Του Δημήτρη Κατσαγάνη
Στην “καραντίνα” των μειώσεων μπαίνουν από φέτος όσες συντάξεις ξεπερνάνε τα 600 ευρώ ανά μήνα. Η “καραντίνα” αυτή δεν είναι άλλη από τον επανυπολογισμό όλων των συντάξεων οι οποίες καταβάλλονται σήμερα.
Ο επανυπολογισμός των σημερινών συντάξεων ο οποίος θα γίνει με βάση τις διατάξεις του νέου Ασφαλιστικού (δηλαδή του νόμου Κατρούγκαλου), πρέπει να ξεκινήσει άμεσα και να έχει τελειώσει σε 9 μήνες από σήμερα.
Η σχετική διαδικασία θα “βγάλει” τις μισές συντάξεις –και συγκεκριμένα εκείνες που βρίσκονται πάνω από το επίπεδο των 600 ευρώ- μικρότερες από ό,τι είναι σήμερα.
Ωστόσο, ο νόμος Κατρούγκαλου δεν προβλέπει τη μείωσή τους σε ονομαστικό επίπεδο, δηλαδή δεν προβλέπει τη μείωση του ποσού που λαμβάνουν οι μισοί σημερινοί συνταξιούχοι. Εκείνο που προβλέπει ο σχετικός νόμος είναι ότι οι συντάξεις δεν θα αυξηθούν από το 2019 και, άρα, θα μειωθούν σε πραγματικούς όρους, δηλαδή σε όρους πραγματικού εισοδήματος (μιας και την ώρα που θα αυξάνεται ο πληθωρισμός, τα ποσά που θα παίρνουν οι μισοί συνταξιούχοι θα παραμένουν τα ίδια).
Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με τις προβολές τις οποίες έχουν κάνει αρμόδιες υπηρεσίες του Υπ. Εργασίας, μετά τον επανυπολογισμό όλων των σημερινών συντάξεων (πλην ΟΓΑ) βάσει των διατάξεων του νέου ασφαλιστικού νόμου Κατρούγκαλου, αναμένεται να προκύψει αρνητική “προσωπική” διαφορά για περίπου 1 εκατομμύριο κύριες συντάξεις οι οποίες βρίσκονται κατά μέσο όρο πάνω από τα 600 ευρώ/μήνα.
Με άλλα λόγια, μετά τον επανυπολογισμό τους, ο οποίος προβλέπεται να ολοκληρωθεί μέχρι το Σεπτέμβριο του 2017, το επίπεδο των μισών ήδη καταβαλλομένων και καταβλητέων συντάξεων κατά την 12/5/2016 (σ.σ. ημερομηνία έναρξης ισχύος νόμου Κατρούγκαλου) αναμένεται να καταστεί χαμηλότερο σε σχέση με το επίπεδο το οποίο είχαν οι συντάξεις αυτές πριν τον επανυπολογισμό τους.
Ο νόμος Κατρούγκαλου προβλέπει πως η αρνητική αυτή “προσωπική διαφορά” η οποία θα προκύψει μετά τον φετινό επανυπολογισμό των συντάξεων, θα διατηρηθεί και το 2018, αλλά από το 2019 θα συμψηφισθεί (προφανώς σταδιακά) με τις ονομαστικές αυξήσεις οι οποίες προβλέπονται εφόσον αυξηθεί το ΑΕΠ κατά το προηγούμενο έτος.
Τι σημαίνει αυτό; Αν για παράδειγμα (εντελώς τυχαίο), ένας συνταξιούχος παίρνει σήμερα κύρια σύνταξη 1.000 ευρώ και μετά τον επανυπολογισμό της το 2017 προκύπτει σύνταξη 900 ευρώ, τότε η αρνητική “προσωπική διαφορά” στη σύνταξη του ανέρχεται σε 100 ευρώ (1.000 ευρώ η σημερινή σύνταξη μείον 900 ευρώ η επανυπολογισθείσα).
Η “διαφορά” αυτή θα διατηρηθεί υπέρ του συνταξιούχου το 2017 και το 2018. Από το 2019, όμως, θα συμψηφίζεται (προφανώς σταδιακά) με τις ονομαστικές αυξήσεις που προβλέπει ο νόμος Κατρούγκαλου λόγω εφαρμογής της “ρήτρας ανάπτυξης” (σ.σ. αύξηση συντάξεων λόγω αύξησης του ΑΕΠ). Αν, λοιπόν, προβλεφθεί για το 2019 αύξηση πχ 1% στις συντάξεις ή 10 ευρώ/μήνα για τη σύνταξη του παραδείγματός μας, η αύξηση αυτή δεν θα δοθεί στο συγκεκριμένο συνταξιούχο. Έτσι η “προσωπική διαφορά” της σύνταξής του θα συμψηφισθεί κατά 1/10 (ή 10%) με την ονομαστική αύξηση που δεν έλαβε. Η διαδικασία αυτή του συμψηφισμού θα συνεχιστεί μέχρι να “αποσβεστεί” το 100% της “προσωπικής διαφοράς”.
Ήδη η έκθεση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, η οποία συνοδεύει το νόμο Κατρούγκαλου, προβλέπει πως από τη μη καταβολή των ονομαστικών αυξήσεων στις επανυπολογισθείσες κύριες συντάξεις με αρνητική “προσωπική διαφορά” θα προκύψει εξοικονόμηση 87 εκατ. ευρώ το 2019.
Η μη καταβολή των ονομαστικών αυξήσεων στις μισές κύριες συντάξεις ισοδυναμεί σε πραγματική μείωση. Και αυτό γιατί την ώρα κατά την οποία θα αυξάνεται ο πληθωρισμός (λόγω της αναμενόμενης αύξησης του ΑΕΠ), οι συντάξεις αυτές θα παραμένουν στο ίδιο επίπεδο, προκαλώντας μείωση του πραγματικού και, στην ουσία, διαθέσιμου εισοδήματος σε 1 εκατομμύριο περίπου συνταξιούχους.
Capital.gr