Σχεδόν ένας μήνας απομένει για τη διεξαγωγή των ευρωεκλογών και τα κόμματα θέτουν στο «φουλ» τις μηχανές για την τελική ευθεία, την ώρα που η πλεινότητα των πολιτών αναζητά λύσεις στα καθημερινά της προβλήματα, πολλά από τα οποία περνούν μέσα από την πορεία της ελληνικής οικονομίας. Ο πληθωρισμός, τα χαμηλά εισοδήματα, το ψηλό δημόσιο χρέος, το υψηλό έλλειμμα ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών και η πορεία του Ταμείου Ανάκαμψης παραμένουν τα βασικά «αγκάθια», δημιουργώντας μια σειρά ζητημάτων για το επόμενο χρονικό διάστημα που θα ακολουθήσει το πέρας των Ευρωεκλογών.
Πληθωρισμός και ακρίβεια
Είναι γεγονός ότι παραμένει ψηλά ο πληθωρισμός και η ακρίβεια συνεχίζει να κατατρώει τα εισοδήματα. Σύμφωνα με τα πλέον πρόσφατα στοιχεία της Eurostat για τον Απρίλιο στην Ελλάδα κινήθηκε στο 3,2% ελαφρώς χαμηλότερα από τον Μάρτιο αλλά σταθερά υψηλότερα (για 7ο μήνα) από τον μέσο της ευρωζώνης που έτρεξε με 2,4%.
Παράλληλα, αξίζει να σημειωθεί ότι μέσα σε ένα μήνα (από τον Μάρτιο στον Απρίλιο) ο πληθωρισμός αυξήθηκε κατά 1 ποσοστιαία μονάδα. Τα τρόφιμα παραμένουν το βασικό πρόβλημα για την Ελλάδα, καθώς ο πληθωρισμός στην κατηγορία «τρόφιμα, αλκοόλ και καπνός» ανήλθε στο 4,9% (από 4,8% τον Μάρτιο), ενώ ο αντίστοιχος μέσος όρος στην ευρωζώνη άγγιξε το 2,8% τον Απρίλιο από 2,6% τον Μάρτιο. Η Ελλάδα κατατάσσεται δεύτερη μαζί με την Κροατία ακολουθώντας την Μάλτα.
Ας δούμε όμως τι έχει συμβεί κατά την τελευταία 3ετία. Οι τιμές των τροφίμων αυξήθηκαν κατά 30,26% (μέσος όρος) από τον Απρίλιο του 2021 μέχρι και τον Μάρτιο του 2024, όπως καταγράφεται στα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ. Κατά την ίδια η κατηγορία «Στέγαση» αυξήθηκε κατά 17,26%, η αντίστοιχη «Ξενοδοχεία, καφέ, εστιατόρια» αυξήθηκε κατά 17,59%, ενώ η κατηγορία «Διαρκή αγαθά, είδη νοικοκυριού και υπηρεσίες» ανατιμήθηκε κατά 15,17%, δείγμα των υψηλών τιμών που διαμορφώνουν ένα οικονομικά ασφυκτικό περιβάλλον για τους πολίτες.
Παράλληλα, οι «Μεταφορές» αυξήθηκαν κατά 19,48% και η κατηγορία «Υγεία» κατά 10,31%. Σύμφωνα με όλες τις προβλέψεις διεθνών και εγχώριων αναλυτών ο φετινός πληθωρισμός θα είναι πιο κοντά προς το 3%, κάτι που «πιέζει» τα νοικοκυριά.
Χαμηλά εισοδήματα
Την ίδια στιγμή, οι Έλληνες πολίτες είναι οι 2οι φτωχότεροι σε επίπεδο Ευρώπης αναφορικά με την αγοραστική τους δύναμη, όπως έδειξαν τα πρόσφατα στοιχεία της Eurostat. Όπως ακτέγραψαν και οι FT, το κατά κεφαλήν ΑΕΠ ήταν παρόμοιο με αυτό του μέσου όρου της Ε.Ε. μέχρι το 2009.
Από τότε, 10 χώρες έχουν δει το βιοτικό επίπεδο να ξεπερνά αυτό της Ελλάδας. Πλέον, η Ελλάδα είναι η δεύτερη φτωχότερη χώρα στην Ε.Ε. μετά τη Βουλγαρία και παραμένει ουραγός στην Ευρωζώνη. «Καθώς το χάσμα με τη Βουλγαρία μειώνεται απότομα, δεν είναι παράλογο να περιμένουμε ότι η Ελλάδα θα γίνει σύντομα η φτωχότερη χώρα της Ε.Ε.» επισημαίνουν οι FT. Σήμερα η ελληνική οικονομία είναι κατά 19% μικρότερη από το 2007, παρά την μεγάλη ανάκαμψη μετά την πανδημία, την ώρα που η οικονομία της Ε.Ε. συνολικά αυξήθηκε κατά 17%.
Οι πραγματικοί μισθοί μειώνονταν έως και το 2022, τη χρονιά που είναι τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία του ΟΟΣΑ, ενώ είναι μειωμένοι κατά 30% από την εποχή πριν την οικονομική κρίση. Αυτό σημαίνει ότι η χώρα έχει έναν από τους μικρότερους μέσους μισθούς ανάμεσα στις ανεπτυγμένες χώρες.
Αντιμέτωπο με τη φτώχεια βρίσκονται σχεδόν 4 στους 10 Έλληνες, την ώρα που οι ανισότητες διευρύνονται.
