Σε μειωμένη προκαταβολή του φόρου του 2021 κατά ποσοστό της τάξεως του 30% μπορούν να προσβλέπουν οι επιχειρήσεις που σχεδιάζουν επενδύσεις, εφόσον εγκριθεί η κυβερνητική πρόταση για την αξιοποίηση των επιστροφών των κερδών των ευρωπαϊκών κεντρικών τραπεζών από ελληνικά ομόλογα (SMPs και ΑNFAs) για επενδυτικούς σκοπούς.
Την πρόταση παρέδωσε ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας εγγράφως, την περασμένη εβδομάδα, στους εκπροσώπους των θεσμών, που βρίσκονταν στην Αθήνα για την 5η μεταμνημονιακή αξιολόγηση. Ηταν το επόμενο βήμα, μετά την απόφαση του Eurogroup της 4ης Δεκεμβρίου 2019, που ζητούσε να διερευνηθεί η δυνατότητα να χρησιμοποιηθούν τα SMPs και ΑNFAs για επενδύσεις, αντί για την εξόφληση χρέους, όπως γινόταν έως τώρα.
Σύμφωνα με πληροφορίες, η κυβερνητική πρόταση προβλέπει ότι τα 4,2 δισ. ευρώ των SMPs και ANFAs, που απομένουν να επιστραφούν στη χώρα έως το 2022, θα ήταν σκόπιμο να μοιραστούν περίπου ισόποσα μεταξύ δημοσίων και ιδιωτικών επενδύσεων. Αυτό σημαίνει ότι περίπου 2 δισ. ευρώ θα μπορέσουν να κατευθυνθούν για τη στήριξη ιδιωτικών επενδύσεων. Ο τρόπος που σκέφθηκε η κυβέρνηση να το κάνει, όπως περιγράφεται στην πρόταση που υπέβαλε, είναι μέσω της χορήγησης φορολογικών κινήτρων, με κυριότερο τη μείωση της προκαταβολής φόρου επί των κερδών. Η σημαντική αυτή ελάφρυνση θα δίνεται μόνο στις επιχειρήσεις που κάνουν επενδύσεις. Σημειώνεται ότι το 2019 είχε μειωθεί κατά 5% η προκαταβολή του φόρου, αλλά για όλες τις επιχειρήσεις. Στην προκειμένη περίπτωση θα είναι ένα καθαρά επενδυτικό κίνητρο.
Τα υπόλοιπα περίπου 2 δισ. ευρώ προορίζονται για τις δημόσιες επενδύσεις, για συμπράξεις δημοσίων και ιδιωτικών επενδύσεων και για έναν μηχανισμό «ωρίμανσης δημοσίων επενδύσεων», όπως ονομάζεται. Επί της ουσίας θα χρηματοδοτούνται τεχνικές μελέτες για να μπορέσουν να προχωρήσουν δημόσια έργα που σήμερα καθυστερούν. Η έλλειψη επαρκών ώριμων δημοσίων έργων ήταν, άλλωστε, εξαρχής ένα από τα προβλήματα που εντόπιζαν οι θεσμοί στην αλλαγή της χρήσης των πόρων των SMPs και ΑΝFAs.
Η κυβερνητική πρόταση περιλαμβάνει, τέλος, και κάποιες προτάσεις μεγάλων δημοσίων έργων προς χρηματοδότηση, όπως ο Βόρειος Οδικός Αξονας Κρήτης, καθώς και κάποια ψηφιακά έργα.
Η απόφαση, σύμφωνα με όσα έχουν διαμηνύσει οι θεσμοί, ελπίζεται να ληφθεί στο Eurogroup του Ιουνίου, στο οποίο αναμένεται να αποφασισθεί και η εκταμίευση της επόμενης δόσης των SMPs και ANFAs, 650 εκατ. ευρώ, εφόσον βεβαίως είναι θετική η επόμενη, 6η μεταμνημονιακή αξιολόγηση του Απριλίου – Μαΐου. Μια αξιολόγηση, την έκβαση της οποίας –όπως όλα δείχνουν– θα κρίνει σε μεγάλο βαθμό η συμφωνία με τους θεσμούς πάνω σε ένα νέο πτωχευτικό δίκαιο για τους ιδιώτες και η κατάργηση της προστασίας της πρώτης κατοικίας, όπως προβλέπεται σήμερα, από 1ης Μαΐου. Με άλλα λόγια, θα είναι μια δύσκολη αξιολόγηση, από την οποία θα κριθούν πολλά.
