Κλείνει για 10 ημέρες για εργασίες συντήρησης, αλλά υπάρχει αγωνία αν η Gazprom θα ανοίξει και πάλι τις βάνες – Η Goldman Sachs εκτιμά ότι η Ευρωζώνη θα υποστεί υφεσιακό σοκ αν σταματήσουν εντελώς οι ροές – Μηνύματα αβεβαιότητας και για πετρέλαιο: οι ειδικοί προβλέπουν ότι θα παραμείνει γύρω στα 100 δολάρια το βαρέλι για τους επόμενους 6-9 μήνες
Μπορεί ένας αγωγός να προκαλέσει ταυτόχρονα ύφεση και πληθωρισμό στην Ευρωζώνη; Σύμφωνα με έκθεση της Goldman Sachs της περασμένης Πέμπτης, μπορεί – ειδικά αν πρόκειται για τον περιβόητο Nord Stream 1, τον κύριο αγωγό που μεταφέρει φυσικό αέριο από τη Ρωσία στη Γερμανία μέσω της Βαλτικής.
Τις τελευταίες ημέρες οι Ρώσοι παρέχουν το αέριο με το σταγονόμετρο -μόλις στο 40% της συνολικής του χωρητικότητας- και η Goldman Sachs θεωρεί πλέον ως πιθανότερο σενάριο να το συνεχίσουν και μετά τις εργασίες συντήρησης μέσα στον Ιούλιο, πράγμα που σημαίνει ότι το σενάριο της μερικής ομαλοποίησης της ροής εγκαταλείπεται.
Υπενθυμίζεται ότι η προμήθεια φυσικού αερίου από τη Ρωσία στη Γερμανία αναστέλλεται από σήμερα και για δέκα ημέρες προκειμένου να γίνουν εργασίες συντήρησης στον αγωγό Nord Stream 1, ο οποίος διαπερνά τη Βαλτική Θάλασσα και θεωρείται ο σημαντικότερος για τη ροή του καυσίμου προς τη μεγαλύτερη ευρωπαϊκή οικονομία.
Η ροή επρόκειτο να σταματήσει στις 06:00 (τοπική ώρα· 07:00 ώρα Ελλάδας) και, θεωρητικά τουλάχιστον, να ξαναρχίσει το πρωί της 21ης Ιουλίου.. Παρότι γίνεται ετησίως αυτή η διαδικασία και θεωρείται υπόθεση ρουτίνας, στην Ευρώπη ανησυχούν ότι αυτή τη φορά ο Βλαντιμίρ Πούτιν δεν θα ξανανοίξει τη στρόφιγγα.
Η Goldman Sachs εκτιμά επίσης ότι οι τιμές του αερίου στην Ευρώπη θα κινηθούν πολύ ψηλότερα τον Αύγουστο, «πολύ πάνω από τα 150 ευρώ ανά MWh», κάτι που θα προκαλέσει και νέα μείωση της ζήτησής του για βιομηχανική χρήση, πράγμα που θα οδηγήσει σε νέα διαταραχή της εφοδιαστικής αλυσίδας, αλλά θα αυξήσει και τον ρυθμό του πληθωρισμού.
Ωστόσο, το «ρωσικό σταγονόμετρο» μπορεί να αποδειχθεί ακόμα και «εξωπραγματικά αισιόδοξο σενάριο», αν ο Πούτιν αποφασίσει να πατήσει «βαριά» το φρένο στις εξαγωγές φυσικού αερίου στην Ευρώπη, έστω για ένα διάστημα. Στη Γερμανία, που εξακολουθεί να εξαρτάται κατά 55% από το ρωσικό αέριο, μια πλήρης διακοπή της ροής του εκτιμάται ότι θα προκαλούσε ένα σοκ ανάλογο της κατάρρευσης της Lehman Brothers ή της πανδημίας του κορωνοϊού – εξ ου και οι δηλώσεις για επιβολή δελτίου ακόμα και για τα νοικοκυριά.
