον Αύγουστο 2021, παρουσίασε αύξηση 2,4%, ενώ ο μέσος ΔΤΚ του δωδεκαμήνου Οκτωβρίου 2020 – Σεπτεμβρίου 2021, σε σύγκριση με τον αντίστοιχο Δείκτη του δωδεκαμήνου Οκτωβρίου 2019 – Σεπτεμβρίου 2020, παρουσίασε μείωση 0,4%.
Ο Εναρμονισμένος Δείκτης Τιμών Καταναλωτή αυξήθηκε κατά 1,9% σε ετήσια βάση και κατά 2,1% σε μηνιαία.
Σύμφωνα με τους πίνακες της ΕΛΣΤΑΤ, η τιμή του φυσικού αερίου εκτινάχθηκε κατά 108,5% τον Σεπτέμβριο του 2021 σε σύγκριση με την αντίστοιχη περυσινή, του πετρελαίου θέρμανσης κατά 28,9%, των καυσίμων και λιπαντικών κατά 18,1%, του ελαιόλαδου κατά 18,4%, των νωπών λαχανικών κατά 21,1%, ενώ η τιμή σε αρνί και κατσίκι ήταν 17,5% υψηλότερη.
Σε μηνιαία βάση, το φυσικό αέριο εμφανίζει πάλι τη μεγαλύτερη αύξηση (+12,8% από τον Αύγουστο στον Σεπτέμβριο) και ακολουθεί το ελαιόλαδο με αύξηση 11,8%.
* Αναλυτικά τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ επισυνάπτονται εδώ – https://air.euro2day.gr/media/files/1473694-A0515_DKT87_DT_MM_09_2021_01_F_GR.pdf
«Καμπανάκι» και για ελλείψεις προϊόντων
Η ακρίβεια προκαλεί πονοκέφαλο. Η «τέλεια καταιγίδα» των ανατιμήσεων αναμένεται να πλήξει νοικοκυριά και επιχειρήσεις τους επόμενους μήνες. Δεν είναι τυχαίο ότι η Ευρώπη -έστω και με… καθυστέρηση- έχει στα «σκαριά» «πακέτο» μέτρων για την αντιμετώπιση του ενεργειακού κόστους που συνεχίζει να καλπάζει. Όλα όμως δείχνουν πως η ενέργεια δεν είναι το μοναδικό «αγκάθι». Ήδη χτυπά «καμπανάκι» και στη χώρα μας για ελλείψεις προϊόντων την περίοδο των εορτών! Γράφει ο Βαγγέλης Δουράκης
Με αργά βήματα οι Βρυξέλλες προχωρούν σε δύο δέσμες «προσωρινών» -όπως τα χαρακτηρίζουν- μέτρων για αντιμετώπιση της εκρηκτικής αύξησης των τιμών ενέργειας: Οι Ευρωπαίοι υπουργοί Οικονομικών παρέπεμψαν για τις σχετικές αποφάσεις στη Σύνοδο κορυφής της μεθεπόμενης εβδομάδας (20-21/10) και μετά για τον… Δεκέμβριο, όταν δηλαδή θα έχουν οριστικοποιηθεί οι προϋπολογισμοί των κρατών μελών (σ.σ. μεταξύ των οποίων και ο ελληνικός)!
Και αφού βεβαίως έναν μήνα πριν θα έχει ανοίξει η κουβέντα για τις αλλαγές στο Σύμφωνο Σταθερότητας!
Έριξαν άγκυρα τα πλοία στα λιμάνια
Η ακρίβεια όμως ήδη έχει βάλει «φωτιά» στο καλάθι των νοικοκυριών και όλες οι ενδείξεις συγκλίνουν στο ότι το επόμενο διάστημα πρόκειται να ξεσπάσει η… «τέλεια καταιγίδα» ανατιμήσεων: Και αυτό γιατί η έκρηξη του κόστους ενέργειας είναι μεν ένα βασικό συστατικό αυτού του «κοκτέιλ» παραγόντων που διαμορφώνουν το συγκεκριμένο πληθωριστικό περιβάλλον, αλλά δεν είναι το μόνο.
Υπολογίζεται πως αυτή την στιγμή σχεδόν το 13% του παγκόσμιου στόλου έχει «ρίξει άγκυρα» και βρίσκεται σε πολυήμερη αναμονή στα λιμάνια.
