Του Λέανδρου Ρακιντζή
Το σχόλιο του Thales στο προηγούμενο από 29/7 άρθρο μου για τα φιλανθρωπικά ιδρύματα μού δίνει αφορμή να εξετάσω την κρυμμένη περιουσία όχι μόνο των φιλανθρωπικών ιδρυμάτων, αλλά γενικότερα των ιδρυμάτων, κληροδοτημάτων, σχολαζουσών κληρονομιών, των ΜΚΟ και της χαμένης κληρονομιάς του Δημοσίου και τα αίτια της μη αξιοποίησης των.
Για το ίδιο θέμα έχω ασχοληθεί διαχρονικά με σωρεία άρθρων που δημοσίευσα σε ηλεκτρονικό και έντυπο Τύπο. Ενδεικτικά παραπέμπω σε όσα ανέβασα στο Capital : 1) Τα κοινωφελή ιδρύματα ώρα μηδέν- 5-4-2017, 2) Το θολό πρόσωπο της φιλανθρωπίας και εθελοντισμού – 22-5-2021, 3) Η υπόθεση της “Κιβωτού” ευκαιρία να ρυθμιστεί το πλέγμα της φιλανθρωπίας -5-12-2023, 4) Οι ιδιόγραφες διαθήκες ακλήρων – 17-4-2023, 5) Νομιμοποιήσεις μαύρου χρήματος από ΜΚΟ – 22-6-2023. Συμπεριλαμβάνω και τις ΜΚΟ στην παρούσα έρευνα, γιατί κάποιες ασκούν ανθρωπιστικό έργο, αλλά γιατί κυρίως ο Πρόεδρος της Αρχής για το ξέπλυμα μαύρου χρήματος Χ. Βουρλιώτης κατάγγειλε ότι “φιλανθρωπικά ιδρύματα και ΜΚΟ ξεπλένουν μαύρο χρήμα”.
Πολύ ενδιαφέροντα όμως είναι και τα σχόλια των αναγνωστών στα άρθρα μου, που εκφράζουν την πλήρη έλλειψη εμπιστοσύνης της κοινής γνώμης για τον τρόπο που λειτουργεί η φιλανθρωπία σήμερα, για την οικονομική διαχείριση των πόρων της και για το έργο που παράγει. Σαφώς η διάχυτη δυσπιστία για τη θεσμική φιλανθρωπία δικαιολογείται από τα διάφορα σκάνδαλα που κατά καιρούς βλέπουν το φως της δημοσιότητας και της έκτασης που τους δίνουν τα ΜΜΕ, εκτός του ότι πολλοί έχουν ιδία γνώση του τρόπου διαχείρισης για ίδιο όφελος της περιουσίας των ιδρυμάτων από τις ηγεσίες τους, που κατά το πλείστον ούτε καταγγέλλονται ούτε ακολουθεί έλεγχος και καταδίκη, αλλά έχουν δημιουργηθεί τόσο δυσμενείς εντυπώσεις, που αποτρέπουν τις χορηγίες και κληροδοσίες σε ευαγή ιδρύματα, γιατί “θα τα φάνε οι επιτήδειοι”.
Αμφιβάλλω αν κάποιος αρμόδιος που έχει διαβάσει έστω και διαγωνίως όχι μόνο τα άρθρα μου, αλλά το πλήθος σχετικών δημοσιευμάτων, άρθρων, καταγγελιών και κραυγών αγανάκτησης και έτσι να έχει προβληματιστεί και να προσπαθήσει να αναζητήσει διέξοδο από το αδιέξοδο που έχουν φθάσει σχεδόν όλα τα φιλανθρωπικά ιδρύματα, που ενώ διαθέτουν τεράστια ακίνητη περιουσία, παρουσιάζουν οικονομικά προβλήματα λόγω κακοδιαχείρισης (επιεικώς).
Φυσικά η λύση δεν είναι η ποινική καταδίκη κάποιων μελών ηγεσίας των ιδρυμάτων ή η αντικατάσταση κάποιων διοικήσεων από ημετέρους, γιατί και στο επίπεδο αυτό παίζονται μικροπολιτικά παιχνίδια ή κάποιες κρατικές χορηγίες για να κρατηθεί κάποιο ίδρυμα εν ζωή, αλλά η αναζωπύρωση του αισθήματος της φιλανθρωπίας και του εθελοντισμού, κυρίως σε αστικές τάξεις, ώστε αφενός να λειτουργήσει ξανά η αλυσίδα των χορηγιών και κληροδοσιών και αφετέρου, το κυριότερο, να στελεχωθούν οι διοικήσεις των ιδρυμάτων από άτομα με πραγματική διάθεση προσφοράς και όχι από επαγγελματίες φιλάνθρωπους. Το πώς είναι το ζητούμενο και αναμένω σχόλια και προτάσεις από τους αναγνώστες. Σε κάθε περίπτωση πρέπει να τηρείται η νομιμότητα και η διαφάνεια πραγματικά και όχι ψευδεπίγραφα και ο δημόσιος έλεγχος των δημόσιων επιχορηγήσεων.
