Μοιάζει ως μία αντιπαράθεση για το ενεργειακό κόστος. Στην ουσία, πρόκειται για μια λυσσαλέα διαμάχη για το βιομηχανικό «στέμμα» της Ευρώπης. Ο λόγος για τη Γαλλία και τη Γερμανία, τις δύο ισχυρότερες δυνάμεις της ΕΕ που προσπαθούν να μη βρεθούν στην πλευρά των ηττημένων της ενεργειακής μετάβασης του μπλοκ.
Όπως έθεσε το θέμα μιλώντας στο Bloomberg ο Christian Egenhofer, ανώτερος ερευνητής στη δεξαμενή σκέψης CEPS στις Βρυξέλλες, «οι κυβερνήσεις τόσο στο Παρίσι όσο και στο Βερολίνο αναζητούν τρόπους παροχής ηλεκτρικής ενέργειας με το χαμηλότερο δυνατό κόστος. Είναι σχεδόν θέμα πολιτικής επιβίωσης.»
Στη Γαλλία το ζήτημα των τιμών της ενέργειας αποτελεί ένα εκρηκτικό ζήτημα για την κυβέρνηση του Εμανουέλ Μακρόν, καθώς τη χώρα έχουν συγκλονίσει τα τελευταία χρόνια μεγάλες και συχνά επεισοδιακές διαδηλώσεις. Στη Γερμανία, ο κυβερνητικός συνασπισμός του καγκελαρίου Όλαφ Σολτς βρίσκεται επίσης αντιμέτωπος με έντονες πιέσεις μετά την πτώση της λαϊκής υποστήριξης στον απόηχο της μεταρρύθμισης για απομάκρυνση των συστημάτων θέρμανσης των νοικοκυριών από τα ορυκτά καύσιμα.
Όπως σημειώνει το οικονομικό πρακτορείο, η ΕΕ δεν μπορεί να αντέξει μια παρατεταμένη σύγκρουση στον βιομηχανικό της πυρήνα. Ήδη οι νομοθετικές πρωτοβουλίες που έχει λάβει στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού η κυβέρνηση του Τζο Μπάιντεν για τη μείωση του πληθωρισμού δημιουργούν ανησυχίες ως προς την μεταφορά επιχειρήσεων από την Ευρώπη στις ΗΠΑ. Εξάλλου πρόσφατη έρευνα για τις κινεζικές επιδοτήσεις του κλάδου κατασκευής ηλεκτρικών οχημάτων αντανακλά την αυξανόμενη ανησυχία για την ανταγωνιστική απειλή που συνιστά η ασιατική υπερδύναμη.
Η διαμάχη
Η διαμάχη για τις τιμές της ενέργειας αποτελεί μόνο μία πτυχή των εντάσεων μεταξύ των δύο χωρών. Η Γαλλία και η Γερμανία βρέθηκαν αντιμέτωπες για βασικά στοιχεία της Πράσινης Συμφωνίας φέτος. Πρώτον, η Γερμανία ανέστειλε τους κανόνες που ουσιαστικά απαγορεύουν τα νέα οχήματα με κινητήρες εσωτερικής καύσης από το 2035 λόγω μιας εξαίρεσης για τα λεγόμενα ηλεκτρονικά καύσιμα. Στη συνέχεια, η Γαλλία πίεσε για μια παρόμοια εξαίρεση για την πυρηνική ενέργεια σε έναν νόμο για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.
Τώρα, η Γαλλία επιδιώκει να αποκτήσει πλεονέκτημα σε μια αναμόρφωση των κανόνων της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας της ΕΕ, προκειμένου να λάβει παράταση ζωής των γερασμένων και υπερχρεωμένων αντιδραστήρων της. Το σχέδιό της θα επέτρεπε ουσιαστικά στην κυβέρνηση να εξασφαλίσει μεγαλύτερη σταθερότητα για την ελεγχόμενη από το κράτος Electricite de France (EDF) και να αξιοποιήσει νέες πηγές χρηματοδότησης για να παρατείνει τη διάρκεια ζωής των αντιδραστήρων της.
Η γαλλική εταιρεία κοινής ωφέλειας έχει μεγάλη ανάγκη από κεφάλαια. Η EDF έχει δηλώσει ότι μπορεί να χρειαστεί να επενδύσει 25 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως για να παρατείνει τη λειτουργία 56 αντιδραστήρων που χρονολογούνται από τις δεκαετίες του 1980 και του ’90, να κατασκευάσει νέους, να προσθέσει αιολική και ηλιακή ισχύ και να αναβαθμίσει τα δίκτυα. Το πρόβλημα είναι ότι ο ενεργειακός γίγαντας είναι επιβαρυμένος με χρέος ύψους 65 δισεκατομμυρίων ευρώ.
