Κατά τα λοιπά καλά κρατούν οι πανηγυρισμοί για την έξοδο από την ΄΄ ενισχυμένη εποπτεία΄΄…
Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία που εξέδωσε η Ελληνική Στατιστική
Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ) η Δυτική Ελλάδα είναι, μετά την Ανατολική Μακεδονία και
Θράκη, η πιο φτωχή περιφέρεια της χώρας. Όπως φαίνεται και από το
παραπάνω Γράφημα η χώρα μας παρουσιάζει τριτοκοσμικά χαρακτηριστικά.
Δεν είναι μόνο ο πληθυσμός, τα εισοδήματα και οι παραγωγικές διαδικασίες
συγκεντρωμένες στην Αττική. Η Δυτική Ελλάδα έχει, παραπάνω από ότι η
Αττική, 15,5 ποσοστιαίες μονάδες περίπου, μεγαλύτερο πληθυσμό σε κίνδυνο
φτώχειας.
Στο σημείο αυτό θα πρέπει να συνυπολογιστεί η πορεία της φτώχειας στη
χώρα μας, σε σχέση με τα Ευρωπαϊκά δεδομένα. Το έτος 2021, το 19,6% του
συνολικού πληθυσμού της χώρας ήταν σε κίνδυνο φτώχειας, σημειώνοντας
αύξηση κατά 1,9%. Η αύξηση αυτή είναι υπερδιπλάσια του αντίστοιχου μέσου
όρου των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Το πρώτο ερώτημα που προκύπτει είναι γιατί αυτή η έξαρση της
φτώχειας; Προφανώς, η δημοσιονομική κρίση άφησε μεγάλες πληγές. Υπενθυμίζεται ότι
το 2012 το αντίστοιχο ποσοστό είχε φτάσει στο 23,1%. Από τότε ξεκίνησε μία
πτωτική τάση η οποία ανακόπηκε το 2021. Μία δικαιολογία θα μπορούσε να
ήταν η πανδημία.
Όμως τις οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις της πανδημίας υπέστησαν όλα τα Ευρωπαϊκά κράτη. Ένα πρώτο σημάδι αποτυχίας της κυβερνητικής πολιτικής είναι η αύξηση του ποσοστού του
πληθυσμού σε κίνδυνο φτώχειας το 2021, πολύ μεγαλύτερου, από τον
αντίστοιχο μέσο όρο των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ένα σημαντικό επιχείρημα από τη μεριά της κυβερνητικής πολιτικής είναι ότι
κατά την περίοδο αυτή δόθηκαν πολλά κοινωνικά επιδόματα. Η Ελληνική
Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ) υπολογίζει ότι τα κοινωνικά επιδόματα
μείωσαν κατά 5,1 ποσοστιαίες μονάδες το ποσοστό του κινδύνου φτώχειας.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της EUROSTAT, η μείωση του ποσοστού της
φτώχειας μετά τα κοινωνικά επιδόματα στη χώρα μας, είναι πολύ μικρότερη
από την αντίστοιχη μείωση που επιφέρουν τα κοινωνικά επιδόματα στα κράτη
μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Μία δεύτερη δηλαδή κυβερνητική αποτυχία, που προκύπτει από μία απλή συγκριτική αξιολόγηση και στηρίζεται στην εμπειρία ότι τα κοινωνικά επιδόματα στην χώρα μας δεν σχεδιάστηκαν, από
τη σημερινή και την προηγούμενη κυβέρνηση, για να αντιμετωπίσουν
κοινωνικές ανάγκες, αλλά για να υπακούσουν σε εκλογικούς σχεδιασμούς.
Το τρίτο στοιχείο που χρειάζεται επισήμανση είναι, το εύρημα της έρευνας της
Ελληνικής Στατιστικής Αρχής ότι το 2021, το 6,9% των νοικοκυριών
δήλωσε ότι το εισόδημά του αυξήθηκε, στο 26,3% των νοικοκυριών μειώθηκε
και του 66,7% των νοικοκυριών παρέμεινε το ίδιο. Προφανώς, τα ποσοστά
αυτά θα έχουν ήδη επιδεινωθεί και θα επιδεινωθούν με την ενεργειακή και
οικονομική κρίση.
Τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ κρούουν ουσιαστικά τον κώδωνα του κινδύνου. Η
συνοχή της Ελληνικής κοινωνίας διαρρηγνύεται. Το κοινωνικό δίκτυ, που
δημιούργησαν οι τελευταίες κυβερνήσεις, είναι αναποτελεσματικό. Η Δυτική
Ελλάδα στριμώχνεται στο 1/3 της Ελληνικής κοινωνίας που έχει ελλιπή
πρόσβαση σε εισοδήματα, απασχόληση, αγαθά και υπηρεσίες και τείνει να
περιθωριοποιηθεί.
Τι χρειάζεται να γίνει;
Η εφαρμογή μίας άλλης πολιτικής. Σύγχρονης, αποκεντρωμένης, με ισχυρό
και αποτελεσματικό δίκτυ κοινωνικής προστασίας απαλλαγμένο από
μικροκομματικές σκοπιμότητες, με στρατηγική περιφερειακής ανάπτυξης που
ως στόχο θα έχει και την άμβλυνση των περιφερειακών ανισοτήτων.
Κλείνοντας και με δεδομένο ότι είμαστε τμήμα της Περιφέρειας Δυτικής
Ελλάδας, ας αναλογιστούμε όλοι μας , ότι η αγαπημένη μας Ηλεία με τα τόσα
πολλά συγκριτικά πλεονεκτήματα δεν μπορεί να ξεφύγει από την συνειδητή
οπισθοδρόμηση – εξαθλίωση που επέλεξε για αυτήν η σημερινή Κυβερνητική
πολιτική.
Στο χέρι μας λοιπόν είναι να προσπαθήσουμε να τα αλλάξουμε…
Αξίζει να προσπαθήσουμε.
Νίκη Κοκκαλιάρη
Πολιτικός Μηχανικός M.Sc