Για να θυμούνται οι παλιοί και να μαθαίνουν οι νεότεροι…
Ο παραδοσιακός γάμος (Μέρος 1ο)
της Κατερίνας Αναγνωστοπούλου – Σωτηροπούλου
Στα παλιά τα χρόνια, που οι κοινωνίες ήταν πολύ κλειστές, οι περισσότεροι γάμοι γίνονταν μεταξύ συγχωριανών, σύμφωνα με την παροιμία «παπούτσι από τον τόπο σου κι ας είναι μπαλωμένο». Φυσικά οι γάμοι γίνονταν με προξενιό. Την επιλογή συντρόφου έκαναν συνήθως οι γονείς, ενώ τα δύο υποψήφια άτομα παρέμεναν, στις περισσότερες περιπτώσεις, αμέτοχα στην όλη διαδικασία. Μάλιστα δεν ήταν λίγες οι φορές που ο γαμπρός έβλεπε τη νύφη για πρώτη φορά στην εκκλησία.
Το προξενιό
Το προξενιό ή συμπεθεριό γινόταν από καλοπροαίρετους συγγενείς ή φίλους που ήθελαν να κάνουν καλό. Μερικές φορές πήγαινε και κάποιος προξενητής, µε το αζημίωτο βέβαια.
Στα προξενιά μέσα στο χωριό δεν χρειάζονταν πολλά λόγια, γιατί όλοι γνώριζαν τα πάντα για τους υποψήφιους συζύγους: τα οικονομικά, τα οικογενειακά, τα προσόντα, ακόμα και τα κουσούρια τους. Έτσι το «ναι» ή το «όχι» ήταν εκ των προτέρων γνωστό.
Αν το προξενιό γίνονταν από άλλο χωριό, τότε την πρόταση συνόδευαν και τα προσόντα της νύφης: αν είναι από καλό σόι, όμορφη, σεβαστική, νοικοκυρά, δουλευταρού, χρυσοχέρα, αν είχε προίκα, ρουχισμό, χωράφια κλπ.
Σε κάθε περίπτωση ο γάμος περνούσε από τον προξενητή, ακόμη και αν ο νέος είχε διαλέξει την καλή του. Δεν μπορούσε να πάει ο ίδιος να την ζητήσει απ’ τους γονείς της. Ο προξενητής, αφού ενημερωνόταν στο τί να πει και τί να ζητήσει για προίκα, μετέφερε την πρόταση γάμου από το μέρος του άντρα προς το μέρος της γυναίκας και ποτέ αντίθετα! Οι γονείς της κοπέλας, ακούγοντας το λόγο της επίσκεψης έλεγαν «ευχαριστούμε για την τιμή».
Το παζάρεµα για την προίκα ήταν δουλειά που χρειαζόταν καπατσοσύνη από τον προξενητή και πολλές φορές ένας γάμος εξαρτιόταν από την ικανότητά του να «διαπραγματευτεί» με επιτυχία την προίκα, την ηλικία κλπ. Ο πατέρας του γαμπρού προσπαθούσε να πάρει όσα πιο πολλά μπορούσε, για να αυξήσει το βιός του και για να μπορέσει να δώσει και αυτός προίκα, αν είχε κόρη. Ο πατέρας της νύφης προσπαθούσε να δώσει όσα λιγότερα μπορούσε, όταν μάλιστα είχε και άλλες κοπέλες για παντρειά.
Ο προξενητής, όταν τα κατάφερνε, επέστρεφε στο γαμπρό για να μεταφέρει ότι «έγινε δεκτό».
Υπήρχαν περιπτώσεις που το προξενιό γίνονταν με αντιπροσώπους, αν ο γαμπρός βρίσκονταν στο εξωτερικό (κυρίως στην Αμερική) και την υποψήφια νύφη την ενέκριναν οι αντιπρόσωποι. Το υποψήφιο ζευγάρι θα γνωρίζονταν από φωτογραφίες. Το κορίτσι θα ταξίδευε στο εξωτερικό και θα παντρεύονταν με έναν άνθρωπο που θα συναντούσε εκεί για πρώτη φορά!
