Αγοράζει ένας πτηνοτρόφος ένα Κόκορα για το αγρόκτημα αλλά αυτός ήταν πολύ θερμός…
Δε σταματούσε να πηγαίνει με τις κότες. Μέρα-νύχτα τις κυνηγούσε ασταμάτητα ώσπου μετά από καμιά δεκαριά μέρες οι κότες άρχισαν να ψοφάνε.
Ο πτηνοτρόφος όταν κατάλαβε γιατί ψοφούσαν οι κότες πήγε να τον βγάλει από το αγρόκτημα αλλά όπως έσκυβε για να τον πιάσει κόντεψε να τον «βατέψει» και αυτόν οπότε τον άφησε.
Μετά από 2 μήνες είχαν ψοφήσει όλες οι κότες και είχε ξεκινήσει να κυνηγάει τις πάπιες.
Ο κόκορας «βάραγε» ασταμάτητα ώσπου μετά από 1 μήνα είχαν ψοφήσει όλες οι πάπιες.
Μετά ξεκίνησε με τις χήνες και αφού τις ξεπάστρεψε και αυτές έπιασε τις γάτες και τους σκύλους του αγροκτήματος.
Μια μέρα πάει ο πτηνοτρόφος στο αγρόκτημα και βλέπει τον κόκορα να χαροπαλεύει στο έδαφος και από πάνω να πετούν κυκλικά γύπες.
«Καλά να πάθεις, αυτό σου αξίζει… Εσύ με κατέστρεψες και τώρα θα σε φάνε ζωντανό οι γύπες…» του λέει αγανακτισμένος ο πτηνοτρόφος.
Οπότε ο κόκορας ανοίγει το ένα μάτι και του ψιθυρίζει:
«Καλά κάτσε να κατέβουν τα πιπίνια και θα δεις τι έχει να γίνει…»