Για να θυμούνται οι παλιοί και να μαθαίνουν οι νεότεροι… (Μέρος 7ο )
Γράφει η Κατερίνα Αναγνωστοπούλου – Σωτηροπούλου
Το τραπέζι του γάμου -Η πρώτη νύχτα
Το Σάββατο το βράδυ γινόταν το τραπέζι της νύφης και την Κυριακή μεσημέρι ή βράδυ του γαμπρού. Το τραπέζι ήταν το επιστέγασμα όλων των προετοιμασιών, οι στιγμές ψυχαγωγίας μετά από πολλά τρεχάματα και σκοτούρες.
Ένα τραπέζι γάμου για να έχει επιτυχία ήθελε τεχνική και ¨μελέτη¨ ώστε να διατηρηθεί ¨ακμαίο¨ με κέφι και τραγούδι μέχρι το πρωί και να μη ¨σπάσει¨ ο κόσμος. Για να γίνουν λοιπόν όλα καλά, απαιτούνταν κάποιοι να είναι ¨κρασάδες¨ και κάποιοι άλλοι ¨τραγουδιστάδες¨. Και επειδή ¨ταλαντούχοι¨ υπήρχαν σχεδόν σ’ όλα τα σόγια, το θέμα είχε λυθεί εκ των προτέρων.
Η ¨μουσική κάλυψη¨ στους γάμους, όπως και στα πανηγύρια ήταν αποκλειστικότητα των παραδοσιακών μουσικών, των γύφτων, με τις γνωστές πίπιζες και το ταβούλι. Αργότερα χρησιμοποιήθηκε το γραμμόφωνο κι ακόμη πιο αργά το πικ-απ κλπ.
Το τραπέζι της νύφης
Το Σάββατο το βράδυ στο τραπέζι της νύφης ο πατέρας της σηκωνόταν όρθιος και ταυτόχρονα όλο το τραπέζι και έκανε το Σταυρό του, όπως και όλοι, ευχόμενος στην κόρη του και στους καλεσμένους του. Αυτό ήταν η αρχή για το φαγητό.
Αρχή απαιτούσε και το κρασί. Και γινόταν από κάποιον προεστό, που σήκωνε το ποτήρι προφέροντας το όνομα της νύφης και τις ευχές : ¨Να ζήσετε. Η ώρα η καλή. Στις χαρές σας οι ανύπαντροι!¨. Και από εκεί και πέρα το κρασί πινόταν ¨κατά βούληση¨ και οι ευχές προς τη νύφη συνεχείς και εγκάρδιες. Και το γλέντι συνεχιζόταν μέχρι αργά…
Το τραπέζι του γαμπρού
Το τραπέζι του γαμπρού γινόταν την Κυριακή μετά το γάμο. Ο παπάς ευλογούσε ¨την βρόσιν και την πόσιν¨, ύψωνε το ποτήρι του με το κρασί στην ευτυχία των νεονύμφων και το φαγοπότι άρχιζε. Αρνιά και κατσίκια σουβλιστά, πίτες και τυριά, μπακλαβάς και καρυδόπιτα και ό,τι μπορεί να φανταστεί κανείς, υπήρχε στο τραπέζι.
Μετά ξεκινούσε ο χορός. Η νύφη χόρευε πρώτη με το τραγούδι:
«Ωραία που είναι η νύφη μας, ωραία τα προικιά της
Ωραία κι η παρέα της, που κάνει τη χαρά της.
Ένα τραγούδι θα σας πω, απάνω στο λεμόνι
Να ζήσει η νύφη κι ο γαμπρός κι οι συμπεθέροι όλοι…
Μετά έμπαινε ο γαμπρός να σύρει το χορό, μετά ο κουμπάρος και μετά οι συγγενείς και όλοι οι καλεσμένοι.
