Η μυθιστορηματική διαδρομή του τραπεζίτη Γιάννη Κωστόπουλου που έφυγε σήμερα σε ηλικία 83 ετών- Η αγάπη για την τέχνη, ο μοναδικός γάμος και οι σχέσεις που σημάδεψαν την ζωή του
Είναι Αύγουστος του 1999 και ο «καύσωνας» από το Χρηματιστήριο της Σοφοκλέους έχει μεταφερθεί χιλιόμετρα μακριά, ενώ δεν έχει αφήσει ανεπηρέαστο το γραφικό Φισκάρδο.
Εκεί στο μικρό λιμανάκι στα βόρεια της Κεφαλονιάς δένει με την άνεση του έμπειρου ιστιοπλόου ο Γιάννης Κωστόπουλος, που προσπαθεί να επιβιώσει με όσες αντοχές διακριτικότητας διαθέτει από την… κατάληψη της προκυμαίας που έχουν πραγματοποιήσει διάφοροι νεόπλουτοι.
Συνοδευόμενος από την σύντροφό του Ειρήνη Μολφέση, χωρίς σωματοφύλακες περνάει σχεδόν απαρατήρητος ανάμεσα στο πολύβουο πλήθος. Εκείνο το ζεστό καλοκαIρινό βράδυ όλοι, μόνιμοι κάτοικοι και επισκέπτες, ασχολούνται με τις θορυβώδεις συντροφιές των επωνύμων αστέρων των limit up που συναγωνίζονται η μια την άλλη σε φασαρία και επίδειξη νεοπλουτισμού.
Ο έμπειρος τραπεζίτης μένει πολύ μακριά από αυτό το σόου, πάντα συνεπής με μια φιλοσοφία και στάση ζωής που είχε υιοθετήσει από τα εφηβικά του χρόνια και περιορίστηκε να κάνει ένα μόνο σχόλιο: «Αλλα ήθη…».
Γεννημένος στην Αθήνα το 1938 ο πατριάρχης των τραπεζιτών μεγάλωσε με άλλα ήθη σε ένα μεαλοαστικό οικογενειακό περιβάλλον που «ζούσε» από την τραπεζική δραστηριότητα και «ανέπνεε» με την τέχνη της ζωγραφικής.
Ο τρίτης γενιάς τραπεζίτης και σπουδαγμένος ναυπηγός ήταν και παρέμεινε αμετακίνητα σταθερός σε αρχές και αξίες -χαρακτηριστικός εκπρόσωπος μιας γενιάς επιχειρηματιών που ανδρώθηκε μέσα από τις περιπέτειες της μεταπολεμικής Ελλάδας και στάθηκε υπεράνω των κομματικών αντιπαραθέσεων, επιλέγοντας να υπερασπιστεί με τη στέρεα συνείδηση του θεσμικού της ρόλου την υιοθέτηση και την προώθηση ενός πλαισίου που συνδύαζε την οικονομική ανάπτυξη με την κοινωνική πρόοδο.
Η αρχή της διαδρομής
Ο πατέρας του, Σπύρος Κωστόπουλος ήταν γιός του ιδρυτή της Τράπεζας Καλαμών -πρόγονος της σημερινής Alpha Bank– Ιωάννη Φ. Κωστόπουλου.
Η τραπεζική δραστηριότητα της οικογένειας ξεκινά το 1879 στην Μεσσηνιακή πρωτεύουσα όταν ο Ιωάννης Φ. Κωστόπουλος, καταγόμενος από το χωριό Σπερχογεία (απέχει εννέα χιλιόμετρα απόσταση από την Καλαμάτα), ιδρύει την ομώνυμη εμπορική επιχείρηση, ενώ το 1918 το τραπεζικό τμήμα του οίκου «Ι. Φ. Κωστοπούλου» μετονομάζεται σε «Τράπεζα Καλαμών».
Το 1924 –την χρονιά που η μοναρχία δίνει την θέση της στο πολίτευμα της Προεδρευομένης Δημοκρατίας και μόλις δύο χρόνια μετά την Μικρασιατική Καταστροφή- η έδρα της οικογενειακής τράπεζας μεταφέρθηκε στην Αθήνα.