Η γερμανική κυβέρνηση προετοιμάζει σιωπηλά μέτρα στήριξης για μια τέτοια περίπτωση, γνωρίζοντας ότι σε κάθε περίπτωση θα πλήττονταν σε μεγάλο βαθμό η χαλυβουργία και ο κλάδος των πλαστικών και των αυτοκινητοβιομηχανιών, που έχουν μεγάλη εξάρτηση από το φυσικό αέριο.
Οπως είναι γνωστό, η Ευρωπαϊκή Ενωση δεν προχώρησε σε επιβολή εμπάργκο για το ρωσικό αέριο μετά την εισβολή του Πούτιν στην Ουκρανία, μια και δεν μπορεί να το υποκαταστήσει παρά σε ένα μικρό ποσοστό για τα επόμενα χρόνια, ειδικά η Γερμανία. Ωστόσο, η Ρωσία ακολουθεί τακτική τεχνητού ανεβάσματος των τιμών, μειώνοντας τις ροές και αυξάνοντας τη ζήτηση ακόμα και μέσα στο καλοκαίρι, όπου αυτή είναι μειωμένη.
«Πολιτικό εργαλείο»
Στην τελευταία του έκθεση για την Ευρωζώνη, στις 30 Ιουνίου, ο οίκος Fitch σημείωνε ότι «η πρόσφατη μείωση της ροής αερίου προς την Ευρώπη έχει αυξήσει την ανησυχία ότι η Ρωσία έχει προετοιμαστεί για να το χρησιμοποιήσει ως πολιτικό εργαλείο» και υπενθύμιζε ότι η Γερμανία τον Ιούνιο ενεργοποίησε τη Φάση 2 του έκτακτου ενεργειακού σχεδίου της.
Ο Fitch κάνει αναφορές στις προσπάθειες της Γερμανίας να αλλάξει το ενεργειακό της μείγμα -με επέκταση των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας, επαναλειτουργία των ρυπογόνων εργοστασίων που καίνε άνθρακα, αλλά και με μεγαλύτερες εισαγωγές υγροποιημένου φυσικού αερίου, που προσκρούουν στην έλλειψη τερματικών σταθμών- μια και το Βερολίνο είχε «υπνωτιστεί» από τους ρωσικούς αγωγούς που μετέφεραν για χρόνια φθηνό αέριο στην πόρτα του.
«Βλέπουμε την Ευρωζώνη να βρίσκεται στο χείλος της ύφεσης το β’ εξάμηνο της χρονιάς – με τη Γερμανία και την Ιταλία, που έχουν μεγαλύτερη εξάρτηση από το ρωσικό αέριο, να μπαίνουν σε ύφεση», αναφέρουν οι συντάκτες της έρευνας της Goldman Sachs.
Τιμές για το 2023
Το απόγευμα της περασμένης Παρασκευής στην ευρωπαϊκή αγορά φυσικού αερίου η τιμή για παράδοση το φθινόπωρο του 2023 -ναι, του 2023, σε 16 μήνες από σήμερα- διαμορφώθηκε στα 125,2 ευρώ/MWh, ενώ στις 8 Απριλίου η τιμή ήταν στα 68 ευρώ/MWh – δηλαδή μέσα 90 ημέρες σχεδόν διπλασιάστηκε.
Παρ’ όλα αυτά καταγράφηκαν κάποιες συναλλαγές – σημάδι ότι υπάρχουν traders που θεωρούν ότι η αγορά δεν θα έχει επανέλθει στην κανονικότητα ούτε μετά από τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα.
Το σχέδιο της Ευρωπαϊκής Ενωσης να γεμίσει με αέριο ως την 1η Νοεμβρίου τουλάχιστον κατά 80% τους αποθηκευτικούς χώρους όλης της ηπείρου φαντάζει πλέον ως μεγάλη πρόκληση, κατά τον Fitch, ενώ οι συντάκτες της έκθεσης σημειώνουν ότι ακόμα κι αν το πετύχει, απλώς τα αποθέματα της Ε.Ε θα αντιστοιχούν στο 20% της ετήσιας κατανάλωσής της, από το 15% που είναι σήμερα.
