Νέα Υόρκη, παραμονή Χριστουγέννων. Από τις αστραφτερές βιτρίνες της 5ης Λεωφόρου μέχρι τα παγοδρόμια και τα εμβληματικά αρχιτεκτονήματα, κατά τη διάρκεια των γιορτών η πόλη που δεν κοιμάται ποτέ μετατρέπεται στη βασίλισσα με τα πολλά στέμματα. Στην πόλη των χριστουγεννιάτικων θαυμάτων με τους χιονισμένους δρόμους, τα στολισμένα δέντρα και τα εκατομμύρια φωτάκια.
Στον πυρήνα όλων αυτών, η περιοχή του Upper East Side. Η γειτονιά με τον πολυμορφικό χαρακτήρα που έχει προσελκύσει την αριστοκρατία από τα τέλη ακόμα του 1880. Εκεί, μεσούντων των Χριστουγέννων, γράφτηκε ο επίλογος μιας προνομιούχας, αλλά και ταραχώδους ζωής. Ο 84χρονος εφοπλιστής, επιχειρηματίας, συλλέκτης και φιλάνθρωπος Νικόλας Ζούλλας έφυγε από τη ζωή στην άνεση του πολυτελούς ρετιρέ του, αξίας 4,6 εκατ. δολαρίων, περιστοιχισμένος από την οικογένειά του: τη σύζυγο και τα τρία μικρά παιδιά του.
Θα ήταν ιδανικό ξεπροβόδισμα αν δεν έλειπαν δύο από τους σημαντικότερους ανθρώπους της ζωής του: οι γιοι του από τον πρώτο του γάμο. Ενας εξ αυτών έφερε και το όνομα του πατέρα του Σοφοκλή. Η απουσία τους ήταν η κορυφή του παγόβουνου και η κατάληξη μιας πολύπλοκης και ανταγωνιστικής το δίχως άλλο σχέσης, γεμάτης σκαμπανεβάσματα, εντάσεις μέχρι και μετωπικές συγκρούσεις στις δικαστικές αίθουσες. Μια σχέση η οποία θρυμματίστηκε με τον θάνατο του πατριάρχη της οικογένειας.
Οι αντίπαλες πλευρές, η νυν σύζυγος με τα τρία μικρά παιδιά και η πρώην σύζυγος με τα δύο μεγαλύτερα, δεν έκρυψαν την απόσταση που τους χωρίζει. Εξέδωσαν διαφορετικούς επικηδείους, δίχως να αναφέρουν οι μεν τους δε. Η κάθε πλευρά διεκδικούσε τον Νικόλα Ζούλλα για τον εαυτό της.
Εκείνος, όμως, επέφερε το καθοριστικό πλήγμα μετά τον θάνατό του. Σύμφωνα με τη διαθήκη του, η οποία κατατέθηκε τον Μάρτιο στο Δικαστήριο του Μανχάταν και αποκαλύφθηκε μόλις τώρα, τα δύο παιδιά που απέκτησε από τον πρώτο του γάμο δεν συμπεριλαμβάνονταν σε αυτήν. «Κατόπιν ωρίμου σκέψεως, αποφάσισα να μην αφήσω τίποτα στους γιους μου, Αλέξη Ζούλλα και Σοφοκλή Ζούλλα», αναφέρεται στην επίμαχη διαθήκη που υπεγράφη το 2018, εξαιρώντας και την πρώτη του σύζυγο και μητέρα των παιδιών του.
Από τη Ζάτουνα στην κορυφή της Νέας Υόρκης
Μπορεί η Νέα Υόρκη να αποδείχθηκε ο τελευταίος προορισμός του Νικόλα Ζούλλα, αλλά η αφετηρία της δυναστείας, άρα και η δική του, ήταν η Ζάτουνα Αρκαδίας. Πρόκειται για έναν σαγηνευτικό, γραφικό οικισμό, χτισμένο σε υψόμετρο 1.500 μέτρων με πετρόχτιστα σπίτια. Εκεί γεννήθηκε ο πατριάρχης της οικογένειας, ο εφοπλιστής Παναγιώτης Πανταλέων.
Ο εύστροφος αυτός άνδρας ίδρυσε την εταιρεία Ατμοπλοΐα Πανταλέοντος. Θεωρήθηκε, μάλιστα, ο μεγαλύτερος εφοπλιστής της Σμύρνης με τον αρτιότερο επιβατηγό στόλο στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, ο οποίος έφερε ελληνική σημαία. Αργότερα, έθεσε τον στόλο του στην υπηρεσία του ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού, το οποίο τον χρησιμοποίησε για την απελευθέρωση της Χίου, των Οινουσσών και της Λέσβου.
