Σημαντικό μνημείο διεθνούς φήμης στην κοιλάδα του Ευρώτα, είναι ο θολωτός τάφος του Βαφειού που ανεσκάφη το 1889 από τον αρχαιολόγο Χρήστο Τσούντα. Χρονολογείται στην πρώιμη μυκηναϊκή εποχή και στο εσωτερικό του βρέθηκαν σπουδαία ταφικά ευρήματα: όπλα, σφραγιδόλιθοι δαχτυλίδια, περόνες, αγγεία αλλά και τα δύο περίφημα χρυσά κύπελλα με σκηνές κυνηγιού ταύρων σκηνές κυνηγιού ταύρων με δύο τρόπους. Στο ένα, η σύλληψη γίνεται με δίχτυα κατασκευασμένα από σχοινί ενώ στο άλλο, ο ταύρος πιάνεται στο πόδι από μία θηλιά καθώς ερωτοτροπεί με το ταίρι του. Τα κύπελλα εκτίθενται στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, χρονολογούνται στα μέσα της 2ης χιλιετίας π.Χ και θεωρούνται από τις σημαντικότερες αρχαιολογικές ανακαλύψεις στην ελληνική γη.
Εκτός από τα δύο αυτά πολύ γνωστά ευρήματα, στο δάπεδο του τάφου βρέθηκαν σφραγιδόλιθοι, δύο χρυσά δαχτυλίδια, χρυσές και αργυρές περόνες, πολεμικά όπλα, εγχειρίδια, αργυρά και χρυσά αγγεία.
Ο τάφος αποδίδεται στον λεγόμενο Πρίγκηπα του Βαφειού, που ανταλλάσσοντας το περίφημο μάρμαρο της περιοχής (Lapis Lacedaemonius), είχε δημιουργήσει μία πλουσιότατη συλλογή με πολυτελή αντικείμενα.
Πρόκειται για τον μεγαλύτερο μυκηναϊκό τάφο που έχει αποκαλυφθεί μέχρι σήμερα στη Λακωνία. Στον θάλαμό του, που έχει διάμετρο 10,2 μέτρα, οδηγεί δρόμος μήκους 29,8 μέτρων και πλάτους 3,18 έως 3,45. Από τις αρχές του 19ου αι. μέχρι σήμερα, ο τάφος κεντρίζει διαρκώς το ενδιαφέρον της επιστημονικής κοινότητας κι έχει αποτελέσει αντικείμενο πολλών αρχαιολογικών μελετών.