Τους τελευταίους μήνες στην χώρα μας έχει έρθει έντονα στην επικαιρότητα η κουβέντα για την ονοματολογία της ΠΓΔΜ. Έχουν ακουστεί πολλά από ξένους παράγοντες, από την Κυβέρνηση αλλά και από κάποιους «θερμοκέφαλους» που προσπαθούν να καλλιεργήσουν τον αλυτρωτισμό στην χώρα μας.
Να δούμε αρχικά πως είναι η κατάσταση σήμερα στα Βαλκάνια και ότι δεν είναι καθόλου τυχαία η χρονική περίοδο που αναζωπυρώθηκε το ζήτημα της ονοματολογίας.
Στα Βαλκάνια ανταγωνίζονται μεταξύ τους οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις για το ποιος θα πουλήσει τα εξοπλιστικά του προγράμματα, ποιος θα εξασφαλίσει στρατιωτικά στηρίγματα με αντίστοιχες βάσεις και αναπτυγμένη στρατιωτική συνεργασία. Γι’ αυτό οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ ενισχύουν τις βάσεις τους στη Βουλγαρία, στη Ρουμανία, στην ΠΓΔΜ, στην Αλβανία, στο Κόσσοβο και την Ελλάδα φυσικά. Στα σχέδιά τους ιεραρχούν την ένταξη των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων στην ιμπεριαλιστική συμμαχία του ΝΑΤΟ. Κι αφού η Αλβανία και το Μαυροβούνιο είναι ήδη μέλη του ΝΑΤΟ και η Βοσνία – Ερζεγοβίνη ετοιμάζεται να περάσει το κατώφλι του, μοναδική εκκρεμότητα παραμένει η ΠΓΔΜ. Το εμπόδιο για να ανοίξει ο δρόμος για την ένταξη στο ΝΑΤΟ τον Ιούλη είναι το όνομα της γειτονικής χώρας.
Γι’ αυτό σαν ΚΚΕ επιμένουμε ότι η ονοματολογία αποπροσανατολίζει, κρύβει τους πραγματικούς κινδύνους για τους λαούς, που είναι οι σχεδιασμοί των ιμπεριαλιστών, των ΗΠΑ, του ΝΑΤΟ, της ΕΕ. Γι’ αυτό επιμένουμε ότι εγγύηση για πραγματική λύση είναι να μην ενταχθεί η ΠΓΔΜ στο ΝΑΤΟ, γιατί η ένταξη στο ΝΑΤΟ είναι παράγοντας ανασφάλειας, παραπέρα αποσταθεροποίησης, πολεμικών εμπλοκών και προβλημάτων. Απόδειξη σε όλα αυτά είναι η στάση του ΝΑΤΟ στην σύλληψη των δύο Ελλήνων στρατιωτικών από την Τουρκία.
Το ΚΚΕ, από το 1992, όταν τέθηκε το ζήτημα της ονομασίας του γειτονικού κράτους, μετά τη διάλυση και το διαμελισμό της πρώην ενιαίας Γιουγκοσλαβίας, τοποθετήθηκε στο ζήτημα αυτό από θέσεις αρχών, με στόχο την προώθηση της φιλίας και αλληλεγγύης των λαών ενάντια στα σχέδια των ιμπεριαλιστών και την αλλαγή συνόρων στην περιοχή. Στήριξε τις θέσεις του πάνω στο αδιαμφισβήτητο γεγονός πως η Μακεδονία είναι ένας ευρύς γεωγραφικός χώρος και μετά τη λήξη του Β’ Βαλκανικού Πολέμου και την υπογραφή της Συνθήκης του Βουκουρεστίου, το 1913, η Ελλάδα πήρε 51,57%, η Σερβία 38,32% και η Βουλγαρία 10,11%. Είναι μια μεγάλη γεωγραφική περιφέρεια, που δεν ανήκει αποκλειστικά στην Ελλάδα, αλλά έχει μοιραστεί μεταξύ βαλκανικών χωρών.
Σε αυτή την ευρύτερη γεωγραφική περιφέρεια της Μακεδονίας μιλούσαν ελληνικά, αλβανικά, σλαβική διάλεκτο, εβραϊκά, αρμένικα, τουρκικά κ.ά. και κανένα στοιχείο δεν μπορεί να τεκμηριώσει πως μέσα σε αυτό το μωσαϊκό υπήρξε ή υπάρχει ξεχωριστή διαμορφωμένη ενιαία “μακεδονική” γλώσσα. Το ίδιο ισχύει για τη θέση περί “μακεδονικού” έθνους. Η θέση αυτή δεν πατάει στην πραγματικότητα γιατί δεν πληροί στην ενότητά τους τα κριτήρια που τονίζουν πώς το έθνος, ως ιστορικά διαμορφωμένη σταθερή κοινότητα ανθρώπων, εμφανίστηκε πάνω στη βάση της κοινότητας της γλώσσας, του εδάφους, της οικονομικής ζωής και της ψυχοσύνθεσης που εκδηλώνεται στην κοινότητα του πολιτισμού.