Ο γιος του, Νικόλας, μετά τον θάνατο του πατέρα του το 1914, μαζί με τον αδελφό του, Δημοσθένη, ανέλαβαν την Ατμοπλοΐα Πανταλέοντος υπό τη νέα επωνυμία Υιοί Π. Πανταλέοντος και συνέχισαν το έργο της επί 12 έτη. Ηταν τα δικά τους πλοία εκείνα που κατά τη Μικρασιατική Καταστροφή μετέφεραν Ελληνες από τη Μικρά Ασία στην Ελλάδα. Αργότερα συμμετείχαν και στην ίδρυση της εταιρείας Ακτοπλοΐα της Ελλάδος (ΑΚΤΕΛ).Απόγονος αυτής της οικογένειας με τη μακρά παράδοση στη ναυτιλία και ευρύτερα στις επιχειρήσεις ήταν ο Νικόλαος Ζούλλας.
Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1937. Γονείς του ήταν ο Σοφοκλής και η Λουίζα. Είχαν δημιουργήσει τεράστια περιουσία και ζούσαν στην Πάτρα. Ανήκαν στην αφρόκρεμα της πόλης, τότε που εκείνη άκμαζε. Η οικία τους μάλιστα δέσποζε στην παραλία (δίπλα ακριβώς στην εκκλησία που είναι αφιερωμένη στην Κοίμηση της Θεοτόκου) μέχρι και το 1989 που κατεδαφίστηκε. Επρόκειτο για αρχιτεκτονικό διαμάντι που άρμοζε στον πατέρα του Νικόλα, τον Σοφοκλή Ζούλλα, ο οποίος είχε διατελέσει πρόεδρος στον Εμπορικό Σύλλογο Πατρών το 1930-1931.
Τα πράγματα άλλαξαν στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και την άφιξη των ναζί. Η οικογένεια προσέφερε συστηματικά τρόφιμα και βοήθεια στους συμπολίτες της που λιμοκτονούσαν. Αξιοσημείωτη ήταν και η προσπάθεια να φυγαδεύσει όσο το δυνατόν περισσότερους εβραίους. Η δράση της, όμως, αυτή στοχοποίησε τον πατέρα Σοφοκλή, ο οποίος αποφάσισε να εγκαταλείψει την Ελλάδα και να αναζητήσει μια καλύτερη τύχη στην άλλη άκρη του Ατλαντικού. Εκεί έφτασε η οικογένεια το 1947 και με τη βοήθεια ομογενών προσαρμόστηκε στα νέα δεδομένα.
Η μεγάλη περιουσία τους, άλλωστε, τους διαφοροποιούσε από τους υπόλοιπους Ελληνες μετανάστες. Ο Σοφοκλής Ζούλλας το 1953 ίδρυσε στις Ηνωμένες Πολιτείες νέα δική του εταιρεία, η οποία πήγε καλά εξασφαλίζοντας στην οικογένειά του πολυτελή διαβίωση. Ο Νικόλας Ζούλλας φοίτησε σε ένα από τα πιο επίλεκτα ιδιωτικά σχολεία, τη Σχολή Γκόρντον. Αφού αρίστευσε, έγινε δεκτός στο Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ.
Γνωριμία και έρωτας
Μετά τις σπουδές του γνώρισε και ερωτεύτηκε μια νεαρή Ελληνίδα, τη Μαριάννα Σουγιουτζόγλου. Ομορφη και καλλιεργημένη, με σπουδές στη Γαλλία, στη Φλωρεντία και την Οξφόρδη, η Μαριάννα επίσης καταγόταν από αριστοκρατική οικογένεια. Ο πατέρας της ήταν πρόεδρος της εταιρείας καπνού C. Souyoutzoglou Tobacco Corporation of Greece και επίτιμος πρόξενος της Σουηδίας στην Ελλάδα.
Νικόλας Ζούλλας και Μαριάννα Σουγιουτζόγλου αρραβωνιάστηκαν και ο γάμος τους υπήρξε κοσμικό γεγονός, με τους «New York Times» να έχουν αφιερώσει άρθρο στο λαμπερό ζευγάρι, το οποίο ενώθηκε με τα ιερά δεσμά στην Ελβετία, όπου κάποιες από τις πιο επιφανείς ελληνικές οικογένειες παραβρέθηκαν σε εκείνη την εντυπωσιακή τελετή. Η ζωή αποδείχθηκε ιδιαίτερα γενναιόδωρη μαζί τους, μια που απέκτησαν δύο αγόρια, τον Σοφοκλή και τον Αλέξη, ενώ η οικογενειακή ναυτιλιακή εταιρεία Norland Shipping and Trading Corporation εκτινάχθηκε οικονομικά.