Η δυσοίωνη έκθεση του οίκου Fitch επισημαίνει ότι παρά το γεγονός ότι οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις θα απορροφήσουν μέρος των επιπτώσεων (το 25% αναμένει η Goldman Sachs) που θα έχουν για τα πραγματικά εισοδήματα των νοικοκυριών οι εκρηκτικές αυξήσεις στην ενέργεια, η ΕΚΤ είναι απίθανο να αλλάξει την πορεία αύξησης των επιτοκίων – και επικαλείται μελέτες από το ΔΝΤ και την Bundesbank ότι οι χώρες της Eνωσης ενδέχεται να χάσουν τρεις ποσοστιαίες μονάδες ανάπτυξης το 2023, με τη Γερμανία να χάνει ακόμα πιο πολύ (3,5 μονάδες). Προβλέπει επίσης ότι μπορεί το καλοκαίρι η Γηραιά Ηπειρος να δει ανάπτυξη σε ετήσια βάση χάρη τόσο στο άνοιγμα των υπηρεσιών μετά τον κορωνοϊό όσο και στον τουρισμό, αλλά σημειώνει ότι το φθινόπωρο και τον χειμώνα θα βρεθεί αντιμέτωπη με οικονομική συρρίκνωση λόγω των αυξημένων ενεργειακών αναγκών.
Στη δική της έκθεση η Goldman Sachs εκτιμά ότι η Ευρωζώνη θα υποστεί ένα υφεσιακό σοκ αν σταματήσουν εντελώς οι ροές φυσικού αερίου από τον Nord Stream 1, με μείωση του πραγματικού ΑΕΠ από 1,2%-2,7% ως το α’ τρίμηνο του 2023.
Τα μηνύματα της αβεβαιότητας έρχονται και από την άλλη ενεργειακή αγορά, αυτή του πετρελαίου: οι φόβοι για ύφεση σε ΗΠΑ και Ευρώπη, που θα επέφεραν μείωση της ζήτησης για τον μαύρο χρυσό, οδήγησαν στις αρχές της εβδομάδας το πετρέλαιο σε τιμή κάτω από τα 100 δολάρια το βαρέλι. Ωστόσο από την Πέμπτη η τιμή του ανέκαμψε εντυπωσιακά, καθώς η μείωση στις τιμές εμπορευμάτων όπως το σιτάρι (-40%) και ο χαλκός (-30%), που επανήλθαν σε επίπεδα προ του πολέμου στην Ουκρανία, έδωσε σε πολλούς αναλυτές την αίσθηση ότι ο πληθωρισμός στις ΗΠΑ αρχίζει να φθίνει, παρά το γεγονός ότι άλλοι αναλυτές κάνουν λόγο για επισημοποίηση της ύφεσης στην αμερικανική οικονομία.
Την ίδια στιγμή, οι G7 συζητούν το ενδεχόμενο επιβολής ενός πλαφόν στο ρωσικό πετρέλαιο, σε ένα πιθανό εύρος μεταξύ 40 και 60 δολαρίων ανά βαρέλι, με στόχο από τη μια πλευρά να μειώσουν τα έσοδα της Ρωσίας και από την άλλη να καταστήσουν προσβάσιμο τον μαύρο χρυσό.
Την Πέμπτη, το αργό των Ουραλίων, την προμήθεια του οποίου η Ευρώπη έχει αποφασίσει να σταματήσει στα τέλη της χρονιάς, διαπραγματευόταν λίγο κάτω από τα 80 δολάρια το βαρέλι στις δυτικές αγορές, 25 δολάρια χαμηλότερα από το μπρεντ και το αμερικανικό αργό.
Ωστόσο, οι αναλυτές της αγοράς αμφιβάλλουν αν κάτι τέτοιο μπορεί να γίνει πράξη, καθώς, όπως σημειώνουν, απαιτεί τη συνεργασία δύο εκ των μεγαλυτέρων πελατών της Ρωσίας, δηλαδή της Κίνας και της Ινδίας, που δεν έχουν δείξει ως τώρα ότι είναι διατεθειμένες να απεμπολήσουν τα τεράστια κέρδη που τους αποφέρει το ρωσικό πετρέλαιο, το οποίο αγοράζουν σε προνομιακές τιμές.