Μέσα στο καλοκαίρι, η μετάλλαξη Δέλτα δεν άφησε να επαναλειτουργήσουν πλήρως μεγάλα εμπορικά λιμάνια, κυρίως στην Ασία και ειδικά στην Κίνα.
Είναι ενδεικτικό ότι τερματικός σταθμός-κλειδί στο λιμάνι με την τρίτη μεγαλύτερη κίνηση εμπορευματοκιβωτίων (κοντέινερ) στον κόσμο, το Νιγκμπό-Ζουσάν, παρέμεινε κλειστός για πάνω από μία εβδομάδα, όταν αυξήθηκαν ξανά τα κρούσματα της COVID-19 και επιβλήθηκαν περιορισμοί.
Και βέβαια το φαινόμενο έχει πάρει έκταση: Έκθεση της RBC Capital Markets και της Orbital Insight που ανέλυσε τα 22 κορυφαία λιμάνια με τη μεγαλύτερη επιρροή στον κόσμο, διαπίστωσε ότι το 77% των λιμανιών είχαν παράγει χρόνο αναμονής πάνω από τον μέσο όρο φέτος. Ο χρόνος διεκπεραίωσης για ένα εμπορευματοκιβώτιο στα λιμάνια σχεδόν διπλασιάστηκε το 2021 σε σύγκριση με τους μέσους όρους που παρατηρήθηκαν από το 2017 έως το 2019.
Αυτή η εξέλιξη –απόρροια βεβαίως της πανδημίας- πρακτικά σημαίνει ότι ουδείς μπορεί να γνωρίζει πότε ακριβώς θα παραλάβει τα εμπορεύματα που έχει παραγγείλει!
Η «τέλεια καταιγίδα» σε διαθεσιμότητα και διακίνηση αγαθών
Αλλά εδώ προκύπτει και ακόμη μία παράμετρος: Τα πλοία μένουν δεμένα στα λιμάνια και επειδή ενίοτε… δεν έχουν τι να παραλάβουν!
Η πανδημία ώθησε το Πεκίνο σε επαναφορά σκληρών περιορισμών όχι μόνο σε λιμάνια, αλλά και σε εργοστάσια της Κίνας κάτι που συνδυαστικά επέφερε νέο πλήγμα τόσο στη διαθεσιμότητα όσο και στη διακίνηση αγαθών.
Οι βιομηχανίες δεν μπορούν να επαναλειτουργήσουν στο πλήρες δυναμικό τους, είτε λόγω περιοριστικών μέτρων είτε εξαιτίας έλλειψης προσωπικού είτε λόγω έλλειψης πρώτων υλών ή άλλων εξαρτημάτων.
Είναι ενδεικτικό ότι η έλλειψη μικροτσίπ (σ.σ: που προκλήθηκε επίσης μέσα από μια «τέλεια καταιγίδα» με άξονες την πανδημία, τον εμπορικό πόλεμο ΗΠΑ- Κίνας, τις ιδιομορφίες της ίδιας της αγοράς ημιαγωγών, ακόμη και μια… ξηρασία που έπληξε την Ταϊβάν και «φρέναρε» την παραγωγή) έχει «γονατίσει» ολόκληρους κλάδους, από εταιρείες ηλεκτρονικών μέχρι και αυτοκινητοβιομηχανίες οι οποίες θέλουν να βάλουν εμπρός τις μηχανές της παραγωγής και δεν μπορούν.
Η Nissan, για παράδειγμα, θα κατασκευάσει εφέτος 500.000 αυτοκίνητα λιγότερα λόγω των ελλείψεων αυτών, ενώ εταιρείες όπως η Τζένεραλ Μότορς έχουν κατασκευάσει οχήματα τα οποία όμως δεν μπορούν ακόμη να κινηθούν επειδή τους λείπουν τέτοιοι μικροεπεξεργαστές.
Ακόμη και η Apple έχει προειδοποιήσει για προβλήματα στην παραγωγή έξυπνων κινητών τηλεφώνων λόγω της έλλειψης μικροτσίπ, ενώ το αφεντικό της Intel Πατ Γκέλσινγκερ προειδοποιεί ότι θα χρειαστεί ένα με δύο χρόνια μέχρι η προσφορά να καλύψει πλήρως τη ζήτηση.