Οπως ήταν φυσικό, οι γιοι Ζούλλα, μετά από εξαιρετικές σπουδές, εντάχθηκαν στην εταιρεία. Κατά τη διάρκεια της ζωής του ο πατέρας τους υπήρξε ένθερμος υποστηρικτής της Ελληνικής Ορθόδοξης Εκκλησίας και υπηρέτησε ως μέλος διάφορων επιτροπών του Χάρβαρντ, συμπρόεδρος της Επιτροπής Επισκεπτών του Ελληνικού και Ρωμαϊκού Τμήματος του Μητροπολιτικού Μουσείου Τέχνης στη Νέα Υόρκη, μέλος της Επιτροπής Επισκεπτών του Κλασικού Τμήματος του Μουσείου Καλών Τεχνών της Βοστόνης, μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του Ιδρύματος Αμερικανικού Νοσοκομείου στο Παρίσι κ.ά.
Για να τιμήσει την πατρίδα και τους γονείς του δημιούργησε μια σειρά διαλέξεων στη μνήμη τους με θέματα ελληνικού ενδιαφέροντος. Αν και η δράση του στη ναυτιλία μέτραγε δεκαετίες, κατά τη διάρκεια των οποίων ήταν μέλος του Αμερικανικού Γραφείου Ναυτιλίας και της Αμερικανικής Εταιρείας Ναυπηγών Αρχιτεκτόνων, δεν άργησε να φανεί και το πραγματικό του πάθος: η συλλογή έργων τέχνης.
Ο ίδιος, μάλιστα, συνήθιζε να λέει ότι ο παππούς του, Αθανάσιος Ρουσόπουλος, ήταν διακεκριμένος αρχαιολόγος και από εκείνον κόλλησε το μικρόβιο. Τη δεκαετία του 1980 ο Νικόλας Ζούλλας άρχισε να συλλέγει ελληνικές αρχαιότητες.
Ο Ντίτριχ φον Μπόθμερ, στενός φίλος και επικεφαλής του Ελληνικού και Ρωμαϊκού Τμήματος του Μητροπολιτικού Μουσείου Τέχνης, για περισσότερα από 30 χρόνια, τον βοήθησε να δημιουργήσει μια αξιοσημείωτη συλλογή αρχαίων ελληνικών τεχνουργημάτων.
Στη συνέχεια, διεύρυνε το ενδιαφέρον του και στη μοντέρνα τέχνη. Σύχναζε σε μουσεία και γκαλερί εμπλουτίζοντας τη συλλογή του με ποικίλους και ενδιαφέροντες τρόπους. Τακτικός επί δεκαετίες στους κορυφαίους οίκους δημοπρασιών του κόσμου, ο Νικόλας Ζούλλας έδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την κλασική γυναικεία μορφή του 20ού αιώνα. Η συλλογή του αποτελείται από έργα απ’ όλο τον κόσμο, με πίνακες, σχέδια και γλυπτά ακόμη και ανερχόμενων καλλιτεχνών, τους οποίους ο ίδιος υποστήριξε και οικονομικά.
Στην κατοχή του βρέθηκαν πολύτιμα και σπάνια έργα τέχνης. Παραδόξως, όμως, αυτά τα έργα αποτέλεσαν την αφορμή για την οριστική ρήξη με τους γιους του, αλλά και μια περιπέτεια με μια πρώην ερωμένη του που είδε το φως της δημοσιότητας.
Η εταιρεία των δύο παιδιών του
Τη δεκαετία του 2000 τα δύο μεγάλα παιδιά του έφυγαν από την οικογενειακή εταιρεία ιδρύοντας τη δική τους με την ονομασία Eagle Bulk Shipping και αγοράζοντας τα πρώτα τέσσερα Supramax. «Ηθελα να αρχίσω μια καινούρια εταιρεία από το μηδέν. Ηθελα να παντρέψω την καλή συντήρηση των πλοίων και την καλή διαχείριση, για την οποία φημίζονται οι Ελληνες εφοπλιστές, με την αμερικανική παράδοση της διαφάνειας στη διοίκηση των ομίλων και της υπευθυνότητας έναντι των μετόχων. Ετσι, λοιπόν, ίδρυσα την Eagle Bulk Shipping, η οποία συνδυάζει όλα όσα προανέφερα», είχε δηλώσει σε συνέντευξή του ο Σοφοκλής Ζούλλας ο νεότερος.
