Ανάσα στους οφειλέτες της εφορίας δίνει η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ) που θα επιστρέψει -υπό προϋποθέσεις- χρήματα που έχει κατασχέσει έναντι ληξιπρόθεσμων οφειλών.
Πρόκειται για τις περιπτώσεις όπου η τράπεζα -για λογαριασμό της εφορίας- έχει δεσμεύσει ή κατασχέσει μεγαλύτερο ποσό από αυτό που αρκεί για να εξοφληθεί το χρέος. Μέχρι σήμερα τα επιπλέον χρήματα που είχαν κατασχεθεί έμεναν στο ταμείο της εφορίας προκειμένου να συμψηφιστούν με βεβαιωμένους φόρους ακόμα και εάν αυτοί δεν είχαν καταστεί ληξιπρόθεσμοι. Με απλά λόγια, η εφορία κρατούσε τα επιπλέον χρήματα για να εξοφλήσει -εκ των προτέρων- βεβαιωμένη οφειλή ΕΝΦΙΑ ή φόρου εισοδήματος ακόμα κι αν δεν είχε παρέλθει η προθεσμία πληρωμή. Σε αυτή ακριβώς πρακτική μπαίνει τέλος. Εφόσον τα χρήματα που έχουν κατασχεθεί επαρκούν για την εξόφληση της ληξιπρόθεσμης οφειλής (του χρέους δηλαδή) η εφορία δεν θα κρατά το «περίσσευμα» για να κάνει συμψηφισμούς με βεβαιωμένους φόρους που «τρέχουν». Αντιθέτως τα χρήματα αυτά θα επιστρέφονται στους πολίτες!
Ας δούμε ένα παράδειγμα που βασίζεται στην απόφαση του διοικητή της ΑΑΔΕ κ. Γιώργου Πιτσιλή: Φορολογούμενος έχει ληξιπρόθεσμη οφειλή 10.000€ και ταυτόχρονα οφείλει τις υπόλοιπες μη ληξιπρόθεσμες δόσεις του ΕΝΦΙΑ. Έστω ότι για την οφειλή των 10.000 € επιβάλλονται κατασχέσεις εις χείρας τραπεζών και αποδίδονται συνολικά στην ΑΑΔΕ 12.000 ευρώ από τις τράπεζες. Με τη νέα απόφαση, οι 2.000 ευρώ επιστρέφονται στον πολίτη χωρίς να συμψηφίζονται με τις μη ληξιπρόθεσμες δόσεις του ΕΝΦΙΑ.
Πού ψάχνει η εφορία
Σε περίπτωση ληξιπρόθεσμων οφειλών η αρμόδια φορολογική υπηρεσία, πραγματοποιεί έρευνα για τον εντοπισμό χρηματικών, κυρίως, απαιτήσεων του οφειλέτη από τρίτους (μισθών από εργοδότες, συντάξεων από ασφαλιστικά ταμεία, ενοικίων από μισθωτές, λοιπών απαιτήσεων από τρίτους κ.λπ.). Στόχος της έρευνας είναι η επιβολή κατάσχεσης του ποσού που ο τρίτος (ο εργοδότης, το ασφαλιστικό ταμείο, ο μισθωτής κ.λπ.) πρόκειται να αποδώσει στον οφειλέτη του Δημοσίου. Η κατάσχεση επιδιώκεται να επιβληθεί πριν αποδοθεί το ποσό στον οφειλέτη του Δημοσίου, δηλαδή όταν αυτό βρίσκεται ακόμη στα χέρια του τρίτου (του εργοδότη, του ταμείου, του μισθωτή κ.λπ.).
Σε περίπτωση ύπαρξης υπολοίπου καταθέσεων σε τραπεζικό λογαριασμό του οφειλέτη η κατάσχεση επιδιώκεται να επιβληθεί με την αποστολή ηλεκτρονικού κατασχετηρίου στην τράπεζα και έχει ως στόχο τη δέσμευση ποσού από το υπόλοιπο του καταθετικού λογαριασμού του οφειλέτη, προκειμένου να αποδοθεί στο Δημόσιο.
Τα όρια προστασίας
Για οποιοδήποτε ποσό ληξιπρόθεσμης οφειλής προς το Δημόσιο η εφορία έχει το δικαίωμα να κατάσχει τα ακόλουθα ποσά που τυχόν δικαιούται να εισπράξει ο οφειλέτης:
• Από ποσά μισθών, συντάξεων και ασφαλιστικών βοηθημάτων άνω των 1.000 και έως 1.500 ευρώ τον μήνα επιτρέπεται η κατάσχεση στα χέρια του εργοδότη ή του ασφαλιστικού ταμείου ποσοστού 50% επί του τμήματος πάνω από τα 1.000 και έως τα 1.500 ευρώ, ενώ από ποσά άνω των 1.500 ευρώ τον μήνα επιτρέπεται η κατάσχεση στα χέρια του εργοδότη ή του ασφαλιστικού ταμείου του συνόλου του υπερβάλλοντος των 1.500 ευρώ ποσού.
• Το ¼ οποιουδήποτε άλλου ασφαλιστικού βοηθήματος καταβάλλεται περιοδικά στον οφειλέτη, εφόσον αυτό υπερβαίνει τα 1.000 ευρώ.
Σε κάθε περίπτωση το ποσό που απομένει μετά την κατάσχεση δεν μπορεί να είναι χαμηλότερο των 1.000 ευρώ.
• Το 1/5 των καταβαλλόμενων ημερομισθίων.
• Το ½ του εφάπαξ που καταβάλλεται από οποιοδήποτε ασφαλιστικό ταμείο, λόγω εξόδου από την υπηρεσία ή το επάγγελμα.
• Εως το 100% των ενοικίων των οποίων επίκειται η είσπραξη, εφόσον ο οφειλέτης δικαιούται να λαμβάνει τέτοια εισοδήματα.
• Εως το 100% των πάσης φύσεως αποζημιώσεων (π.χ. για απόλυση του οφειλέτη από την εργασία ή για ζημιά που υπέστη κάποιο ασφαλισμένο περιουσιακό στοιχείο του κ.λπ.).
• Εως το 100% των πάσης φύσεως εισπράξεων από πωλήσεις προϊόντων ή οποιονδήποτε άλλων πραγμάτων (π.χ. ακίνητα, Ι.Χ. αυτοκίνητα, σκάφη κ.λπ.).