Το ¨γενικό πρόσταγμα¨ για τραγούδι, προπόσεις (¨χαιρετητό¨) κ.λ.π. το είχε ο κουμπάρος! ¨Έλυνε και έδενε¨. Μετά την παρέλευση κάποιας ώρας οι μεγαλύτεροι άρχιζαν πρώτοι το τραγούδι. Το τραπέζι έπαιρνε φωτιά! Γύρω στις 12 το γλέντι είχε ανάψει για τα καλά και το τραπέζι ήταν ήδη χωρισμένο σε δύο παρέες. Η μια έπιανε το τραγούδι, η άλλη το επαναλάμβανε και το αντίθετο. Αργότερα, κατά τις 1 με 2 άρχιζαν οι ¨δύσκολες¨ ώρες! Το προχωρημένο της ώρας, το κρασί, η κούραση από τις εργασίες της ημέρας άρχιζαν να κάνουν την εμφάνισή τους. Δεν έπρεπε όμως να πέσει ο ρυθμός. Άλλωστε έπρεπε να ξημερωθεί το τραπέζι, να βγει ο ήλιος και αυτοί να τραγουδούν. Τότε άρχιζαν από τους προεστούς τραγούδια ¨θορύβου¨. Άρχιζε το ¨σταυρωτό¨ που συνοδευόταν από ένα φοβερό πιρουνοπιατοθόρυβο (όλοι χτυπούσαν το πιρούνι τους ή το μαχαίρι στο πιάτο, συνοδεύοντας εκείνους που έπιναν ¨σταυρωτά¨ το κρασί τους και σχηματιζόταν ο αριθμός 8).
Ο θόρυβος ξύπναγε τα γλαριασμένα μάτια και η συμμετοχή γινόταν και πάλι μεγάλη. Για να κρατηθεί δε αυτό το ¨ξύπνημα¨ ακολουθούσε ένα ακόμη έθιμο- ¨τέχνασμα¨ του τραπεζιού: το ¨χαιρετητό¨ ή αλλιώς ¨το σήκωμα της κούπας¨: Ένας στενός συγγενής έπαιρνε ένα πιάτο και τοποθετούσε τρία ή πέντε ποτήρια, τα γέμιζε κρασί και σηκωνόταν όρθιος. Μ’ ένα νεύμα σταματούσε το τραγούδι και η κουβέντα στο τραπέζι. Γνώριζαν όλοι τί θα επακολουθήσει. Και ήταν σεβαστό. Ήταν η στιγμή των προπόσεων. Αυτός λοιπόν σηκώνοντας το πρώτο ποτήρι έλεγε: «Το παρόν ποτήρι το πίνω στην υγεία της νύφης και του γαμπρού. Τους εύχομαι η ώρα η καλή» και το έπινε, ενώ όλοι οι άλλοι με τα πιρούνια και τα πιάτα έκαναν πάλι το σχετικό θόρυβο.
Σηκώνοντας το δεύτερο ποτήρι, έλεγε: ¨Το δεύτερο ποτηράκι το πίνω στην υγεία του ….και της ….(των γονιών) και τους εύχομαι να ζήσουν τα παιδιά τους και στις χαρές των υπολοίπων παιδιών τους¨. Και πάλι θόρυβος.
Σηκώνοντας και το τρίτο – εδώ ήταν και το επίμαχο σημείο – έλεγε: ¨Το τρίτο ποτηράκι το πίνω στην υγεία της παρέας και τους εύχομαι ό,τι επιθυμεί ο καθένας¨. Και πριν το πιεί, συμπλήρωνε : ¨Και εσένα αγαπητέ …καλώς να σ’ εύρω¨. Και όριζε τον επόμενο που θα έπινε τα τρία ποτήρια! Και δεν ήταν ορισμός απλός αλλά προσταγή, νόμος! Γέμιζε λοιπόν τα ποτήρια με κρασί και του τα πήγαινε.
Αυτός που λάβαινε τα ποτήρια, τον καλωσόριζε και τον ευχαριστούσε. Είχε δε βαριές υποχρεώσεις στη συνέχεια. Πρώτον, πριν να κάνει τις προπόσεις, έπρεπε να πει αυτός μόνος ή με την παρέα του ένα τραγούδι. Δεύτερον, να μη ξεχάσει πίνοντας το τρίτο ποτήρι να βρει τον επόμενο. Αν ξεχνούσε, έπινε άλλα τρία ποτήρια σαν τιμωρία! Οι προπόσεις ήταν σχεδόν οι ίδιες. Αρχίζοντας δε ο καθένας ¨υπενθύμιζε¨ την ¨εντολή¨ και τον ¨διατάσσοντα¨! ¨Κατά διαταγή του …το πρώτο ποτηράκι… κλπ.