Με φόντο λοιπόν τις αναταράξεις στην παραγωγική διαδικασία, τις ελλείψεις σε πρώτες ύλες και με τα πλοία καθηλωμένα στα λιμάνια να … αναμένουν εμπορεύματα το μεταφορικό κόστος έχει εκτοξευτεί. Είναι ενδεικτικό, το κόστος μεταφοράς ενός στάνταρντ κοντέινερ 40 ποδών από τη Σανγκάη προς το Ρότερνταμ ή τη Νέα Υόρκη έχει ξεπεράσει τα 13.500 δολάρια. Πρόκειται για ιλιγγιώδεις αυξήσεις της τάξεως του 635% και του 285% αντίστοιχα, σύμφωνα με τα στοιχεία που αποτυπώθηκαν στα μέσα Αυγούστου και προέρχονται από την εταιρεία παροχής συμβουλευτικών υπηρεσιών για τη ναυτιλία Drewry Supply Chain Advisors.
Και οι εξελίξεις αυτές έχουν αντίκτυπο τόσο στις πωλήσεις όσο και τελικά στις τιμές προϊόντων, ειδικά εκείνων που μεταφέρονται από την Ασία προς την Ευρώπη και τις ΗΠΑ.
Ο κίνδυνος για «μισογεμάτα ράφια» και η διάρκεια της «τέλειας καταιγίδας»
Με αυτές τις ιδιαίτερα «τσουχτερές» τιμές στα μεταφορικά κόστη και τις ελλείψεις που παρατηρούνται στην αγορά, αυτή την περίοδο οι περισσότεροι έμποροι προσπαθούν να αναπληρώσουν τα στοκ τους, δηλαδή τα αποθέματά τους, ενώ στην εξίσωση έρχονται να προστεθούν και οι αυξημένες παραγγελίες που γίνονται από τις επιχειρήσεις για την περίοδο των Χριστουγέννων.
Όπως λένε παράγοντες του ελληνικού εμπορίου τέτοια περίοδο υπό κανονικές συνθήκες ήδη είχαν αρχίσει οι παραλαβές για τις γιορτές: Σήμερα όπως έχει διαμορφωθεί η κατάσταση ακόμη δεν έχουν γίνει οι παραγγελίες καθώς η όποια απόφαση θα πρέπει να «ζυγιστεί» δύο και τρεις φορές.
Δεδομένων λοιπόν των ζητημάτων που έχουν προκύψει κυρίως με τις αγορές της Ασίας τόσο με τις ελλείψεις και τα υψηλά κόστη στα μεταφορικά που επιβαρύνουν την τελική τιμή, όσο και με τις τεράστιες καθυστερήσεις που μπορεί να προκύψουν στην παράδοση, αρκετοί έμποροι αποφεύγουν να κάνουν μεγάλες παραγγελίες για παράδειγμα από την Κίνα και υιοθετούν διαφορετική στρατηγική.
Επιλέγουν να κάνουν πολλές μικρές παραγγελίες με ελεγχόμενα κόστη από διαφορετικούς προμηθευτές που εδρεύουν στην ΕΕ ή είναι ντόπιοι παραγωγοί, με στόχο να διαμορφώσουν τα απαραίτητα αποθέματα.
Σε κάθε περίπτωση οι ίδιοι εγχώριοι παράγοντες τονίζουν πως ο συναγερμός για το επερχόμενο κύμα «εισαγόμενων» αυξήσεων είναι δικαιολογημένος και κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου για ένα «τσουνάμι» ανατιμήσεων σε βασικά καταναλωτικά αγαθά που δεν θα μπορεί να απορροφήσει το χονδρικό και λιανικό εμπόριο.
Εκτιμούν λοιπόν πως βρισκόμαστε ενώπιον ενός σεναρίου «τέλειας καταιγίδας» μεγάλης έντασης και διάρκειας τουλάχιστον μέχρι την Άνοιξη του 2022: Και αυτό γιατί οι ελλείψεις σε πρώτες ύλες σε συνδυασμό με το εξαιρετικά υψηλό ενεργειακό και μεταφορικό κόστος δημιουργούν συνθήκες ασφυξίας στον παραγωγικό ιστό και αυξήσεις στις τιμές των καταναλωτικών αγαθών με πιθανές μελλοντικές ελλείψεις που θα γίνουν ορατές με «μισογεμάτα ράφια» τη περίοδο των εορτών.