Το κυριότερο δεν είναι το θέμα της ονομασίας, αλλά η διασφάλιση των σχέσεων ειρηνικής συνεργασίας και ανάπτυξης σχέσεων καλής γειτονίας, διασφάλισης του απαραβίαστου των συνόρων των δύο χωρών, αποφυγή κάθε αλυτρωτικής προπαγάνδας, καθώς και ενεργειών που δυσκολεύουν την προσέγγιση και τη συνεργασία των δύο κρατών.
Από αυτήν την άποψη, αν περιλαμβάνεται στο όνομα της γειτονικής χώρας ο όρος “Μακεδονία” ή και κάποιο από τα παράγωγά του, θα πρέπει να έχει αυστηρά γεωγραφικό προσδιορισμό, ώστε να μη δίνεται “λαβή” για να ανακινούνται διεκδικήσεις. Απ’ αυτή τη σκοπιά επιμένουμε ότι πραγματική λύση σημαίνει εγγυήσεις για εξάλειψη του αλυτρωτισμού, του εθνικισμού, των διεκδικήσεων, εξασφάλιση του απαραβίαστου των συνόρων. Κι αυτό σημαίνει αλλαγές τώρα στο Σύνταγμα της ΠΓΔΜ και όχι στο απώτερο μέλλον. Σημαίνει ότι η όποια σύνθετη ονομασία πρέπει να ορίζεται με αυστηρό γεωγραφικό προσδιορισμό.
Δεν έχουμε όμως μόνο προβλήματα αλυτρωτισμού από τους γείτονές μας. Έχουμε και από κάποιους «θερμοκέφαλους» της ελληνικής πλευράς. Ένα τμήμα της εγχώριας αστικής τάξης καλλιεργεί τον αλυτρωτισμό στη χώρα μας, εγείρει ζητήματα διεκδικήσεων σε βάρος εδαφών γειτονικών κρατών, με τα γνωστά εθνικιστικά συνθήματα στα συλλαλητήρια. Όσοι δεν το συνειδητοποιούν αυτό και παρασύρονται από συναισθηματισμό προσφέρουν κάκιστη υπηρεσία στην Ελλάδα, στα εθνικά μας συμφέροντα, από τη σκοπιά του ελληνικού λαού και των σκληρών ηρωικών αγώνων του. Για να σκεφτούν καλύτερα και πιο βαθιά, μακριά από συνθήματα και επικίνδυνη πατριδοκαπηλία, τι ακριβώς εννοούν με τις θέσεις που προβάλλουν; Ότι πρέπει να καταγγελθεί η Συνθήκη του Βουκουρεστίου και να εγερθεί θέμα διεκδικήσεων εκ μέρους της Ελλάδας, για τα δήθεν “αλύτρωτα” εδάφη της αρχαίας Μακεδονίας; Θέλουν δηλαδή τα παιδιά τους να πάνε να ΠΟΛΕΜΗΣΟΥΝ για να διεκδικήσουν εδάφη άλλων κρατών; Κάθε λαϊκός άνθρωπος, λοιπόν, που δηλώνει πατριώτης και δεν ανέχεται αλυτρωτικές βλέψεις σε βάρος της Ελλάδας, δεν επιτρέπεται ο ίδιος, ακόμα και άθελά του, να διακατέχεται από αντίστοιχες βλέψεις σε βάρος άλλων γειτονικών λαών.
Το ΚΚΕ το έχει ξεκαθαρίσει. Δεν πρόκειται να ψηφίσει στη Βουλή καμιά συμφωνία με τα Σκόπια, του κ. Τσίπρα με τον Ζάεφ. Γιατί αυτή η συμφωνία θα γίνεται για να ενταχθεί τον Ιούλη η ΠΓΔΜ στο ΝΑΤΟ, έχει τη σφραγίδα του ΝΑΤΟ και της ΕΕ. Γιατί, αυτή η συμφωνία δεν θα βάζει τέλος στην αλυτρωτική προπαγάνδα, στην αμοιβαία αναγνώριση του απαραβίαστου των συνόρων, της εδαφικής ακεραιότητας της κυριαρχίας των δύο χωρών, τις απαραίτητες αλλαγές στο Σύνταγμα της γειτονικής χώρας.