Κείμενο – φωτογραφίες: Ηρώ Κουνάδη
«Λάδωνα, ε; Και πού ακριβώς είναι;». Το πρώτο αντικείμενο που βρίσκω μπροστά μου επιφορτίζεται να εκτελεί χρέη Πελοποννήσου. Ας πούμε ότι εδώ είναι τα Καλάβρυτα, κι εδώ η Ολυμπία, ωραία; Ο Λάδωνας είναι κάπου εδώ. «Αχαΐα είναι εκεί;». Είναι ακριβώς επάνω στα σύνορα, από εδώ είναι Αρκαδία, από εκεί Αχαΐα. «Έλα ρε, φτάνει τόσο κάτω η Αρκαδία;».
Στην ελληνική μυθολογία, ο Λάδωνας (Λάδων) ήταν ο δράκος που φύλαγε τα χρυσά «Μήλα των Εσπερίδων» στο δένδρο της ζωής, μαζί με τις Εσπερίδες. Αναφέρεται συνήθως ως δράκοντας ή όφις, χωρίς το ιδιαίτερο όνομά του. Το όνομα «Λάδων» προέρχεται όπως φαίνεται από το όνομα του ομώνυμου ποταμού).
Το καλό με τα μέρη που λίγοι έχουν ακουστά, κι ακόμα λιγότεροι έχουν επισκεφθεί, είναι ότι σε κάνουν να αισθάνεσαι προνομιούχος: η ομορφιά τους είναι ανέγγιχτη από την επέλαση του κακώς εννοούμενου «τουρισμού», και άγνωστη στον υπόλοιπο κόσμο –ή τουλάχιστον έτσι μοιάζει εκείνη τη στιγμή, καθώς περιπλανιέσαι μόνος σου στην όχθη μιας λίμνης, ή εκεί που οδηγείς ανάμεσα σε κοπάδια αιγοπρόβατα και οι τσοπάνηδες κοντοστέκονται για να σε χαιρετίσουν, και να ρωτήσουν από πού είσαι, και πώς βρέθηκες εκεί, και πού μένεις τα βράδια.
Το λιγότερο καλό με τα μέρη που λίγοι έχουν ακουστά είναι αυτό που συμβαίνει νωρίς το απόγευμα, την πρώτη φορά που ακούς το στομάχι σου να γουργουρίζει και προσέχεις τον δείκτη της βενζίνης που βρίσκεται σε όχι-καλό-σημείο, και συνειδητοποιείς πως δεν έχεις περάσει έξω από κανένα ταβερνάκι τις τελευταίες ώρες, ούτε έχει πάρει το μάτι σου κανένα βενζινάδικο. Μέχρι να σου πει ένας κρεοπώλης ότι «μην ανησυχείς, ο τάδε δεν κλείνει ποτέ, εδώ παρακάτω είναι, μετά το κέντρο υγείας, και ψήνει κάτι κρέατα να γλείφεις τα δάχτυλά σου». Και να αισθανθείς προνομιούχος ξανά.
Στις όχθες του ποταμού
Ελάχιστα χιλιόμετρα από το μεγαλύτερο χωριό της περιοχής, τη Δάφνη, η Σμίξη είναι ένα από τα ωραιότερα σημεία του Λάδωνα. Εδώ ακριβώς ήταν που, σύμφωνα με τον θρύλο, ο Δίας μεταμόρφωσε σε δάφνη την… Δάφνη, μια νύμφη που προσπαθούσε να αποφύγει τις ερωτικές διαθέσεις του Απόλλωνα. Κι εδώ επίσης ήταν που ο Πάνας ερωτεύτηκε τη Σύριγγα, που η Δήμητρα κολυμπούσε στα νερά του ποταμού και η Άρτεμις κυνηγούσε στις όχθες του. Στο σημείο αυτό, το γεμάτο ιστορίες, η Eco Action έχει στήσει τα ξύλινα σπιτάκια της, όπου οργανώνει δραστηριότητες όπως rafting και κανό στο ποτάμι, και σερβίρει καφέδες και σνακ στην όχθη του Λάδωνα.
