Όταν μιλάμε για τον τουρισμό, αναφερόμαστε σ’ έναν από τους
σημαντικότερους πυλώνες που συμβάλλει στην ανάπτυξη της ελληνικής
οικονομίας. Ειδικά για την Ηλεία, μαζί με τον πρωτογενή τομέα
στηρίζουν την τοπική οικονομία μας.
Επομένως, λόγω των ειδικών συνθηκών που αντιμετωπίζουμε,
απαιτείται σχεδιασμός και υλοποίηση ενός ασφαλούς και στοχευμένου
πλάνου για τον τουρισμό.
Ενός πλάνου που θα αποτελεί εχέγγυο της επανέναρξης της τουριστικής
δραστηριότητας, διασφαλίζοντας παράλληλα τη βιωσιμότητα των
τουριστικών επιχειρήσεων και τη διατήρηση των θέσεων εργασίας.
Υπάρχει αυτή τη στιγμή ένα τέτοιο σχέδιο, το οποίο μπορεί να μας κάνει
να αισιοδοξούμε για βιώσιμη και ασφαλή επανεκκίνηση του κλάδου
του τουρισμού; Δυστυχώς, διαπιστώνουμε ότι δεν υπάρχει.
Εξάλλου, μόνο τυχαίο δε μπορεί να χαρακτηριστεί το γεγονός ότι οι
ΗΠΑ ανακοίνωσαν ταξιδιωτική απαγόρευση προς τη χώρα μας, ενώ και
η Αγγλία μας έχει «εκτός» πράσινης λίστας, στερώντας σημαντικό
ποσοστό της τουριστικής αγοράς. Χαρακτηριστικό, δε, είναι το κλίμα
αβεβαιότητας, όπως αυτό εκφράζεται από τους εκπροσώπους του
κλάδου.
Κομβικής σημασίας απαιτήσεις, όπως είναι η υγειονομική θωράκιση και
τα υγειονομικά πρωτόκολλα, ο εμβολιασμός των εργαζομένων στον
τουρισμό και στην εστίαση, η στήριξη των επιχειρηματιών και των
εργαζομένων του τουριστικού κλάδου, δεν έχουν ικανοποιηθεί.
Πώς, λοιπόν, θα ανοίξει ο τουρισμός την επόμενη εβδομάδα; Με ποια
προοπτική; Αναμφισβήτητα το άνοιγμα είναι απαραίτητο. Όμως, με
πανηγυρικές φιέστες και ευχολόγια, δεν μπορεί να επανεκκινήσει
ομαλά και λειτουργικά η τουριστική δραστηριότητα.
Το ζήσαμε το 2020, μια χρονιά που εξελίχθηκε πολύ αρνητικά για τον
τουρισμό μας. Στην Ηλεία το ζήσαμε ιδιαίτερα έντονα και ειδικά σε
τουριστικούς προορισμούς, όπως η Ολυμπία και το Κατάκολο.
Διαπιστώσαμε ότι το δυσμενές πλαίσιο που είχε δημιουργηθεί εξαιτίας
της υγειονομικής και οικονομικής κρίσης, επιβαρύνθηκε έτι περαιτέρω
από τις παλινωδίες, την ασυνεννοησία και την προχειρότητα στην
περσινή προσπάθεια επανεκκίνησης του τουρισμού.
Το αποτέλεσμα ήταν η τεράστια μείωση στις αφίξεις και στον τζίρο των
επιχειρήσεων, ενώ και ο ντόπιος πληθυσμός δεν προστατεύθηκε. Αντί,
λοιπόν, οι αρμόδιοι να διδαχθούν από τα λάθη και τις παραλείψεις
τους, συνεχίζουν τους πειραματισμούς.
Από την πρώτη στιγμή ο ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. πρότεινε και συνεχίζει να το κάνει,
μέτρα που έχουν ως στόχο να συμβάλουν στην ομαλή επανεκκίνηση
του κλάδου, όπως:
Επιτάχυνση της διαδικασίας εμβολιασμού στους εργαζόμενους
στον τουρισμό,
εκτεταμένη και επαναλαμβανόμενη διενέργεια
συνταγογραφημένων διαγνωστικών τεστ στους χώρους εργασίας,
οικονομική στήριξη του συνόλου των επιχειρήσεων και των
εργαζομένων.
Δυστυχώς, όμως, διαπιστώνουμε ότι η κυβέρνηση αρνείται να
χορηγήσει ρευστότητα στο σύνολο του κλάδου. Η στήριξή της είναι
επιλεκτική και αφορά τη μειοψηφία των επιχειρήσεων.
Επίσης, αρνείται να ρυθμίσει το χρέος της πανδημίας με κούρεμα και
μέρους της κύριας οφειλής. Αρνείται και την εφαρμογή ουσιαστικών
έκτακτων και μόνιμων μέτρων μείωσης της φορολογίας και την
επιδότηση του εσωτερικού τουρισμού.
Παράλληλα, πρέπει να επισημάνουμε, ότι τουριστική ανάπτυξη και
υποδομές είναι αλληλένδετες.
Δυστυχώς, στην Ηλεία, ό,τι ξεκίνησε να υλοποιείται ή δρομολογήθηκε
στον τομέα των υποδομών, τα τελευταία δύο χρόνια έχει ακυρωθεί ή
ανασταλεί. Χαρακτηριστικά παραδείγματα:
Ο αυτοκινητόδρομος «Πάτρα-Πύργος», που εγκρίθηκε και
χρηματοδοτήθηκε από την Ε.Ε., ξεκίνησε να κατασκευάζεται και
τον σταμάτησαν,
η επαναλειτουργία του σιδηρόδρομου στην Ηλεία, που έχει
αναβληθεί επ’ αόριστον,
ο οδικός άξονας Ολυμπίας-Βυτίνας-Τρίπολης, που ενώ υπήρξαν
μελέτες και δέσμευση οικονομικών κονδυλίων για την
κατασκευή του, δεν υπάρχει κάποια εξέλιξη.
Η εμπιστοσύνη και η ασφάλεια, είναι απαραίτητες προϋποθέσεις για να
μπορέσει η χώρα μας και κατά συνέπεια ο νομός Ηλείας να είναι
ελκυστικός τουριστικός προορισμός για τους ανθρώπους που θα
θελήσουν να μας επιλέξουν.
Πρέπει να γίνει πλήρως κατανοητό ότι η υγειονομικά ασφαλής
επανέναρξη των τουριστικών δραστηριοτήτων και η στήριξη των
επιχειρήσεων και των εργαζομένων συνδέονται άμεσα και ουσιαστικά
με την επανεκκίνηση της οικονομίας της χώρας.
Η προσοχή και το ενδιαφέρον για τον κλάδο πρέπει να αποδεικνύεται
με αποτελεσματικές πράξεις και πρωτοβουλίες, όχι με πρόχειρες και
ατελέσφορες εξαγγελίες.