Τα νέα περιοριστικά μέτρα που ανακοίνωσε η κυβέρνηση έρχονται να
σφίξουν ακόμα περισσότερο τη θηλιά στις ήδη επιβαρυμένες
επιχειρήσεις της εστίασης και του λιανεμπορίου.
Δεν έφτανε που εδώ και ενάμιση χρόνο η αγορά έχει κυριολεκτικά
γονατίσει από τις οικονομικές επιπτώσεις της πανδημίας.
Δεν έφτανε που τα μέτρα στήριξης και ενίσχυσης από πλευράς
πολιτείας των πληττόμενων κλάδων υπήρξαν ανεπαρκή έως μηδαμινά.
Τώρα, οι κυβερνώντες προχωρούν σε νέα μέτρα που αναμένεται να
οδηγήσουν όχι μόνο σε ακόμα μεγαλύτερη απώλεια τζίρου στην
εστίαση και στο λιανεμπόριο, αλλά προσθέτουν επιπλέον βάρη στις
πλάτες επαγγελματιών και επιχειρηματιών, που επιβαρύνονται και με
τη διενέργεια ελέγχων, τους οποίους οφείλει να πραγματοποιεί το ίδιο
το κράτος.
Παράλληλα, με τις πρακτικές της, η κυβέρνηση δημιουργεί συνθήκες
αθέμιτου ανταγωνισμού, με θύματα τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις
λιανεμπορίου, καθώς τα μέτρα αυτά δεν είναι ενιαία για το σύνολο της
αγοράς.
Την ίδια στιγμή, η ακρίβεια και το τεράστιο κύμα ανατιμήσεων στην
ενέργεια, στις πρώτες ύλες και στα μεταφορικά κόστη εκτοξεύουν το
κόστος λειτουργίας των επιχειρήσεων, δυσχεραίνοντας ακόμα
περισσότερο την ήδη δραματική κατάσταση.
Δυστυχώς και για το μέλλον οι κυβερνητικές επιλογές δεν αφήνουν
περιθώρια αισιοδοξίας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ο αποκλεισμός
των μικρομεσαίων επιχειρήσεων από το σχεδιασμό και τη
χρηματοδότηση του Ταμείου Ανάκαμψης, από το οποίο η κυβέρνηση
δίνει τη μερίδα του λέοντος στα μεγάλα οικονομικά συμφέροντα.
Οι κυβερνητικές παλινωδίες κοστίζουν πολύ ακριβά. Η επιλεκτική
επιβολή μέτρων σε κλάδους που αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της
οικονομίας, βρίσκεται πέραν κάθε λογικής. Πως είναι δυνατόν να υπάρχουν συνεχώς απαιτήσεις και να εξαντλείται η αυστηρότητα σε ορισμένους κλάδους και την ίδια στιγμή π.χ. να επικρατεί ακραίος
συνωστισμός στα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς;
Αυτή την ανεπάρκεια και ανευθυνότητα, κατέδειξε με την υπεύθυνη
στάση της η Εκκλησία με την απόφαση της Ιεράς Συνόδου περί
πραγματοποίησης διαγνωστικού έλεγχου στους χώρους λατρείας,
εκθέτοντας την κυβέρνηση και τις επιλογές της.
Δυστυχώς, η εστίαση και το λιανεμπόριο γίνονται ξανά επιλεκτικός
στόχος αυτής της κυβέρνησης. Με αφορμή αυτές τις ανησυχητικές
εξελίξεις, Βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ καταθέσαμε ερώτηση προς τον
αρμόδιο Υπουργό Ανάπτυξης και Επενδύσεων, καλώντας τον να
απαντήσει:
Σε ποιες ενέργειες προτίθεται να προβεί προκειμένου να
στηριχθούν οι ήδη επιβαρυμένες μικρομεσαίες επιχειρήσεις σε
εστίαση και λιανεμπόριο;
Ποιες πρωτοβουλίες προτίθεται να αναλάβει για την
καταπολέμηση του αθέμιτου ανταγωνισμού που δημιουργείται
από τη μη ενιαία εφαρμογή περιοριστικών μέτρων μεταξύ
ανταγωνιστικών επιχειρήσεων;
Οι ανακοινώσεις των φορέων του λιανεμπορίου και της εστίασης είναι
χαρακτηριστικές του κλίματος που επικρατεί στους κλάδους, μην
αφήνοντας περιθώριο παρερμηνειών. Κάνουν λόγο για ραγδαία μείωση
της αγοραστικής κίνησης και του τζίρου τους. Προειδοποιούν για τη μη
βιώσιμη λειτουργία των καταστημάτων τους, ζητώντας διαρκώς άμεση στήριξη και ενίσχυση.
Δυστυχώς, τα χτυπήματα για όλους αυτούς τους ανθρώπους που
παλεύουν για το μεροκάματο, προσπαθώντας με νύχια και με δόντια να
κρατήσουν τις επιχειρήσεις τους ανοικτές, είναι απανωτά. Πρώτα η
κυβέρνηση τους οδήγησε σε οικονομική ασφυξία, με τον αποκλεισμό
τους από χρηματοδοτήσεις και τον τραπεζικό δανεισμό, χωρίς
ουσιαστική και αποτελεσματική στήριξη.
Τώρα, λαμβάνει επιπλέον μέτρα που πλήττουν το εισόδημά τους και προσθέτουν περισσότερα
βάρη. Είναι πλέον σαφές ότι η κυβερνητική πλειοψηφία αδιαφορεί και το μόνο που έχουν να περιμένουν εστίαση και λιανεμπόριο από μέρους της, είναι εγκατάλειψη και λουκέτα.