Από εδώ ξεκινά και η απολαυστικότερη, ίσως, διαδρομή –που μπορείτε να κάνετε είτε οδηγώντας, είτε… ποδηλατώντας– η οποία ελίσσεται σχεδόν παράλληλα με το ποτάμι, μέσα από ειδυλλιακά φυσικά τοπία όλο καταπράσινες βουνοπλαγιές και χρυσοκόκκινες φυλλωσιές, που διακόπτονται μόνο από ένα-δυο ημιεγκαταλελειμμένα χωριουδάκια με πέτρινα σπίτια και μαρμάρινες κρήνες. Μετά από ένα απολαυστικό εικοσάλεπτο οδήγησης, η διαδρομή καταλήγει στο χωριό Μουριά, απ’ όπου αντικρίζεις για πρώτη φορά το φαντασμαγορικό θέαμα της λίμνης.
Η Λίμνη του Λάδωνα
Μέχρι τα μέσα του προηγούμενου αιώνα, η Λίμνη του Λάδωνα δεν υπήρχε. Το αλπικό τοπίο της, με τα ακίνητα, καταγάλανα νερά που καθρεφτίζουν τις καταπράσινες πλαγιές του Αφροδισίου, σχηματίστηκε το 1956, όταν κατασκευάστηκε εδώ το υδροηλεκτρικό φράγμα της ΔΕΗ. Η εντυπωσιακή κατασκευή, ύψους 50 μέτρων, στην άκρη της λίμνης, είναι σήμερα επισκέψιμη: οδηγείτε παραλιακά στη λίμνη, ακολουθώντας τις σχετικές πινακίδες που σας οδηγούν στην σιδερένια πύλη, και χτυπάτε το κουδούνι –αν η προσπάθεια αποβεί άκαρπη την πρώτη φορά επιμείνετε λίγο, ο φύλακας δεν είναι ακριβώς αυτό που θα λέγαμε ενθουσιώδης με τους επισκέπτες.
Η πρασινογάλαζη επιφάνεια της λίμνης εκτείνεται σε μήκος δεκαπέντε χιλιομέτρων, κάνοντας αλλεπάλληλα ζιγκ-ζαγκ ανάμεσα στις βουνοπλαγιές που βουτούν απαλά στα νερά της. Το καλύτερο σημείο για να ξοδέψετε μερικές ώρες χαζεύοντας την θέα είναι με διαφορά τα τραπεζάκια του εντελώς sui generis café Λαδωνίδα, στο χωριό Πουρναριά, που απλώνονται σε μια πράσινη έκταση, αμφιθεατρικά πάνω από τη λίμνη.
Η στάθμη της λίμνης μεταβάλλεται ανάλογα με την εποχή του χρόνου τόσο που στο μέγιστο πλάτος της –γεμάτη δηλαδή– μπορεί να φτάσει το 1,5 χιλιόμετρο, ενώ στο ελάχιστο δεν ξεπερνά τα 75 μέτρα. Οι μεγάλες χωμάτινες επιφάνειες που βλέπετε στις φθινοπωρινές μας φωτογραφίες καλύπτονται εξολοκλήρου από νερό τον χειμώνα.
Εντυπωσιακή λεπτομέρεια αυτού του φαινομένου είναι το… γεφύρι που εξαφανίζεται. Στην αντίθετη από εκείνη του φράγματος άκρη της λίμνης, το κτισμένο τον 13ο αιώνα τοξωτό Γεφύρι της Κυράς φαίνεται παράξενο με την πρώτη ματιά γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο: Το «γυμνό» του χρώμα και η λεία επιφάνεια είναι αποτέλεσμα του ότι για έξι περίπου μήνες τον χρόνο είναι βυθισμένο στα τέσσερα μέτρα κάτω από την επιφάνεια του νερού. Το καλοκαίρι, όταν οι βροχές σταματούν και τα χιόνια παύουν να φουσκώνουν το ποτάμι, αναδύεται σαν καινούριο (ή σχεδόν…) μέσα από το νερό.
Δίπλα του, είναι κτισμένη η καινούρια γέφυρα του Λάδωνα –ιδανικό σημείο για τους επίδοξους φωτογράφους του μικρού γεφυριού– κι ακόμα πιο δίπλα οι παρατηρητικότεροι εξ υμών θα προσέξετε ένα… βιομηχανικό κειμήλιο: την τροχαλία με τη βοήθεια της οποίας περνούσαν παλαιότερα τον Λάδωνα αυτοκίνητα και εμπορεύματα.
