Φτάνουν τρεις γυναίκες στην πύλη του παραδείσου και περιμένουν τον Άγιο Πέτρο να τους πει αν θα περάσουν μέσα.
Ρωτάει λοιπόν ο Άγιος την πρώτη:
«Εσύ ήσουν καλή κάτω στη γη, φερόσουν καλά στον άντρα σου;»
«Εγώ ήμουν πολύ καλή μαζί του απλά μια φορά σε μια στιγμή αδυναμίας τον απάτησα. Τον αγαπούσα όμως πολύ και δεν το ξανάκανα.»
«Αν είναι έτσι συγχωρείσαι! Πάρε το χρυσό κλειδί του παραδείσου.» της λέει ο Άγιος.
Ρωτάει την δεύτερη:
«Εσύ ήσουν καλή, φέρθηκες με σεβασμό στον άντρα σου;»
«Κι εγώ Άγιε μου ήμουν καλή με όλο τον κόσμο και τον άντρα μου, απλά δύο φορές παρασύρθηκα και τον απάτησα, όμως το μετάνιωνα αμέσως.»
«Καλά συγχωρείσαι κι εσύ αν είναι έτσι. Πάρε το αργυρό κλειδί του παραδείσου.»
Ρωτάει λοιπόν και την τελευταία:
«Εσύ ήσουν καλή με τον άντρα σου;»
«Εγώ Άγιε μου δεν τον αγάπησα ποτέ, τον ήθελα μόνο για την περιουσία του και την εξουσία που είχε. Τον απατούσα κάθε μέρα και με άλλον άντρα. Ήμουν μια σκέτη τσούλ@.»
Το σκέφτεται για λίγο ο Άγιος Πέτρος και της λέει:
«Καλά, συγχωρείσαι! Εσύ πάρε το κλειδί του δωματίου μου!»