Τα «ιδώματα»
Στην περίπτωση που οι δύο νέοι δεν γνώριζαν ο ένας τον άλλον και πριν δώσουν οι συμπέθεροι τα χέρια, προηγούνταν τα “ιδώματα”, η συνάντηση δηλαδή γαμπρού και νύφης για να γνωριστούν. Ορίζονταν η μέρα επίσκεψης – γνωριμίας μελλονύμφων, πεθερικών και κοντινών συγγενών, στο σπίτι της μέλλουσας νύφης ή σε συγγενικό σπίτι. Εκεί λοιπόν έβλεπε ο ένας τον άλλον, που “έντεχνα” τους άφηναν μερικά λεπτά μόνους. Η υποψήφια νύφη θα παρουσιάζονταν κρατώντας το δίσκο με τα κεράσματα και όλοι θα είχαν τα μάτια πάνω της. Αμέσως έβγαινε το συμπέρασμα: καλή, πολύ καλή… Εκεί έπαιρναν τη μεγάλη απόφαση, η οποία όμως μεταφερόταν όχι εκείνη τη στιγμή αλλά την επομένη, για λόγους τυπικούς, είτε ήταν ¨ναι¨ είτε ¨όχι¨ και πάντα μέσω του προξενητή.
Τα ¨ιδώματα¨ δεν ήταν απαραίτητα στην περίπτωση δύο συγχωριανών. Έτσι μετά το «είμαστε δεκτοί», ο συμπεθεροκόπος έκλεινε το ραντεβού για τα ¨τελειώματα¨. Μεταξύ όμως του ¨είμαστε δεκτοί¨ και ¨τελειωμάτων¨ μεσολαβούσε κάτι άλλο πολύ σημαντικό: Η σύνταξη του προικοσύμφωνου!
Προικοσύμφωνο
Στο προικοσύμφωνο γραφόταν η προίκα της νύφης, στην οποία δεν ήταν απαραίτητο το σπίτι. Η νύφη πήγαινε στο σπίτι του γαμπρού. Ήταν υποτιμητικό να πάει κάποιος σώγαμπρος στο σπίτι της νύφης. Η σύνταξη του προικοσύμφωνου γινόταν σ’ ένα πρόχειρο χαρτί, όπως τα ιδιωτικά συμφωνητικά, αλλά η δύναμή του ήταν τεράστια. Το τί θα έπαιρνε ο γαμπρός δε γραφόταν πουθενά. Το προικοσύμφωνο ήταν «νόμος» που τηρείτο με ευλάβεια και ίσχυε στα χωριά μέχρι και τη δεκαετία του ’60.
Αρκετά συμπεθεριά είχαν διαλυθεί για έναν «τέντζερη» ή ένα «κακάβι», που δεν έγινε δεκτό να γραφτεί στο προικοσύμφωνο ή που γράφτηκε και δεν δόθηκε!
Τύπος προικοσύμφωνου
Εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, ημείς ο …………… και η …………προκειμένου να υπανδρεύσομεν τη θυγατέρα μας ……………….. με τον …………………………., της δίδουμε ως προίκα:
Ακίνητα: ένα χωράφι ποτιστικό στον κάμπο και ένα αμπέλι.
[[{“type”:”media”,”view_mode”:”media_original”,”fid”:”141482″,”attributes”:{“alt”:””,”class”:”media-image”,”height”:”960″,”typeof”:”foaf:Image”,”width”:”781″}}]]
Κινητά:
3 βελέντζες,
5 κιλίµια,
4 μπατανίες,
4 μακριές μαξιλαροθήκες,
20 οργιές αλατζά,
4 μπαουλόπανα,
1 κουβέρτα,
10 σεντόνια σκούρα,
12 πετσέτες προσώπου,
5 τραπεζομάντιλα,
3 φουστάνια,
6 χερομάντιλα,
5 τσεμπέρια,
40 φασκιά για τα καλορίζικα,
40 πήχες βρακοζώνα και μετά το θάνατο του παππού μας άλλη τόση,
6 εσώβρακα παστρικά, ατρύπητα και ολόγερα,
3 σακιά για άλεσμα,
2 ζεύγη παπούτσια, το ένα μπαλωμένο,
1 σκούφια του γαμβρού να την φορή βραδιά παρά βραδιά δια να μην τρυπήση
2 τσουκάλια,
1 φτυάρι του φούρνου,
1 σκαφίδι,
1 μεγάλο καζάνι,
3 τεντζερέδια,
2 μπαούλα,
1 σιδεροστιά,
1 βαρέλια για νερό,
1 βαρέλα,
1 σεντούκι
2 τηγάνια.
1 ντουζίνα πιάτα,
1 ντουζίνα μαχαίρια,
1 ντουζίνα πιρούνια,
1 ντουζίνα κουτάλια,
6 κουταλάκια του γλυκού,
6 φλιτζάνια του καφέ.
Ζωντανά της δίνω 40 πρόβατα και 2 γίδες.
Με την ευχή μας
Ο πατέρας και η μητέρα
(Συνεχίζεται)