(Tip: Αν συνεχίσετε ευθεία στον (βατό) χωματόδρομο μετά την γέφυρα, μετά από οκτώ περίπου χιλιόμετρα ο δρόμος θα σας βγάλει στα ορεινά χωριά της Αρκαδίας, Μυγδαλιά και Βαλτεσινίκο, απ’ όπου θα συνεχίσετε για Βυτίνα. Όπερ μεθερμηνευόμενο, είναι καλή ιδέα να αφήσετε την επίσκεψη στο Γεφύρι για την ημέρα του γυρισμού, αφού θα έχετε απολαύσει τις διαδρομές και τα τοπία του Λάδωνα)
Τρία… παραποτάμια χωριά
Ακριβώς επειδή το φυσικό του τοπίο, οι φαντασμαγορικές διαδρομές του και οι δραστηριότητες μέσα και πλάι στα νερά του (βλέπε παρακάτω) κλέβουν την παράσταση, πιθανότατα δεν έχετε ακούσει πολλά για τα χωριά του Λάδωνα. Γεγονός που τα αδικεί, γιατί είναι στο σύνολό τους πανέμορφα, αλλά ταυτόχρονα τα προστατεύει από την άλωση των resort και των spa. Αν και στις διαδρομές θα ανακαλύψετε πολλά, μικρά και μεγαλύτερα, τρία από τα ομορφότερα παραποτάμια χωριά, που αξίζουν οπωσδήποτε μια στάση είναι (με σειρά υποκειμενικής προτίμησης) τα εξής:
Η Κοντοβάζαινα: Εντυπωσιακή ήδη από την είσοδό της, με την παραμυθένια ρεματιά, το πέτρινο τοξωτό γεφύρι και τις κρήνες της, η Κοντοβάζαινα είναι κατά την ταπεινή μας άποψη το ομορφότερο χωριό του Λάδωνα. Αμφιθεατρικά κτισμένη σε μια κατάφυτη πλαγιά του Αφροδισίου, κερδίζει τις εντυπώσεις ήδη από την πρώτη στιγμή που την αντικρίζεις. Οι δύο γειτονιές της, τις οποίες χωρίζουν τα νερά του ποταμού που κυλά ανάμεσά τους, είναι ιδανικές για ατελείωτες περιπλανήσεις, ανάμεσα σε χαμηλά σπιτάκια, λουλουδιασμένες αυλές και χαμηλά, πέτρινα τειχάκια. Πιάστε τραπεζάκι στο café Νερόμυλος, για καφεδάκι, επιτραπέζια και γλυκό του κουταλιού με θέα στον παλιό νερόμυλο και το ποτάμι.
Η Δήμητρα: Φωλιασμένη σε μια καταπράσινη βουνοπλαγιά, σε υψόμετρο 700 μέτρων, η Δήμητρα, με τα πετρόχτιστα σπιτάκια της που σκεπάζονται από κόκκινες κεραμιδοσκεπές, πήρε το όνομά της από το ιερό της Ελευσίνιας Δήμητρας, ελάχιστα ερείπια του οποίου σώζονται σήμερα. Στην πλακόστρωτη πλατεία του Αγίου Νικολάου, με τον γιγάντιο πλάτανο που αυτή την εποχή πλημμυρίζει τη γειτονιά με χρυσοκίτρινα φύλλα, απλώνουν τα τραπεζάκια τους τα παραδοσιακά καφενεία και το «Στέκι το Μερακλή», με τα φημισμένα μεζεδάκια του.
Η Δάφνη: Παλαιότερα λεγόταν Στρέζοβα, και είναι το μοναδικό εκ των τριών χωριών που ανήκει στην Αχαΐα, και όχι στην Αρκαδία. Ένα όμορφο κεφαλοχώρι εξακοσίων κατοίκων, με πέτρινα σπίτια, ξύλινα μπαλκονάκια, και θολωτές πέτρινες βρύσες διάσπαρτες στα δρομάκια του.
in2life.gr