Αργά το βράδυ της Παρασκευής κατέθεσε η Κυβέρνηση στη Βουλή το
σχέδιο νόμου του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων,
που τιτλοφορείται «Ασφαλιστική μεταρρύθμιση για τη νέα γενιά».
Η Κυβέρνηση αποφασίζει να προχωρήσει ακάθεκτη προς την υλοποίηση
ακόμη μιας ακραίας στόχευσής της. Την ιδιωτικοποίηση της
επικουρικής ασφάλισης. Έρχεται, λοιπόν, να παίξει στον τζόγο των
χρηματιστηρίων τις εισφορές των εργαζομένων και να θέσει σε κίνδυνο
τις συντάξεις των σημερινών και μελλοντικών συνταξιούχων.
Είναι διεθνώς διαπιστωμένο ότι η επιβολή του νέου συστήματος θα
δημιουργήσει τεράστια κόστη, κινδύνους και στρεβλώσεις.
Το τεράστιο κόστος μετάβασης, που η αναλογιστική μελέτη δείχνει ότι
θα ανέλθει από 58 έως 77 δις ευρώ και η υπέρογκη δημοσιονομική
δαπάνη του «ατομικού κουμπαρά», όπως αρέσκεται να χαρακτηρίζει το
νέο σύστημα η Κυβέρνηση, προκάλεσε την αντίδραση ακόμα και των
θεσμών.
Αυτοί παραμέρισαν το τρικ που προσπάθησε να εμφανίσει η
Κυβέρνηση με τη δήθεν ανάπτυξη του 3,5 έως 4% για τα επόμενα
χρόνια και της ζήτησαν να καλύψει το κόστος που θα έχει η
ριψοκίνδυνη αυτή απόφαση με μείωση συντάξεων και αύξηση
φορολογίας.
Προς το παρόν, το κυβερνητικό επιτελείο προβλέπει την κάλυψη της
δαπάνης μετάβασης στο νέο σύστημα και την απομείωση των πόρων
του Κλάδου Επικουρικής Ασφάλισης του e-ΕΦΚΑ από ασφαλιστικές
εισφορές με την επιχορήγηση από τον κρατικό προϋπολογισμό.
Τι σημαίνουν όλα αυτά; Ότι όλοι οι φορολογούμενοι πολίτες θα
κληθούν να πληρώσουν τις ξεπερασμένες, αποτυχημένες και εν τέλει
επικίνδυνες πολιτικές της Κυβέρνησης και στο ασφαλιστικό σύστημα.
Δυστυχώς, τα άσχημα δε σταματούν εδώ. Όταν η σημερινή κυβέρνηση
κατάργησε την 13 η σύνταξη που δόθηκε με το ν. 4611/2019 από την
κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, προέβλεψε, εγγραφή δαπάνης 0,5% του ΑΕΠ στον
κοινωνικό προϋπολογισμό, για να δοθεί ως κοινωνικό μέρισμα στους χαμηλοσυνταξιούχους.
Τώρα, λοιπόν, αυτό το ποσό θα χρηματοδοτήσει
τον «ατομικό κουμπαρά» που οραματίζεται ο Υπουργός κ. Χατζηδάκης,
ο Υφυπουργός κ. Τσακλόγλου και η Κυβέρνηση συνολικά.
Οι χαμηλοσυνταξιούχοι και γενικά οι αδύναμοι συμπολίτες μας
βλέπουν να εξαφανίζεται το κοινωνικό μέρισμα που τόσο πολύ είχαν
ανάγκη. Οι κυβερνώντες, λοιπόν, προτίθενται να κόψουν 900 εκατ.
ευρώ το χρόνο από τους φτωχούς συμπολίτες και τους
χαμηλοσυνταξιούχους για να καλύψουν την τρύπα που θα
δημιουργηθεί από την απώλεια των εισφορών. Από εδώ και πέρα το
ποσό αυτό θα χρηματοδοτεί ουσιαστικά τα golden boys που θα
τζογάρουν τις ασφαλιστικές εισφορές στα χρηματιστήρια!
Τόσο μεγάλος είναι ο κίνδυνος της απώλειας εισφορών και συντάξεων
που ο Υπουργός σπεύδει να προστατεύσει τα μέλη του Ταμείου που
φτιάχνει. Στο άρθρο 19 του σχεδίου νόμου αναφέρεται ότι δεν υπέχουν
αστική ευθύνη τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου. Τι
σημαίνει αυτό; Ότι οι ασφαλισμένοι δε θα μπορούν να ζητήσουν
αποζημίωση για την απώλεια των εισφορών τους από κανέναν.
Ασφαλώς, πρόκειται για προκλητική ασυλία που σπεύδει να
παραχωρήσει η Κυβέρνηση προς τους ανθρώπους που θα αποφασίζουν
που θα τοποθετηθούν οι εισφορές των εργαζομένων.
Η Κυβέρνηση εξακολουθεί να επιμένει ότι πρέπει να γίνουν αλλαγές στο
ασφαλιστικό, γιατί τα ταμεία συνεχώς αδειάζουν λόγω του
δημογραφικού προβλήματος.
Όμως, η ίδια δεν ήταν που πριν από 1,5 χρόνο, με τον ν. 4670/2020,
έφερε στη Βουλή αναλογιστική μελέτη, που αποδείκνυε ότι ο e-ΕΦΚΑ
ήταν βιώσιμος; Δεν ήταν ο τότε Υπουργός Εργασίας και Κοινωνικών
Υποθέσεων κ. Βρούτσης που δήλωνε ότι έλυσε το ζήτημα του
ασφαλιστικού μια για πάντα; Ότι έλαβε σχετική έγκριση από την ΕΕ,
που επιβεβαίωνε τη βιωσιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος έως το
2070;
Επομένως, οφείλει η Κυβέρνηση να απαντήσει τι τελικά ισχύει. Είχε
λύσει ο κ. Βρούτσης το ασφαλιστικό ή όχι; Και αν το είχε λύσει, τότε
γιατί ο νυν Υπουργός κ. Χατζηδάκης προχωρά ξανά σε αλλαγές;
Ο κ. Χατζηδάκης, ο κ. Τσακλόγλου και η Κυβέρνηση συνολικά δεν
απαντούν στις επίμονες ερωτήσεις μας γιατί επιδιώκουν λυσσαλέα να
εφαρμόσουν το κεφαλαιοποιητικό σύστημα, όταν αυτό απέτυχε στις
περισσότερες χώρες ανά τον κόσμο που εφαρμόστηκε.
Δεν απαντούν γιατί αποφασίζουν να προχωρήσουν σε μια τόσο επικίνδυνη επιλογή
μέσα σε συνθήκες πανδημίας και οικονομικής συρρίκνωσης. Αυτοί δεν
απαντούν, αλλά θα τους απαντήσουν οι ασφαλισμένοι και οι
συνταξιούχοι με δυναμικό τρόπο.