Όχι μόνο είναι δείγμα έλλειψης συντονισμού μεταξύ των υπουργείων της κυβέρνησης, αλλά είναι και πρωτοφανείς για τη λειτουργία του κράτους οι απαντήσεις που έδωσαν και τα τρία υπουργεία (Κλιματικής Κρίσης, Εσωτερικών και Υποδομών) στα οποία απευθύνθηκε ερώτηση του κοινοβουλευτικού εκπροσώπου του ΠΑΣΟΚ Μιχάλη Κατρίνη για τη λειτουργία και το ρόλο του Τομέα Αποκατάστασης Πυροπλήκτων (ΤΑΠ) Ηλείας.
Το καθένα από αυτά τα υπουργεία χαρακτήρισε τον εαυτό του αναρμόδιο και αρμόδια τα άλλα δύο από τα τρία υπουργεία στα οποία απευθύνθηκε η ερώτηση. Τελικά, δηλαδή, όλοι δήλωσαν αναρμόδιοι και εμφανίζεται μια υπηρεσία του δημοσίου να είναι ‘’ορφανή’’, να μην έχει κανείς την ευθύνη γι’ αυτήν, να της έχουν αφαιρεθεί οι αρμοδιότητες που είχε και οι υπάλληλοι να παραμένουν χωρίς ρόλο και χωρίς να γνωρίζουν ποιο θα είναι το μέλλον της υπηρεσίας τους.
Η ερώτηση του Μιχάλη Κατρίνη για τον ΤΑΠ Ηλείας είχε κατατεθεί με αφορμή τις καταστροφές που είχε προκαλέσει ο ανεμοστρόβιλος του περασμένου Ιανουαρίου στην Ηλεία, καθώς οι πληγέντες υποχρεώθηκαν να υποβάλλουν τις αιτήσεις τους στη ΔΑΕΦΚ της Πάτρας, ενώ θα μπορούσε το ΤΑΠ Ηλείας να αναλάβει ένα τέτοιο αντικείμενο, όπως υποστήριζε στην ερώτησή του ο βουλευτής.
Σε ό,τι αφορά την εκτίμηση των υπηρεσιών του υπουργείου Κλιματικήςn Κρίσης σε σχέση με την αποζημίωση των πληγέντων, όπως προκύπτει από έγγραφα που είδαν το φως της δημοσιότητας, ο Ηλείος Βουλευτής έκανε την ακόλουθη δήλωση:
‘’Είναι αδιανόητη και πέραν κάθε λογικής η εκτίμηση των αρμοδίων υπηρεσιών και της ηγεσίας του υπουργείου Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας, που αποφαίνονται πως οι πληγέντες από τον ανεμοστρόβιλο και τα ακραία καιρικά φαινόμενα της 6ης και 7ης Ιανουαρίου στις περιοχές των δήμων Πύργου, Πηνειού και Ήλιδας δεν μπορούν να αποζημιωθούν. Η αιτιολόγηση που επικαλούνται, ότι οι καταστροφές έπληξαν μεμονωμένες οικοδομές και δεν είχαν ευρύτερη έκταση, αγνοεί την νέα
πραγματικότητα της κλιματικής κρίσης και την ανάγκη για άμεση και αποτελεσματική ανταπόκριση.
Ενώ η κλιματική κρίση μας προκαλεί με όλο και πιο σφοδρούς τρόπους, το επιτελικό κράτος της Νέας Δημοκρατίας εμφανίζεται αμήχανο, ανάλγητο και απρόθυμο να προσαρμοστεί στις νέες προκλήσεις.
Είναι καιρός η κυβέρνηση να δράσει με ευαισθησία και αποτελεσματικότητα, προσαρμόζοντας και το νομοθετικό πλαίσιο στα νέα δεδομένα, αντί να αποφεύγει την ευθύνη και να κρύβεται πίσω από
ερμηνείες παρωχημένων νομοθετικών διατάξεων που την εμποδίζουν, όπως ισχυρίζεται, να προχωρήσει σε αποζημιώσεις. Δεν είναι απλώς ζήτημα ανθρωπιάς, αλλά και ζήτημα δικαιοσύνης και ηθικής υποχρέωσης’’