Η αλλαγή του προορισμού των SMPs και ANFAs από το «μαξιλάρι ρευστότητας» για εξόφληση του χρέους στις επενδύσεις είναι ένα από τα μέτωπα στα οποία διαπραγματεύεται η κυβέρνηση για να εξασφαλίσει πρόσθετο δημοσιονομικό χώρο, προκειμένου να εφαρμόσει τις φοροελαφρύνσεις και τις παροχές που προγραμματίζει.
Το καλό σενάριο που έχει στο μυαλό της η κυβέρνηση περιλαμβάνει ως άλλη βασική πρόσθετη πηγή δημοσιονομικού χώρου τη μείωση του στόχου των πρωτογενών πλεονασμάτων, από το 3,5% του ΑΕΠ, ιδανικά στο 2% του ΑΕΠ και πιο ρεαλιστικά στο 2,5% του ΑΕΠ για το 2021 και το 2022. Για τα δύο αυτά χρόνια, αυτό μεταφράζεται σε 4 δισ. ευρώ περίπου.
Υπάρχουν όμως και σενάρια για ακόμη μικρότερη μείωση και βεβαίως ένα ακόμη ισχυρό σενάριο για μη αποδοχή του ελληνικού αιτήματος. Πρωταγωνιστής –αλλά όχι μόνος εκφραστής– της αρνητικής αυτής στάσης είναι, σύμφωνα με πληροφορίες, η Γερμανία, με τα επιχειρήματα ότι δεν έχει νόημα να διεκδικεί η Ελλάδα κάτι τέτοιο, από τη στιγμή που η οικονομία της πάει καλά, αλλά και γιατί δεν θα μπορέσει εύκολα να περάσει την αλλαγή από το Κοινοβούλιό της.
Κυβερνητικές πηγές αποφεύγουν να κάνουν πρόβλεψη για την έκβαση του αιτήματος και ποντάρουν, όπως λένε, στην οικοδόμηση εμπιστοσύνης μεταξύ των δύο πλευρών τους προσεχείς μήνες. Η συνεπής εκτέλεση του προϋπολογισμού, η συνέχιση της εφαρμογής των μεταρρυθμίσεων και μια καλή ανάλυση που θα δείχνει βελτίωση της βιωσιμότητας του χρέους (DSA) θα συμβάλουν σε αυτή την κατεύθυνση τους επόμενους μήνες, ελπίζει η κυβέρνηση.
Μετά το πρώτο εξάμηνο του έτους τοποθετείται, εξάλλου, σύμφωνα με την ίδια κυβερνητική πηγή, η απόφαση των θεσμών για τη χρησιμοποίηση του πιθανού δημοσιονομικού χώρου του 2020 για τη μείωση της εισφοράς αλληλεγγύης και του ΕΝΦΙΑ. Το οικονομικό επιτελείο ευελπιστεί να έχει τα στοιχεία που θα στηρίζουν το αίτημα νωρίτερα, τον Απρίλιο.
Δύο ακόμη πηγές δυνητικού πρόσθετου δημοσιονομικού χώρου είναι η δυνατότητα μεταφοράς των υπερπλεονασμάτων –εφόσον υπάρχουν– από έτος σε έτος και η αφαίρεση από τις δαπάνες του προϋπολογισμού αυτών που έγιναν για την αντιμετώπιση των αυξημένων μεταναστευτικών ροών, περίπου 200 εκατ. ευρώ. Για τα δύο αυτά αιτήματα –ή το ένα από αυτά– η κυβέρνηση ευελπιστεί ότι μπορεί να έχει μια θετική απόφαση στο Eurogroup του Μαρτίου.
Έντυπη