Τα ιδρύματα διαθέτουν τεράστια περιουσία κυρίως σε κεντρικά ακίνητα, που δεν αξιοποιείται πλήρως ούτε παρέχει επαρκείς πόρους κυρίως λόγω κακοδιοίκησης, δεσμευτικούς όρους των διαθετών, τις γραφειοκρατικές αγκυλώσεις από τους α.ν.2039/1940 και 4182/2012, τις συνταγματικές επιταγές του άρθρου 12 Σ. και εγγενείς δυσχέρειες από το κατεστημένο των ιδρυμάτων. Εάν η τεράστια περιουσία των ιδρυμάτων αξιοποιείτο πλήρως με τη βοήθεια επαγγελματιών managers, θα κάλυπτε ένα μεγάλο μέρος των δημόσιων δαπανών για την εκπαίδευση και την πρόνοια. Εξάλλου η εκποίηση ακινήτων δεν αποτελεί τελικά αξιοποίηση όπως προκύπτει από πολλά παραδείγματα.
Σαφώς κάθε δημόσια ή ιδιωτική προσπάθεια αναδιοργάνωσης του πλέγματος της φιλανθρωπίας προσκρούει στο “βαθύ κράτος” που καλύπτει όλο τον δημόσιο τομέα και όχι μόνο, στις εγγενείς δυσχέρειες από τα ίδια τα ιδρύματα, τα κεκτημένα από τη διαχρονική κακοδιοίκηση από το κατεστημένο των ιδρυμάτων, στην αντίδραση με πολιτική κάλυψη των μικροσυμφερόντων, στην ανεπάρκεια της Δικαιοσύνης για την επιβολή γρήγορων και αποτελεσματικών λύσεων και γρήγορα εγκαταλείπεται πλην σπανίων εξαιρέσεων.
Ο έλεγχος των ιδρυμάτων είναι κατακερματισμένος: τα φιλανθρωπικά ελέγχονται από τους ΟΤΑ, τα κληροδοτήματα από τις Διευθύνσεις Κληροδοτημάτων των Περιφερειών, για όλα προβλέπεται εσωτερικός έλεγχος από εξελεγκτική επιτροπή που εκλέγεται μαζί με τις ηγεσίες, που απλά επικυρώνουν τις λογοδοσίες της ηγεσίες. Οποιαδήποτε όμως λύση προσκρούει στο αυτοδιοίκητο των σωματείων, που προβλέπεται από το άρθρο του 12 Σ.
Όταν το 2004 ανέλαβα ΓΕΔΔ (2004-2016), υπήρχε απόλυτο χάος γιατί, κανένας δεν γνώριζε τον αριθμό των ιδρυμάτων πλην των ηπειρωτικών που ήταν 4.500, ούτε τον αριθμό των ΜΚΟ. Με τεράστια προσπάθεια καταγράψαμε 11.500 ιδρύματα και αυτοτελή κληροδοτήματα και πάνω από 4.000 ΜΚΟ, εκ των οποίων μόνο 2 στις 10 ήταν νόμιμες, ωστόσο αυτό δεν τις εμπόδισε να εισπράττουν τις χορηγίες από το κράτος και την Ευρωπαϊκή Ένωση, για τις οποίες αμφιβάλλω αν ποτέ δόθηκε λογοδοσία. Είχα παραπέμψει πολλές περιπτώσεις στη Δικαιοσύνη, δεν γνωρίζω όμως το αποτέλεσμα, το πιθανότερο τις κάλυψε η παραγραφή.
Όταν πεθάνει κάποιος χωρίς κληρονόμους εξ αδιαθέτου ή από διαθήκη, τότε η κληρονομιά του καθίσταται σχολάζουσα, διορίζεται κηδεμόνας από τη σχετική Διεύθυνση του Υπουργείου Οικονομικών, ο οποίος αφού διαπιστώσει ότι δεν υπάρχουν κληρονόμοι, αποδίδει την κληρονομιά στο Δημόσιο, που είναι κληρονόμος κατά την ΣΤ τάξη. Το 2021 οι σχολάζουσες κληρονομιές ήταν μόνο 1.207, σαφώς θα ήταν κατά πολύ περισσότερες αν με το ν.4335/2015 δεν είχε καταργηθεί η διάταξη του άρθρου 77 παρ. 11 ν.4182/2012, που είχε θεσπισθεί με εισήγηση μου και όριζε ότι οι εξωτικοί, δηλαδή οι εκ διαθήκης κληρονόμοι, κληρονομούν μόνο με δημόσια διαθήκη. Η πολύ χρήσιμη αυτή διάταξη πρέπει να θεσπισθεί εκ νέου για να σταματήσει η βιομηχανία των πλαστών ιδιόγραφων διαθηκών των ακλήρων και η περιουσία τους να περιέρχεται στο δημόσιο.
Προσωπικά πιστεύω – και το έχω προτείνει πολλές φορές σαν ΓΕΔΔ – με τις εκθέσεις πεπραγμένων και πρόσφατα με τα άρθρα μου, ότι πρέπει να αξιοποιηθεί με κάθε τρόπο ο τεράστιος κρυμμένος πλούτος των ιδρυμάτων, να αναζωπυρωθούν τα αισθήματα φιλανθρωπίας και εθελοντισμού και να υπάρξει πλήρης διαφάνεια στην οικονομική και διοικητική διαχείριση των ιδρυμάτων και με ενεργό έλεγχο των ΟΤΑ στα φιλανθρωπικά ιδρύματα με διορισμό επιτρόπου στα Δ.Σ.
* Ο Λέανδρος Τ. Ρακιντζής είναι Αρεοπαγίτης ε.τ.