Το πλαφόν
Οι Ρώσοι, διά του υφυπουργού Εξωτερικών Σεργκέι Ριαμπκόφ, απάντησαν ότι ένα τέτοιο πλαφόν «θα κατέρρεε» και η Μόσχα θα συνέχιζε να έχει σημαντικά έσοδα για τον προϋπολογισμό της, αλλά και για τον πόλεμό της.
Μάλιστα, κάποιοι αναλυτές ανέφεραν ότι σε περίπτωση επιβολής πλαφόν από τις ΗΠΑ και τους συμμάχους τους η Ρωσία θα μπορούσε να αντεπιτεθεί βγάζοντας μεγάλες ποσότητες πετρελαίου εκτός αγοράς, ώστε να ανεβεί η τιμή. Σημείωναν, μάλιστα, ότι σε μια τέτοια περίπτωση το πετρέλαιο θα μπορούσε να εκτοξευτεί ακόμα και στα 380 δολάρια το βαρέλι!
Οι ΗΠΑ, πάντως, απελευθέρωσαν τον Ιούνιο 5 εκατομμύρια βαρέλια πετρελαίου από τα στρατηγικά τους αποθέματα και τα εξήγαγαν σε Ευρώπη και Ασία με στόχο να μειωθούν κάπως οι τιμές της βενζίνης εκεί, παρότι και στην αμερικανική αγορά οι τιμές των καυσίμων παραμένουν σε υψηλά επίπεδα.
Με εντολή Μπάιντεν οι ΗΠΑ απελευθερώνουν ημερησίως από τον περασμένο Οκτώβριο 1.000.000 βαρέλια από τα στρατηγικά τους αποθέματα, που έχουν φτάσει στο χαμηλότερο σημείο από το 1986. Ωστόσο, πρόκειται για σταγόνα στον ωκεανό – μια δεν πρόκειται παρά για το 10% της ημερήσιας ρωσικής παραγωγής.
Η βενζίνη
Στις ΗΠΑ οι τιμές της βενζίνης έπεσαν στις περισσότερες Πολιτείες από τον μέσο όρο των 5 δολαρίων ανά γαλόνι (3,7 λίτρα), όπου είχαν φτάσει στα μέσα Ιουνίου, στα 4,8 δολάρια, αλλά, όπως σημειώνουν τα αμερικανικά ΜΜΕ, αυτό συνέβη λόγω της ιδιαίτερα μειωμένης κατανάλωσης, παρότι έχει ξεκινήσει το καλοκαίρι που ευνοεί τις μεγάλες μετακινήσεις για τουριστικούς λόγους.
Ειδικοί της αγοράς, όπως η Νάνσι Τένγκλερ, μάνατζερ σε μεγάλη επενδυτική εταιρεία, είπε στο CNBC ότι οι τιμές του πετρελαίου θα συνεχίσουν να παραμένουν σε υψηλά επίπεδα μακροπρόθεσμα, έστω και αν κινηθούν γύρω από τα 100 δολάρια ανά βαρέλι, «για τους επόμενους 6 με 9 μήνες». Η Τένγκλερ πρόσθεσε ότι η προσφορά πετρελαίου δεν πρόκειται να αυξηθεί, ενώ σημείωσε ότι η ζήτηση θα μεγαλώσει τώρα που η Κίνα δείχνει να ανοίγει και πάλι, μετά τη λήξη των σκληρών lockdown για τον κορωνοϊό.
Οταν ρωτήθηκε για την προσπάθεια του προέδρου Μπάιντεν να πείσει τις πετρελαιοπαραγωγούς χώρες να αυξήσουν την παραγωγή τους ώστε να πέσουν οι τιμές, η Τένγκλερ είπε ότι «αυτό δεν πρόκειται να συμβεί, καθώς πολλές χώρες αντλούν ήδη όσο περισσότερο πετρέλαιο μπορούν για να επωφεληθούν από τις υψηλές τιμές».