Αντιμέτωποι με πρόστιμα αν δεν είναι προσεκτικοί, κυρίως κατά τη φετινή χρονιά, θα βρεθούν χιλιάδες ελαιοπαραγωγοί, που λόγω των υψηλών τιμών του ελαιολάδου θα αλλάξουν κατηγορία και από ειδικού θα μετατραπούν σε κανονικού καθεστώτος αγρότες.
Μάλιστα, υπάρχουν και περιπτώσεις αγροτών, που από ετεροεπαγγελματίες, έγιναν ξαφνικά κατά κύριο επάγγελμα αγρότες. Στην πρώτη περίπτωση, οι παραγωγοί μπαίνουν σε περιπέτειες, καθώς πρέπει να κάνουν έναρξη επαγγέλματος και να τηρούν βιβλία εσόδων και εξόδων. Στη δεύτερη περίπτωση, μόνο αν το επιδιώξουν θα μετατραπούν σε κατά κύριο επάγγελμα αγρότες, αποκτώντας έτσι ένα σωρό προνόμια. Πάντως, σε κάθε περίπτωση, οι εκπρόσωποι των αγροτών διεκδικούν να επεκταθούν πολλά από τα κίνητρα των κατά κύριο επάγγελμα αγροτών και στους ετεροεπαγγελματίες, που είναι και η μεγαλύτερη πλειοψηφία αγροτών σε πανελλήνιο επίπεδο.
Αυτό που συνέβη το 2022 αναμένεται να συμβεί τώρα το 2023 σε μεγαλύτερο αριθμό αγροτών. Κι αυτό διότι, οι τιμές παραγωγού του ελαιολάδου είναι πολύ μεγαλύτερες και πολλοί έχουν κρατήσει το λάδι τους για να το εμπορευτούν στην τρέχουσα περίοδο.
Όπως εξηγεί ο φοροτεχνικός Παύλος Μπαριτάκης, οι παραγωγοί θα πρέπει φέτος, στο κλείσιμο της χρονιάς, να είναι πολύ προσεκτικοί και να ξέρουν ότι με την επόμενη χρονιά, από τον Ιανουάριο, εφόσον άλλαξαν κατηγορία, θα πρέπει να αρχίσουν να τηρούν βιβλία εσόδων και εξόδων. Είναι μάλιστα πολύ χαρακτηριστικό ότι οι ίδιοι παραγωγοί μπορεί του χρόνου να μην έχουν λάδι… ούτε για τη σαλάτα τους, με συνέπεια να επιστρέψουν στην προγενέστερη κατηγορία, των αγροτών του ειδικού καθεστώτος, και να… ξανακλείσουν τα βιβλία…
«Το αγροτικό εισόδημα έτσι κι αλλιώς υπάρχει. Το θέμα είναι αν ο αγρότης είναι ειδικού ή κανονικού καθεστώτος. Αυτό εξαρτάται από το πλαφόν των 15.000 ευρώ από την πώληση προϊόντων. Είναι αλήθεια ότι, λόγω των τιμών στο ελαιόλαδο, πολλοί και πέρυσι αλλά και φέτος έχουν περάσει το όριο αυτό και θα αναγκαστούν να πάνε στα βιβλία. Για το υπουργείο δεν αλλάξει τίποτα. Τα όρια αυτά είναι καθορισμένα. Και είναι δύο αυτά τα όρια που μετράει: Είναι η επιδότηση να μην περάσει τα 5.000 ευρώ τον χρόνο. Και το όριο του εισοδήματος να μην περάσει τις 15.000 ευρώ. Εάν περάσουν οι αγρότες ένα από τα δύο, τότε από το ειδικό καθεστώς πάνε στο αγροτικό καθεστώς. Δηλαδή, ο αγρότης τηρεί κανονικά βιβλία, όπως τις υπόλοιπες επιχειρήσεις. Αυτή είναι η διαφορά. Και οι υποχρεώσεις αυτών των αγροτών είναι ότι πρέπει να υποβάλλουν ΦΠΑ ανά τρίμηνο. Και ουσιαστικά μπαίνουν σε μια πιο επιχειρηματική δραστηριότητα», είπε χαρακτηριστικά ο Παύλος Μπαριτάκης.
Σύμφωνα με τον ίδιο, είναι πολύ εύκολο φέτος να πουλήσει ένας παραγωγός τρεις τόνους λάδι και να πιάσει το όριο των 15.000 ευρώ.