Όταν άρχιζε το ¨χαιρετητό¨ στα ¨ποτήρια¨, συγκαταλεγόταν και ένα στην υγεία του μάγειρα. Η ¨κουτάλα¨ του μάγειρα, προς το τέλος του τραπεζιού, γινόταν συμβολικά αντικείμενο ¨πλειστηριασμού¨. Σε ποιό σπίτι, μετά από αυτόν το γάμο, θα πήγαινε! Ποιό σπίτι θα τον καλούσε να μαγειρέψει, δηλαδή πού θα γίνονταν νέος γάμος. Γι αυτό, οι νέοι φώναζαν. ¨Ας έρθει σε μένα¨, ¨Όχι, ας έρθει σε μένα! Καλώς να’ ρθει!¨
Και το φαγοπότι, τα τραγούδια και ο χορός συνεχίζονταν μέχρι το πρωί.
[[{“type”:”media”,”view_mode”:”media_original”,”fid”:”141748″,”attributes”:{“alt”:””,”class”:”media-image”,”height”:”722″,”typeof”:”foaf:Image”,”width”:”1024″}}]]
Η πρώτη νύχτα γάμου!
Μετά από κάποια ώρα ο κουμπάρος σήκωνε το ζευγάρι από το τραπέζι και το έστελνε στην κάμαρά του, με την ευχή του παπά και των γονέων για καλούς απογόνους!
Το γλέντι έξω συνεχιζόταν μέχρι την στιγμή που έβγαινε ο γαμπρός στο μπαλκόνι και έριχνε μια τουφεκιά, σημάδι ότι όλα πήγαν καλά με τη νύφη. Αυτό περίμεναν οι καλεσμένοι. Έπεφταν τουφεκιές, έσπαγαν πιάτα και το γλέντι γινόταν τρικούβερτο. Σε μερικά χωριά μάλιστα τα πειστήρια για την αγνότητα της νύφης τα έφερνε και τα επιδείκνυε όλο χαρά η ίδια η πεθερά της, βγάζοντας στο μπαλκόνι τα σεντόνια που κοιμήθηκε το ζευγάρι για να δει ο κόσμος ότι η νύφη της ήταν παρθένα και ο γαμπρός «ικανός»! (Άγνωστο πόσα κοκόρια είχαν κατά καιρούς πέσει από το μαχαίρι του γαμπρού για χάρη του σεντονιού…)
Αν η νύφη ήταν «χαλασμένη» υπήρχε κίνδυνος να τη γυρίσουν στους γονείς της το ίδιο βράδυ. Κάποιες φορές το θέμα μπορούσε να διευθετηθεί, αν ο πατέρας της νύφης είχε να δώσει και άλλη προίκα, ώστε να αντισταθμίσει το κουσούρι.
Όλη αυτή η διαδικασία αποτελούσε τρομερή δοκιμασία για όλους:
Το ζευγάρι είχε τρομερό στρες, αφού ήξερε ότι το ενδιαφέρον όλων ήταν στραμμένο επάνω του.
Ο γαμπρός, ο οποίος πολλές φορές ήταν άβγαλτος, είχε πολύ άγχος, γιατί καθώς ήταν κουρασμένος από την ένταση των ημερών και πιεσμένος ψυχολογικά, ήταν ενδεχόμενο να αποτύχει εκείνη τη βραδιά!
Η μητέρα του γαμπρού ήταν όλο αγωνία για το αν η νύφη ήταν «εντάξει», κυρίως για τα σχόλια του κόσμου!
Όσον αφορά τη μάνα της νύφης, δεν την έπαιρνε ύπνος μέχρι να μάθει τα καλά χαμπέρια, ότι πήγαν δηλαδή όλα καλά!
Το γλέντι, πάντως, συνεχιζόταν έως το πρωί!
[[{“type”:”media”,”view_mode”:”media_original”,”fid”:”141749″,”attributes”:{“alt”:””,”class”:”media-image”,”height”:”841″,”typeof”:”foaf:Image”,”width”:”1277″}}]]