Σύμφωνα με τη σχετική ανάλυση του ΙΟΒΕ, το κατώτατο 40% του πληθυσμού πλήρωσε το 1,63% των συνολικών φόρων κατά το 2021, όντας στα δυο χαμηλά πεμπτημόρια εισοδήματος, που προσδιορίζονται από εισοδήματα έως 6.098 ευρώ. Αξίζει να σημειωθεί ότι το όριο της φτώχειας, σύμφωνα με την κατηγοριοποίηση της ΕΛΣΤΑΤ για το 2021, ανήλθε στο ποσό των 5.712 ευρώ ετησίως για μονοπρόσωπο νοικοκυριό και σε 11.995 ευρώ για νοικοκυριά με δύο ενήλικες και δύο εξαρτώμενα παιδιά ηλικίας κάτω των 14 ετών.
Οι εξαγωγές, οι εισαγωγές και το ισοζύγιο
Η σχέση μεταξύ εξαγωγών και εισαγωγών αγαθών και υπηρεσιών χειροτερεύει. Αν και μέχρι πρόσφατα ο ρυθμός οι εξαγωγές αυξάνονταν ταχύτερα από τις εισαγωγές, το Πρόγραμμα Σταθερότητας που κατέθεσε η κυβέρνηση προβλέπει ότι το 2024 και 2025 θα αυξάνονται στο ίδιο ποσοστό (4,9%). Κάτι τέτοιο αναμένεται να έχει δυσμενείς επιπτώσεις για το έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών , το οποίο παραμένει σε υψηλό επίπεδο.
Αύξηση παρουσίασε τον Φεβρουάριο του 2024 το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών σε σχέση με τον αντίστοιχο μήνα του 2023. Τον Φεβρουάριο του 2024, το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών αυξήθηκε κατά 1,8 δισ. ευρώ σε σχέση με τον Φεβρουάριο του 2023 και διαμορφώθηκε σε 3,2 δισ. ευρώ.
Την περίοδο Ιανουαρίου-Φεβρουαρίου 2024, το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών μειώθηκε κατά 41,5 εκατ. ευρώ σε σχέση με το πρώτο δίμηνο του 2023 και διαμορφώθηκε σε 1,5 δισ. ευρώ.
Το υψηλό δημόσιο χρέος
Ζήτημα υπάρχει καιμε το ελληνικό δημόσιο χρέος, το οποίο μπορεί να βαίνει μειούμενο ως ποσοστό του ΑΕΠ, αλλά παραμένει σχεδόν αμετάβλητο ως απόλυτο μέγεθος.
Η Ελλάδα θα πρέπει μέχρι το 2034 να έχει μειώσει τον δείκτη χρέους προς ΑΕΠ κάτω από το 100% προκειμένου να μπορέσει να δανειοδοτηθεί με βάση τα επιτόκια που θα ισχύουν όπως εκτιμούν οι αναλυτές. Για το 2024 αναμένεται να συρρικνωθεί εκ νέου το χρέος της γενικής κυβέρνησης στο 152,3% του ΑΕΠ από 160,3% του ΑΕΠ που ήταν το 2023 (δηλαδή 355 δισ. ευρώ σε απόλυτους αριθμούς).
Πάντως, ήδη υπάρχει μείσω. Σύμφωνα με τα τε πλέονα πρόσφατα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για το 2023 ο λόγος Χρέους προς ΑΕΠ μειώθηκε από 172,7% το 2022 σε 161,9% το 2023. Ωστόσο, αξίζει να σημειωθεί πως η μείωση του λόγου χρέος προς ΑΕΠ οφείλεται σχεδόν αποκλειστικά στην μεταβολή του ονομαστικού ΑΕΠ κατά 6,6% ενώ το ονομαστικό χρέος μειώθηκε μόνο κατά 100 εκατ ευρώ.
Στοίχημα το Ταμείο Ανάκαμψης
Μέγα ζητούμενο αποτελεί η εκτέλεση του Ταμείου Ανάκαμψης.
Μπορεί η Ελλάδα να έχει λάβει το 41% των πόρων που δικαιούται από το Ταμείο Ανάκαμψης, ωστόσο, τα χρήματα αυτά δε φτάνουν στην πραγματική οικονομία
Οι διαφορετικοί χρόνοι μεταξύ των δεσμεύσεων, εκταμιεύσεων και πληρωμών είναι ένα πρόβλημα που καταγράφεται σε όλα τα αναπτυξιακά προγράμματα. Κονδύλια από τα ευρωπαϊκά ταμεία δεσμεύονται μεν, αλλά καθυστερούν να φτάσουν στα ταμεία των δικαιούχων.
Η τελευταία έκθεση του διοικητή της Τραπέζης της Ελλάδος αποτυπώνει ανάγλυφα το πρόβλημα τονίζοντας ότι «η Ελλάδα ενώ είναι από τις λίγες χώρες που έχουν εισπράξει 3 δόσεις, οι εκταμιεύσεις των επιχορηγήσεων προς τις επιχειρήσεις παρουσιάζουν καθυστερήσεις, αντανακλώντας περιορισμούς των φορέων σε περιφερειακό και τοπικό επίπεδο ως προς τη διοικητική διεκπεραίωση και την υλοποίηση των επενδυτικών σχεδίων».
Περισσότερο από το 75% της σωρευτικής μεγέθυνσης της οικονομίας, μέχρι και το 2026, αναμένεται να δημιουργήσει η υλοποίηση έργων και μεταρρυθμίσεων του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, σύμφωνα με το Πρόγραμμα Σταθερότητας που εστάλη στις Βρυξέλλες, κάτι που αναδεικνύει την ορθή υλοποίησή του ως ένα από τα βασικά στοιχήματα για την ελληνική οικονομία.
ot.gr