Τότε, αποκτά το νέο της τίτλο -χωρίς γεωγραφική ή τοπική αναφορά. Με τον τίτλο «Τράπεζα Ελληνικής Εμπορικής Πίστεως», η τράπεζα κατάφερε να επιβιώσει από την ντόμινο της κατάρρευσης των μικρών ιδιωτικών τραπεζικών ιδρυμάτων της δεκαετίας του 30.
Τρία χρόνια μετά την Απελευθέρωση από τους Γερμανούς -το 1947- η επωνυμία αλλάζει και πάλι και καθιερώνεται ο τίτλος: «Τράπεζα Εμπορικής Πίστεως».
Σε ένα πόστο αυτής της τράπεζας ξεκίνησε το 1963 να εργάζεται ο Γιάννης Κωστόπουλος. Είναι η εποχή που ο θείος του, Σταύρος Κωστόπουλος από την παλαιά φρουρά των πολιτευτών των βενιζελογενών Φιλελευθέρων περιλαμβάνεται ανάμεσα στα προβεβλημένα στελέχη της Ενωσης Κέντρου.
Το 1972 χρονιά μιας ακόμη μετονομασίας της τράπεζας ο 34χρονος τότε Γιάννης Κωστόπουλος εισέρχεται στα ενδότερα της διοίκησης και ένα χρόνο μετά -το 1973- αναλαμβάνει και επισήμως τα καθήκοντα του γενικού διευθυντή και του διευθύνοντος συμβούλου της «Τράπεζας Πίστεως».
Με εκείνον καπετάνιο στο τιμόνι της γνωρίζει μεγάλη ανάπτυξη και καθίσταται η πιο εμβληματική παρουσία του ιδιωτικού τομέα στο τραπεζικό χώρο -μετά και την κρατικοποίηση του συγκροτήματος της Εμπορικής Τράπεζας, τότε συμφερόντων του καθηγητή Στρατή Ανδρεάδη το 1975.
Στο σημείο αυτό χρειάζεται μια παρένθεση προκειμένου να αναδειχθούν ορισμένες συμπτώσεις που δίνουν άλλο νόημα στα γεγονότα της οικονομικής και πολιτικής ζωής.
Ο Σταύρος Κωστόπουλος, θείος του Γιάννη Κωστόπουλου, αποχωρεί από την Εθνική λόγω της σκανδαλώδους εύνοιας στο πρόσωπο του επικεφαλής της Τράπεζας Αθηνών Κωνσταντίνου Ηλιάσκου αλλά και στους όρους της συγχώνευσης Εθνικής – Αθηνών. Η Τράπεζα Αθηνών που ανασυστάθηκε την δεκαετία του 90 και δάνεισε το όνομα της σε μια άλλη μικρή τράπεζα -την Τράπεζα Επαγγελματικής Πίστεως– είναι το όχημα που χρησιμοποίησε η Eurobank για να εισέλθει στο Χρηματιστήριο, την τότε «Σοφοκλέους».
Τα εν οίκω
Η παραίτηση του θείου αλλά και η ανισότιμη εκείνη συγχώνευση των αρχών της δεκαετίας του 50 είχαν σε μεγάλο βαθμό καθορίσει και την προσέγγιση του ίδιου του επικεφαλής της Alpha Bank απέναντι στα προξενιά και τα λογοδοσίματα των τραπεζικών εξαγορών και συγχωνεύσεων του δεύτερου μισού της δεκαετίας του 90 όταν αναπτύχθηκε και τεκμηριώθηκε η θέση για τις «δυόμιση τράπεζες»…
Επιπλέον, η ανάπτυξη της τότε «Τράπεζα Πίστεως» βοηθήθηκε και από το «πέρασμα» του συγκροτήματος της Εμπορικής Τράπεζας από τον ιδιώτη Στρατή Ανδρεάδη στις αγκάλες του κράτους αλλά και από την εξαγορά ενός σημαντικού κομματιού αυτού του συγκροτήματος -της Ιονικής Τράπεζας.