«Αντιλαμβάνεστε ότι πολύς κόσμος έχει ήδη ξεφύγει. Και αν αυτό έγινε το 2022, φέτος θα γίνει σε ακόμα μεγαλύτερο βαθμό. Άρα να ελέγξουν τα στοιχεία τους για να δουν αν έχουν αυτή την υποχρέωση. Τώρα γίνονται οι φορολογικές δηλώσεις, αλλά είναι δηλώσεις του 2022. Αλλά η μεγάλη μάζα πούλησε προϊόν ή θα το πουλήσει μέσα στο 2023 και άρα θα πρέπει να ελέγξει τον Δεκέμβριο του 2023 αν θα πρέπει να αλλάξει κατηγορία μέσα στον Ιανουάριο του 2024. Να είναι, λοιπόν, πολύ προσεκτικοί, γιατί μέσα στον Ιανουάριο του 2024 θα πρέπει να προχωρήσουν σε έναρξη βιβλίων και να δηλώσουν ανά τρίμηνο τον ΦΠΑ»…
Μάλιστα, όπως ξεκαθαρίζει ο φοροτεχνικός, το γεγονός ότι φέτος η παραγωγή του ελαιολάδου έχει δραματικά μειωθεί λόγω της θεομηνίας, είναι κάτι που δε φαίνεται ότι θα κάνει τους αρμόδιους του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων να επανεξετάσουν αυτά τα όρια.
«Απλώς τους δίνεται το δικαίωμα, εφόσον την επόμενη χρονιά δε βγάλουν τα ποσά αυτά, να μπορέσουν πάλι να επιστρέψουν στο ειδικό καθεστώς, που βρίσκονταν πριν. Άρα, πολλοί αγρότες φέτος, λόγω των πωλήσεων, θα πάνε στο κανονικό καθεστώς», με βάση την εικόνα που έχει ο φοροτεχνικός Παύλος Μπαριτάκης.
Το αφορολόγητο των αγροτών
Στο μεταξύ, για τα αιτήματα των αγροτικών φορέων, ως προς την επέκταση του αφορολόγητου του κατά κύριο επάγγελμα αγρότη και στους ετεροεπαγγελματίες, ο Παύλος Μπαριτάκης εξηγεί τα εξής: «Ο κατά κύριο επάγγελμα αγρότης είναι αυτός ο οποίος έχει το 50% των εισοδημάτων του από αγροτικά εισοδήματα. Και έχει αφορολόγητο και πολύ καλά το έχει. Αλλά αυτό είναι άσχετο με το θέμα των βιβλίων. Ο κατά κύριο επάγγελμα αγρότης έχει το αφορολόγητο, αλλά έχει και τη μείωση φόρου κατά 50% εάν είναι συνεταιριζόμενος αγρότης ή εάν έχει συνάψει συμφωνητικό πώλησης του 75% της παραγωγής του με συμβολαιακή γεωργία»…
Βέβαια, στο σημείο αυτό υπάρχει και η εξής διευκρίνιση: Πολλοί ετεροεπαγγελματίες αγρότες ήταν εποχικοί εργαζόμενοι στον τουρισμό και επισιτισμό. Επειδή λοιπόν τον χειμώνα δεν εργάζονται και μπαίνουν στο ταμείο της ανεργίας, βρέθηκαν ξαφνικά να έχουν βγάλει μεγαλύτερα εισοδήματα από τα αγροτικά λόγω ελαιολάδου και να έχουν υπερβεί το όριο του 50%. Άρα να έχουν περάσει στην κατηγορία των κατά κύριο επάγγελμα αγροτών. Ο Παύλος Μπαριτάκης τονίζει στο σημείο αυτό ότι σίγουρα υπάρχουν τέτοιες περιπτώσεις. Αλλά «αν δε θέλεις, δεν προχωράς να γίνεις κατά κύριο επάγγελμα αγρότης. Διότι πρέπει να το δηλώσεις στο Μητρώο Αγροτών και Αγροτικών Εκμεταλλεύσεων. Πολλοί μάλιστα επιδιώκουν να γίνουν κατά κύριο επάγγελμα αγρότες, διότι έτσι θα απολαμβάνουν των επιπλέον προνομίων που υπάρχουν για τους κατά κύριο επάγγελμα αγρότες σε σχέση με τους ετεροεπαγγελματίες»…
Εξάλλου, όπως λέει, και οι κατά κύριο επάγγελμα αγρότες θα πρέπει να τηρούν βιβλία, εφόσον ξεπεράσουν τα 15.000 ευρώ.
Τέλος, για τη φορολόγηση των αγροτών, στους κατά κύριο επάγγελμα αγρότες ισχύει ουσιαστικά διπλό αφορολόγητο: «Το αφορολόγητό τους ξεκινάει από τα 8.300 ευρώ και προσαυξάνεται για κάθε παιδί κατά 1.000 ευρώ. Και εκτός αυτού, οι κατά κύριο επάγγελμα αγρότες, εφόσον είναι συνεταιριζόμενοι και πουλάνε στον συνεταιρισμό ή πουλάνε τα προϊόντα τους στη συμβολαιακή γεωργία, έχουν επιπλέον και 50% έκπτωση φόρου. Άρα τους δίνει το κράτος μία επιπλέον σημαντική φορολογική ανακούφιση».