Από το βήμα άλλωστε της συνεδρίασης της Πολιτικής Επιτροπής ο ίδιος ο κ. Μητσοτάκης την χαρακτήρισε “επόμενο ορόσημο” θέτοντας ξεκάθαρα και τον εκλογικό στόχο: Μία “καθαρή νίκη της ΝΔ, ώστε οι πολιτικοί συσχετισμοί στον τόπο να εδραιωθούν και να αποτραπεί κάθε αμφισβήτηση αυτής της ανοδικής εθνικής πορείας που με τόσο κόπο έχουμε χτίσει”.
Όπως είπε, “θα είναι μία πολιτική αναμέτρηση, με συνέπειες τόσο στη διεθνή θέση της χώρας, όσο και στην εσωτερική της ζωή” και “το στοίχημα εκείνης της κάλπης θα είναι κι αυτό σύνθετο: από τη μία πλευρά να διατηρηθεί η πολιτική σταθερότητα του τόπου και από την άλλη, η Ελλάδα να εκλέξει στην Ευρωβουλή στελέχη με ευρωπαϊκό προσανατολισμό, που θα δυναμώσουν την εθνική παρέμβαση στους δύσκολους κοινοτικούς συσχετισμούς”.
Οι ευρωεκλογές του Ιουνίου 2024 συνιστούν την τελευταία μιας σειράς εκλογικών αναμετρήσεων που ξεκίνησαν για τη ΝΔ με τον εκλογικό θρίαμβο του περασμένου Ιουνίου και συνεχίστηκαν με την επιβεβαίωση της πολιτικής κυριαρχίας της στις κάλπες του πρώτου γύρου των περιφερειακών εκλογών.
Εάν αυτή η πολιτική κυριαρχία συνεχιστεί και αποτυπωθεί και στις κάλπες των ευρωεκλογών, θα ακολουθήσει μία τριετία χωρίς άλλη εκλογική αναμέτρηση στη διάρκεια της οποίας η κυβέρνηση θα έχει την δυνατότητα να συνεχίσει να προωθεί υπό ευνοϊκότερες για την ίδια συνθήκες την μεταρρυθμιστική ατζέντα του “πολυδύναμου εκσυγχρονισμού”. Διότι, όσο και αν ο πρωθυπουργός διαβεβαίωσε και χθες πως η ΝΔ είναι διατεθειμένη να αναλάβει το κόστος από τις συγκρούσεις προκειμένου να προωθήσει τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις, όλοι γνωρίζουν ότι αυτό αρχίζει να προσμετράται περισσότερο όταν οδεύουμε προς εθνικές κάλπες.
Στην σημερινή συγκυρία πάντως η μεταρρυθμιστική ατζέντα της κυβέρνησης ευνοείται από την κατάσταση που επικρατεί κυρίως στον χώρο της αξιωματικής αντιπολίτευσης , η οποία παραμένει εγκλωβισμένη στα εσωκομματικά της προβλήματα, την ώρα που και το ΠΑΣΟΚ μπορεί να έχει πάρει προβάδισμα για τη δεύτερη θέση στις τελευταίες δημοσκοπήσεις , δεν έχει αποκτήσει όμως ισχυρή δυναμική που να το καθιστά εναλλακτική λύση απέναντι στην κυβέρνηση.
Στο Μέγαρο Μαξίμου παρακολουθούν αυτή την δημοσκοπική εναλλαγή στην δεύτερη θέση και η επίσημη θέση είναι ότι δεν επηρεάζει την πολιτική της κυβέρνησης η οποία έχει ως σημείο αναφοράς τα προβλήματα της καθημερινότητας και την προσπάθεια να είναι όσο το δυνατόν πιο αποτελεσματική στην αντιμετώπισή τους.
Στην ουσία πάντως το υφιστάμενο πολιτικό σκηνικό αποτελεί σύμμαχο της ΝΔ για να προωθήσει και δύσκολες μεταρρυθμίσεις, όπως είναι η αλλαγή στον τρόπο φορολόγησης των ελεύθερων επαγγελματιών- όπου και χθες διαμήνυσε ότι δεν θα υποχωρήσει από την βασική φιλοσοφία της- αλλά και τα μη κρατικά πανεπιστήμια που ακολουθούν τον επόμενο μήνα.
Κοινή συνισταμένη άλλωστε των δύο αυτών πρωτοβουλιών είναι ότι πηγαίνουν πέρα και από τις προεκλογικές εξαγγελίες. Προεκλογικά η ΝΔ μιλούσε για περιορισμό της φοροδιαφυγής και για αύξηση της φορολογικής συμμόρφωσης δεν υπήρχε όμως προαναγγελία αλλαγών που θα αφορούν ειδικά στους ελεύθερους επαγγελματίες.
Όσο για τα μη κρατικά πανεπιστήμια, μπορεί η αλλαγή του άρθρου 16 να αποτελεί διαχρονική επιδίωξη της ΝΔ, η προωθούμενη όμως παρέμβαση πριν την αναθεώρησή του άρθρου 16, στην βάση των διακρατικών συμφωνιών του άρθρου 28 του Συντάγματος ήρθε στο προσκήνιο μετά τις εκλογές της 25ης Ιουνίου και συγκεκριμένα στις προγραμματικές δηλώσεις της κυβέρνησης.
Στο περιβάλλον των υπό διαμόρφωση νέων συσχετισμών, είναι σαφές ότι στο επίκεντρο της κριτικής του Μεγάρου Μαξίμου εκτός από τον ΣΥΡΙΖΑ, μπαίνει ολοένα και περισσότερο και το ΠΑΣΟΚ, στο οποίο ο κ. Μητσοτάκης καταλόγισε χθες “σταδιακή προσχώρηση σε έναν μηδενιστικό λόγο” και έκανε λόγο για “προσδοκία ότι θα βρεθεί στην δεύτερη θέση μιμούμενο μία αρνητική πολιτική με ξεπερασμένα συνθήματα που έχει ακούσει και έχει απορρίψει η ελληνική κοινωνία”.
Το στοιχείο πάντως που “κρατούν” στο Μέγαρο Μαξίμου από τις δημοσκοπήσεις είναι ότι παρά τα προβλήματα της καθημερινότητας που αντιμετωπίζουν οι Έλληνες πολίτες, “αποτυπώνεται εμπιστοσύνη στην κυβέρνηση” και μία αναγνώριση ότι προσπαθεί να δώσει τις καλύτερες δυνατές λύσεις σε μια πραγματικότητα που όπως χαρακτηριστικά τόνισε χθες ο κ. Μητσοτάκης “αποτελεί συχνά την πιο ισχυρή αντιπολίτευση”.
Την ίδια ώρα συνεχίζεται η προσπάθεια να ξορκίσουν τόσο τον εφησυχασμό, την αλαζονεία, αλλά και τον συμβιβασμό, με τον πρωθυπουργό μάλιστα να στέλνει διπλό μήνυμα σε ότι αφορά το κυβερνητικό έργο:
Πρώτον, μία από τις μεγάλες παγίδες της δεύτερης τετραετίας είναι ο συμβιβασμός με παθογένειες
Δεύτερον, το 41% δεν ισοδυναμεί με λευκή επιταγή, αλλά με αυξημένη ευθύνη και δεν είναι άλλοθι για λάθη, αλλά κίνητρο για αποτέλεσμα που επιπλέον δεν επιτρέπει υπερφίαλες συμπεριφορές καθώς το πολιτικό «κοντέρ» μηδενίστηκε στις εκλογές.
dikaiologitika.gr