Η εξαγορά της -που καθόρισε σε μεγάλο βαθμό και την κατανομή των μεριδίων του τραπεζικού χάρτη τα αμέσως επόμενα χρόνια- έγινε το 1999, ενώ προηγουμένως είχε εξαγοραστεί η εναπομείνασα τράπεζα των Ανδρεάδηδων στο Λονδίνο, η Bank of Near East.
Η αδελφή του –Άννη– παντρεμένη αρχικά με τον Νίκο Φιλάρετο, συνδέεται πολύ αργότερα με τον πρωτοποριακό Γιάννη Γαϊτη όταν εκείνος επιστρέφει από το Παρίσι στην Αθήνα. Ζωγράφος και η κόρη του, η Δάφνη, η οποία συνέχισε και μια άλλη οικογενειακή παράδοση, την παράδοση του «Ωκύαλου». Τα σκάφη αλλάζουν αλλά το όνομα παραμένει το ίδιο για να συμβολίζει την αγάπη του τραπεζίτη αλλά και των απογόνων του για την θάλασσα και την ιστιοπλοΐα.
Η μητέρα της Δάφνης είναι κόρη του αείμνηστου Ελευθερίου Μουζάκη, ιδρυτή και βασικού μετόχου του ομώνυμου ομίλου που ταυτίσθηκε με το σήμα «Κλωσταί Πεταλούδας», ενώ η μητέρα του γιού του Φίλιππου -η Ειρήνη Μολφέση- είναι κόρη του ζωγράφου και γλύπτη Ιάσονα Μολφέση και της Καλλιόπης Σμπαρούνη, αδελφή της Καλλισθένης, που δεν ήταν άλλη από την Καλή, την αγαπημένη σύντροφο του Λεωνίδα Κύρκου.
Δύο παιδιά από σχέσεις εκτός γάμου. Ενα γεγονός που θα μπορούσε να σχολιαστεί από ανθρώπους της γενιάς του ως η απόλυτη αντισυμβατική συμπεριφορά, αν και ο Γιάννης Κωστόπουλος έχει περάσει το κατώφλι της εκκλησίας με παπά και με κουμπάρο.
Μάλιστα, το κατώφλι το πέρασε στο πλευρό της Ντόλλυς Σαρρή. Η τελευταία θυγατέρα του ναυάρχου Σαρρή και συγγενής της Μαρίκας Ηλιάδη και της Ελενας Βενιζέλου ήταν η μοναδική σύζυγός του.
Οι ιστορίες της μυθιστορηματικής διαδρομής του είναι πάρα πολλές.
Σε μια από αυτές ο Γιάννης Κωστόπουλος έφτασε στα κεντρικά της Alpha Bank στη συνήθη πρωινή ώρα του και όπως θυμούνται κάποιοι ήταν σε καλή διάθεση, αν και το πρώτο ραντεβού του δεν ήταν εύκολο.
Ίσως και να θυμήθηκε τις κουβέντες που έκανε παλιά με τον Κίτσο Τεγόπουλο, όταν η γραμματέας του τον ενημέρωσε ότι η κόρη του αείμνηστου εκδότη είχε έρθει.
Μεγαλωμένος σε ένα αστικό περιβάλλον όπου η ευγένεια είχε πάντα τον πρώτο λόγο ο Γιάννης Κωστόπουλος δεν εξεπλάγη με την εμφάνιση της Μάνιας Τεγοπούλου στα μαύρα. Την χαιρετάει ευγενικά, συζητούν για λίγο περί τέχνης και όταν την ρωτάει αν θα ήθελε να της προσφέρει κάτι η απάντηση είναι δύο λέξεις: «Μια μπύρα».
Η ώρα είναι δέκα και μισή το πρωί αλλά ο Γιάννης Κωστόπουλος δεν κάνει κανένα σχόλιο για την επιλογή της Μάνιας, χαμογελάει αδιόρατα και παραγγέλνει την μπύρα της κληρονόμου. Ο ίδιος «έμεινε» στον καφέ του.
Πηγή: newmoney.gr