Το Βερολίνο μπλοκάρει την πρωτοβουλία, καθώς η Γερμανία προσπαθεί να ανοικοδομήσει το δικό της ενεργειακό σύστημα μετά την κατάρρευση των ρωσικών προμηθειών φυσικού αερίου πέρυσι και την ολοκλήρωση της δεκαετούς προσπάθειας να κλείσει τους πυρηνικούς της αντιδραστήρες νωρίτερα φέτος. Η μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης ανησυχεί ότι η Γαλλία θα είναι σε θέση να τραβήξει προς τα κάτω τις τιμές ενέργειας στη Γερμανία, εάν ο προτεινόμενος κανονισμός του Παρισιού επιτρέψει στην EDF να πωλεί ενέργεια σε ασύμφορο κόστος.
«Το σημείο διαφωνίας είναι ότι η γαλλική ενεργειακή υποδομή είναι κρατική ιδιοκτησία», δήλωσε ο Γερμανός υπουργός Οικονομίας Ρόμπερτ Χάμπεκ σε εκδήλωση στο Ροστόκ. Απαντούσε στον Γάλλο ομόλογό του Bruno Le Maire, ο οποίος σε προηγούμενη δημόσια εμφάνισή του δήλωσε ότι η πυρηνική ενέργεια αποτελεί «κόκκινη γραμμή» για τη χώρα.
Χωρίς αξιόπιστη πρόσβαση σε οικονομικά προσιτή ενέργεια, η Γερμανία φοβάται ότι οι εταιρείες έντασης ενέργειας θα επενδύσουν αλλού και «θα χάσουμε αυτή τη βιομηχανική βάση», δήλωσε ο Χάμπεκ. «Το θέμα μου δεν είναι ότι η Γαλλία έχει πυρηνικά εργοστάσια- το θέμα μου είναι ότι ο φορέας εκμετάλλευσης των πυρηνικών εργοστασίων μπορεί να προσφέρει φθηνές τιμές κάτω από την αξία της αγοράς».
Κατά το Bloomberg, υπάρχει πράγματι λόγος ανησυχίας. Με το ενεργειακό κόστος της Γερμανίας να παραμένει υψηλό και την ασφάλεια του εφοδιασμού της να βρίσκεται υπό αμφισβήτηση, καθώς η χώρα εγκαταλείπει και τον άνθρακα, η Γαλλία έχει προσελκύσει σχεδόν 50% περισσότερα έργα άμεσων ξένων επενδύσεων από τη Γερμανία τα τελευταία δύο χρόνια.
Κρίση εμπιστοσύνης
Η εμπιστοσύνη στην ενεργειακή μετάβαση της Γερμανίας – η οποία περιλαμβάνει μια επικίνδυνη επέκταση προς το υδρογόνο – έχει πέσει κατακόρυφα μεταξύ των επιχειρήσεων της χώρας. Σχεδόν το ένα τρίτο των κατασκευαστών είτε σκέφτεται να μεταφέρει την παραγωγή στο εξωτερικό είτε βρίσκεται στη διαδικασία να το πράξει, σύμφωνα με έρευνα του Γερμανικού Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου. Και η Γαλλία είναι έτοιμη να τους προσελκύσει.
Ο μεγαλύτερος κατασκευαστής αλουμινίου της Γερμανίας, η Trimet, αναγκάστηκε να μειώσει την παραγωγή κατά τη διάρκεια της περσινής ενεργειακής κρίσης. Όμως η τύχη του χυτηρίου της στο Saint-Jean-de-Maurienne στη νοτιοανατολική Γαλλία άλλαξε αφού η EDF προσέφερε τον Ιούνιο στις γαλλικές δραστηριότητες της Trimet ένα νέο 10ετές συμβόλαιο προμήθειας κάτω από τις τρέχουσες τιμές της αγοράς. Η φθηνή πυρηνική ενέργεια της Γαλλίας επέτρεψε στην Trimet να προωθήσει τον «πράσινο μετασχηματισμό» της, δήλωσε τότε ο διευθύνων σύμβουλος Philipp Schlüter.
