Απόλυτη καταστροφή και χάος: λίγες λέξεις αρκούν για να περιγράψουν την κατάσταση που επικρατεί στη Γάζα, όπου έχουν βρει καταφύγιο εκατοντάδες χιλιάδες Παλαιστίνιοι, την ώρα που σε απόσταση αναπνοής από κατοικημένες περιοχές βρίσκονται τα ισραηλινά τανκς, με τις Δυνάμεις Αμυνας του Ισραήλ (IDF) να έχουν προωθηθεί στην ανατολική Ράφα.
Στη Γάζα, κοντά στην πόλη Χαν Γιουνίς, οι εκτοπισμένοι έχουν δημιουργήσει καταυλισμό από σκηνές, οι οποίες καλύπτουν απόσταση 10 χιλιομέτρων.
Η ζωή στη Γάζα είναι εφιάλτης
Η Massa al-Arbeed, 10 ετών, μόλις είχε φτάσει εκεί, μαζί με τον αδελφό και τη μητέρα της. «Έπρεπε να αφήσουμε πολλά πίσω μας και είναι η έκτη φορά που μετακομίζουμε», δήλωσε η al-Arbeed στον Guardian. «Δεν υπάρχουν παιχνίδια ή κούκλες για να παίξω, ούτε καν ένα σπίτι για να βρω καταφύγιο, και επειδή μετακομίζουμε συχνά, έχω χάσει επαφή με όλους τους φίλους μου και δεν ξέρω τι έχουν απογίνει».
Πάντα ανήσυχοι, μερικές φορές τραυματισμένοι ή άρρωστοι, συχνά πεινασμένοι και διψασμένοι, οι περισσότεροι από τους κατοίκους της πόλης με τις σκηνές που έχει υψωθεί ανάμεσα στους αμμόλοφους και τα θαμνώδη χωράφια αναζητούν καταφύγιο από την ανελέητη ισραηλινή επίθεση που έχει φτάσει στη Ράφα, τη νοτιότερη πόλη της Γάζας.
Άλλες εκατό χιλιάδες άνθρωποι έχουν μετακινηθεί από τη βόρεια Γάζα, όπου το Σαββατοκύριακο άρχισε μια σειρά ισραηλινών επιχειρήσεων.
Αν και οι Ισραηλινοί αξιωματούχοι ισχυρίστηκαν ότι «θα παρασχεθεί διεθνής ανθρωπιστική βοήθεια» στους εκτοπισμένους, η πραγματικότητα διαφέρει…
Αγώνας επιβίωσης
Πολλοί πρέπει να περπατήσουν μεγάλες αποστάσεις για λίγο νερό και αδυνατούν να αγοράσουν επαρκή τρόφιμα. Ένα κιλό ζάχαρη κοστίζει 12 δολάρια ΗΠΑ (9,50 λίρες), περίπου έξι φορές πάνω από ό,τι πριν την ισραηλινή επίθεση στη Ράφα.
Οι τιμές του αλατιού και του καφέ έχουν δεκαπλασιαστεί, ωστόσο η τιμή του αλευριού παραμένει σταθερή. Παράλληλα, υπάρχει έλλειψη χρημάτων. Οι τράπεζες είναι κλειστές και ελάχιστοι εκτοπισμένοι έχουν ακόμη αποθέματα.
Η Σαμπρίν, μια 28χρονη μητέρα τριών παιδιών, έχει εκτοπιστεί τέσσερις φορές το τελευταίο διάστημα. Έφτασε στην πόλη Χαν Γιουνίς μαζί με άλλες πέντε οικογένειες με τις οποίες νοίκιασαν ένα φορτηγό – με το κόστος να είναι 10 φορές πάνω από τη συνηθισμένη τιμή.
