Ισχυρό είναι το αποτύπωμα του Αναπνευστικού Συγκυτιακού Ιού (RSV) στους ηλικιωμένους ενήλικες, με τα ποσοστά θνησιμότητας να είναι ιδιαίτερα αυξημένα, αγγίζοντας το 10%.
Ο Καθηγητής Πνευμονολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης σε δημοσιογραφική εκδήλωση που πραγματοποίησε η GSK Ελλάδος, μίλησε για έναν ιδιαίτερα επικίνδυνο ιό, ο οποίος οδηγεί σε αυξημένο αριθμό νοσηλειών και απαιτεί ιδιαίτερα υψηλή υγειονομική δαπάνη, προκαλώντας, μεταξύ άλλων, πολύ σημαντικές επιπλοκές όπως καρδιαγγειακές επιπλοκές, όξυνση των υφιστάμενων συννοσηροτήτων και λοιμώξεις του κατώτερου αναπνευστικού συστήματος.
Παράλληλα, ο κ. Τζανάκης αναφέρθηκε στην σημασία της έγκαιρης διάγνωσης, τα συμπτώματα, τη διαχείριση αλλά και τη μεγάλη επιβάρυνση που έχει η λοίμωξη από RSV παγκοσμίως, στα εθνικά συστήματα υγείας, ιδίως για ασθενείς άνω των 60 ετών, ασθενείς με συννοσηρότητες, αλλά και τους ανοσοκατεσταλμένους, υπογραμμίζοντας τέλος την σημασία της πρόληψης της νόσου μέσω του εμβολιασμού.
Η αξία του εμβολιασμού ενηλίκων έναντι του ιού RSV ήταν το βασικό θέμα της εκδήλωσης της GSK, με ομιλητές τον κ. Antonino Biroccio, Πρόεδρο και Γενικό Διευθυντή της GSK Ελλάδος, την κα Βασίλεια Παπαγιαννοπούλου, Government Affairs και Market Access Director της GSK Ελλάδος, τον κ. Ηλία Λένα, Εμπορικό Διευθυντή Εμβολίων Ενηλίκων της GSK Ελλάδος, την κα Ειρήνη Μιτσίκη, Vaccines Medical Lead της GSK Ελλάδος και τον Καθηγητή κ. Τζανάκη.
Στα βασικά σημεία που αναδείχθηκαν πρωταγωνιστεί η αξία του δια βίου εμβολιασμού, με έμφαση στον εμβολιασμό ενηλίκων, ως το πιο αποδοτικό μέτρο πρόληψης για την αποφυγή εξάπλωσης επώδυνων, αλλά και κοστοβόρων για τα δημόσια συστήματα υγείας, ασθενειών. Λαμβάνοντας υπόψη πως το 2025 πάνω από το 50% του πληθυσμού στην Ευρώπη θα είναι άνω των 50 ετών, τα συστήματα υγειονομικής περίθαλψης αναμένεται να δεχθούν σημαντική πίεση, και υπό το πρίσμα αυτό, οι εμπλεκόμενοι φορείς είναι δόκιμο να εργαστούν προληπτικά προς την ανάπτυξη ενός εθνικού σχεδίου δράσης για τον εμβολιασμό ενηλίκων, προκειμένου να εξασφαλιστεί η έγκαιρη πρόσβαση του εν λόγω πληθυσμού στα εμβόλια. Επιπλέον, στο πλαίσιο της εκδήλωσης αναδείχθηκε η αναγκαιότητα της σωστής και έγκυρης ενημέρωσης του ενηλίκου πληθυσμού για τις νόσους που περιλαμβάνονται στο εθνικό πρόγραμμα εμβολιασμού.
Ο κ. Ηλίας Λένας επισήμανε πως για κάθε 1 ευρώ που επενδύεται στην πρόληψη, μέσω του εμβολιασμού, δύναται να αποδοθούν από 4 ως και 52 ευρώ στα συστήματα υγείας, ενώ υπογράμμισε τη συμβολή της GSK στην ανάπτυξη και διάθεση εμβολίων, τόσο σε παγκόσμιο όσο και σε τοπικό επίπεδο, με την εταιρεία να διαθέτει παγκοσμίως πάνω από 20 εμβόλια και 23 νέα εμβόλια να βρίσκονται ήδη υπό ανάπτυξη.
Με τη σειρά της, η κυρία Ειρήνη Μιτσίκη παρουσίασε την αξία του δια βίου εμβολιασμού και εστίασε στα διαθέσιμα δεδομένα, που αναδεικνύουν την αποτελεσματικότητα των εμβολίων συγκριτικά με το κόστος νόσησης και περίθαλψης, καθώς και τις εκατομμύρια ζωές που σώζονται ετησίως από εμβόλια ενηλίκων για ασθένειες, όπως η ηπατίτιδα Α και Β. Επιπλέον, έδωσε έμφαση στους λόγους που τα συστήματα υγείας οφείλουν να επενδύουν σε ένα σωστά δομημένο και πλήρες πρόγραμμα εμβολιασμού των ηλικιωμένων ενηλίκων, υπογραμμίζοντας τα οφέλη που έχει ο υγιής γηράσκων πληθυσμός και οι κοινωνίες εν γένει, και συγκεκριμένα καλύτερη ποιότητα ζωής, μειωμένα κόστη υγειονομικής περίθαλψης, διατήρηση παραγωγικότητας και ευημερία για τους ίδιους και τις οικογένειές τους.
Από την πλευρά της, η κυρία Βασίλεια Παπαγιαννοπούλου σημείωσε πως η Ελλάδα βρίσκεται σε ανταγωνιστική θέση στον χρόνο που απαιτείται σε σχέση με άλλες χώρες για την πρόσβαση του πληθυσμού σε νέα εμβόλια, ωστόσο, θα ήταν ωφέλιμο να προτυποποιηθούν και να διασυνδεθούν οι διαδικασίες που απαιτούνται για την ένταξη των νέων εμβολίων στο Εθνικό Πρόγραμμα Εμβολιασμών και τη Λίστα Αποζημιούμενων Φαρμάκων. Επιπλέον, ανέδειξε την αναγκαιότητα αξιοποίησης των υποδομών και της τεχνογνωσίας που αποκόμισε η χώρα από την πανδημία, αναδεικνύοντας την ανάγκη να αξιοποιηθούν σε μεγαλύτερο βαθμό τα εθνικά εμβολιαστικά μητρώα, αλλά και να τεθούν συγκεκριμένοι εμβολιαστικοί στόχοι προκειμένου να προάγεται η λήψη καλά ενημερωμένων αποφάσεων. Επιπλέον, επισήμανε τη συλλογική δράση που απαιτείται από όλους τους φορείς, προκειμένου να υπάρξει ένα άρτιο και τεκμηριωμένο Εθνικό Σχέδιο Δράσης για τον Εμβολιασμό με απτά οφέλη για την κοινωνία.