«Η βιομηχανική ανταγωνιστικότητα είναι ένα σημαντικό στοιχείο στη συζήτηση μεταξύ Γερμανίας και Γαλλίας», δήλωσε ο Kristian Ruby, γενικός γραμματέας της ευρωπαϊκής ένωσης του τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας Eurelectric. «Η Γερμανία αντιμετωπίζει το ζήτημα ότι η Γαλλία μπορεί να έχει φθηνότερη ηλεκτρική ενέργεια για πολλά χρόνια από την πυρηνική ενέργεια».
Σε μια προσπάθεια να απαντήσει, ο Χάμπεκ πρότεινε την προσωρινή επιδότηση των τιμών της βιομηχανικής ηλεκτρικής ενέργειας, αλλά αγωνίζεται να κερδίσει ευρεία υποστήριξη. Το σχέδιο ενέχει τον κίνδυνο να συνεχιστεί η κρατική στήριξη των αναποτελεσματικών παραγωγών και να επιβραδυνθεί η αναγκαία μετάβαση στην καθαρή ενέργεια, σύμφωνα με την Claudia Kemfert, εμπειρογνώμονα σε θέματα ενέργειας στο Γερμανικό Ινστιτούτο Οικονομικών Ερευνών στο Βερολίνο.
«Οι φιλοδοξίες της Γερμανίας για την επιδότηση της τιμής της ηλεκτρικής ενέργειας για τη βιομηχανία είναι εξίσου λανθασμένες με αυτές της Γαλλίας», δήλωσε. «Η Γερμανία και η Γαλλία θα πρέπει να συμφωνήσουν να επεκτείνουν μαζικά τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας πολύ γρήγορα».
«Τρίβουν τα χέρια τους» ΗΠΑ και Κίνα
Η πίεση αυξάνεται στο Παρίσι, καθώς ένας εγχώριος νόμος που υποχρεώνει την EDF να πωλεί μεγάλες ποσότητες ενέργειας με μεγάλη έκπτωση σε σχέση με τις τρέχουσες τιμές χονδρικής λήγει στο τέλος του 2025.
Ανώτερος σύμβουλος της γαλλικής κυβέρνησης υποστηρίζει ότι, σύμφωνα με τον νέο κανονισμό που θα πρέπει να παρουσιαστεί σύντομα, το μελλοντικό κόστος ηλεκτρικής ενέργειας στη Γαλλία θα καταλήξει να είναι κοντά σε εκείνο της Γερμανίας και ότι και τα δύο κράτη είναι πιθανό να συμφωνήσουν σε παρόμοιους στόχους τιμών ηλεκτρικής ενέργειας για τις βιομηχανίες τους.
Αλλά οι δύο χώρες βρίσκονται σε αντίθετους πόλους της ενεργειακής συζήτησης, γεγονός που καθιστά σχεδόν αδύνατη τη γεφύρωση των διαφορών. Ενώ η Γερμανία έχει κλείσει τους εναπομείναντες αντιδραστήρες της μετά από μια σύντομη παράταση για να βοηθήσει στην αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης, η Γαλλία βασίζεται στην πυρηνική ενέργεια για περίπου τα δύο τρίτα της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας. Όμως το σύστημα χρειάζεται επειγόντως αναβαθμίσεις, και μια σειρά από διακοπές ρεύματος – οι οποίες εκτίναξαν τις τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας στη Γαλλία σε επίπεδα ρεκόρ πέρυσι – υπογράμμισαν τον επείγοντα χαρακτήρα.
Σε κάθε περίπτωση, όπως σχολιάζει το οικονομικό πρακτορείο, καθώς η Γαλλία και η Γερμανία συνεχίζουν να τσακώνονται, ο χρόνος πιέζει για την επίτευξη συμφωνίας. Εάν η διαμάχη δεν επιλυθεί μέχρι το τέλος του τρέχοντος έτους, οι εκλογές για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο το επόμενο έτος θα μπορούσαν να ανακόψουν την πρόοδο για μήνες. Εν τω μεταξύ, άλλες βιομηχανικές δυνάμεις δεν μένουν στάσιμες. Όπως εξηγεί ο Henrik Ahlers, επικεφαλής της συμβουλευτικής εταιρείας EY στη Γερμανία, «η διαμάχη μεταξύ των δύο χωρών δεν είναι καλή για την Ευρώπη. Το μπλοκ θα έπρεπε μάλλον να είναι ενωμένο όσον αφορά τον ανταγωνισμό με την Κίνα και τις ΗΠΑ.»
ot.gr