«Αυτή δεν είναι η ζωή κανενός φυσιολογικού ανθρώπου. Δεν υπάρχει τίποτα: ούτε νερό, ούτε φαγητό, ούτε υγειονομική περίθαλψη, ούτε καν τουαλέτα. Τα παιδιά μου με ρωτούν αν μπορούν να φάνε πατάτες, αλλά δεν έχουμε χρήματα τώρα. Το μόνο που έχουμε είναι κονσέρβες τροφίμων που μας διανέμονται (από τα Ηνωμένα Έθνη)», είπε.
«Τα παιδιά μου έχουν ήδη πάθει γρίπη, πυρετό και ηπατίτιδα. Είναι αδύναμα τώρα και δεν υπάρχουν αρκετά αντιβιοτικά, οπότε ανησυχώ πολύ», πρόσθεσε.
Λίγα χιλιόμετρα νότια του καταυλισμού βρίσκεται το al-Mawasi, μια μικρή παραθαλάσσια πόλη. Η διαδρομή μέχρι εκεί διαρκεί δύο ώρες, σε έναν δρόμο «πνιγμένο» από αυτοκίνητα, φορτηγά, άμαξες ακόμη και ποδήλατα που μεταφέρουν τους εκτοπισμένους.
Χωρίς τροφή, νερό, φάρμακα και τουαλέτα
Οι εργαζόμενοι σε υπηρεσίες βοήθειας στο al-Mawasi, το οποίο αποτελεί εδώ και μήνες καταφύγιο για όσους διαφεύγουν από τις μάχες, περιγράφουν «φρικτές και απάνθρωπες» τις συνθήκες, με περιορισμένη τροφή, βρώμικο και λιγοστό νερό, υπερφορτωμένες εγκαταστάσεις υγειονομικής περίθαλψης και σχεδόν καθόλου αποχέτευση.
Ο Δρ Τζέιμς Σμιθ, ένας Βρετανός γιατρός που εργάζεται στη νότια Γάζα, δήλωσε: «Η μυρωδιά των λυμάτων στους πιο πολυσύχναστους καταυλισμούς εκτοπισμένων είναι έντονη. Υπάρχουν στερεά απόβλητα συσσωρευμένα στην άκρη του δρόμου. Ολο και περισσότεροι άνθρωποι αρρωσταίνουν».
Πάντου φόβος…
Η Raafat Farhat, μια 64χρονη συνταξιούχος δασκάλα, κατέφυγε στο al-Mawasi πριν από τρεις ημέρες.
«Δεν φανταζόμασταν ποτέ ότι θα καταλήγαμε να ζούμε έτσι. Τώρα, μια ζωή με ηλεκτρικό ρεύμα, νερό, φαγητό και καταφύγιο μοιάζει με όνειρο», είπε.
Περισσότεροι από 35.000 Παλαιστίνιοι -πολλοί από αυτούς γυναίκες και παιδιά- έχουν πεθάνει από τότε που άρχισε η ισραηλινή επίθεση.
Η Farhat έχει χάσει περισσότερους από 30 συγγενείς, από τους οποίους «οι περισσότεροι βρίσκονται ακόμη κάτω από τα ερείπια».
Η πλειονότητα όσων έχουν αναζητήσει καταφύγιο στη νότια ακτογραμμή της Γάζας, νέοι και ηλικιωμένοι, λένε ότι το μόνο που θέλουν είναι μια ζωή χωρίς φόβο.
Η Sabreen δήλωσε ότι τώρα «φοβάται τα πάντα».
«Φοβάμαι ότι θα σκοτωθούν οι δικοί μου άνθρωποι και ότι δεν θα επιστρέψουμε ποτέ στα σπίτια μας», δήλωσε στον Guardian.
Η δεκάχρονη Massa Al-Arbeed δήλωσε ότι φοβάται πως η οικογένειά της «θα βομβαρδιστεί ή ότι κάτι θα μας συμβεί» .
«Θέλω να γίνω γιατρός για να θεραπεύω τους ασθενείς και τους τραυματίες, όπως ο πατέρας μου, και αν δεν γίνω γιατρός, θέλω να γίνω καθηγήτρια μαθηματικών γιατί μου αρέσουν πολύ τα μαθηματικά».
dikaiologitika.gr