Η κίνησή τους αυτή, όμως, προκάλεσε σοβαρές ρωγμές στις σχέσεις των δύο γιων με τον πατέρα τους. Ο τελευταίος, άλλωστε, είχε χωρίσει από τη μητέρα τους και είχε ήδη παντρευτεί τη δεύτερη σύζυγό του, Σούζαν Μπέιτς, με την οποία απέκτησε τρία παιδιά.
Η εταιρεία του Σοφοκλή Ζούλλα δεν άργησε να εισαχθεί και στο Χρηματιστήριο NASDAQ το 2005, αντλώντας 201,6 εκατ. δολάρια. Τότε ο στόλος της εταιρείας απαρτιζόταν από 39 φορτηγά πλοία (37 Supramax και 2 Handymax), ενώ είχε υπό κατασκευή επτά Supramax. «Αυτό αυξάνει τις ευθύνες, διότι ένας Ελληνας που εισέρχεται στο Χρηματιστήριο αισθάνεται κααι μεγάλο βάρος. Εγώ αισθάνομαι και ζω με αυτή την υπευθυνότητα 24 ώρες το 24ωρο», είχε δηλώσει ο Σοφοκλής Ζούλλας.
Η εταιρεία έφτασε να αριθμεί 47 υπερσύγχρονα πλοία Supramax και Handymax. Βραβεύτηκε μάλιστα το 2008 από τη Marine Money International με το βραβείο Wild Card Deal of the Year, ενώ η Fortune Small Business την κατέταξε στις 100 πρώτες γρήγορα αναπτυσσόμενες μετοχικές εταιρείες της Αμερικής. Σήμερα υπολογίζεται ότι αξίζει περισσότερο από 800 εκατ. δολάρια.
Αγάπη για την ελληνική καταγωγή
Ο Σοφοκλής πάντα μιλούσε με αγάπη για την ελληνική καταγωγή του και το επιχειρηματικό δαιμόνιο των προγόνων του: «Εγώ γεννήθηκα στην Αμερική και θεωρώ τον εαυτό μου φορέα δύο πολιτισμών, του ελληνικού και του αμερικανικού». Εντύπωση, όμως, προκαλούσε ότι συχνά επικαλούνταν τον συνονόματο παππού του και όχι τον πατέρα του. «Αν δεν είχα ακούσει τα λόγια του παππού μου πριν από 35 χρόνια, δεν νομίζω ότι θα είχα την ευκαιρία να αρχίσω την εταιρεία». Αναφερόμενος δε στη γιαγιά του αποκάλυπτε τι του έλεγε: «Η θάλασσα αρρωσταίνει, αλλά ποτέ δεν πεθαίνει».
Σε σημαντικές στιγμές, όπως η τελετή καθέλκυσης δύο νέων Supramax πλοίων, των «Golden Eagle» και «Imperial Eagle», εμφανίστηκε με τη μητέρα και τον αδελφό του, Αλέξη, που είναι και πρόεδρος της Eagle Shipping International.
Ο πατέρας του δεν τον συνόδευε. Ελάχιστα χρόνια αργότερα οι δυο τους συναντήθηκαν, αλλά αυτή τη φορά στις δικαστικές αίθουσες για έναν πίνακα. Ο Σοφοκλής Ζούλλας κατηγόρησε τον πατέρα του ότι πούλησε τον πίνακα του Κλοντ Μονέ «Sainte Adresse» στον οίκο δημοπρασιών Christie’s αντί 3,9 εκατ. δολαρίων. Για την ακρίβεια, ο πατήρ Νικόλας Ζούλλας φέρεται να μεταβίβασε τον εν λόγω πίνακα στη Naxos Art Inc., δική του εταιρεία στις Βρετανικές Παρθένες Νήσους, αντί 900.000 δολαρίων. Η Naxos σύντομα τον πούλησε μέσω του οίκου Christie’s, σύμφωνα με τα δικαστικά έγγραφα.
Στα δικαστήρια για τον πίνακα
Ο υιός Σοφοκλής Ζούλλας δήλωσε ότι ο πίνακας δεν ανήκε ποτέ στον πατέρα του, αλλά εξαρχής σε εκείνον, καθώς του τον είχε χαρίσει ο παππούς του, Σοφοκλής ο πρεσβύτερος, το 1995. Η υπόθεση κατέληξε στα δικαστήρια. «Ημουν ο αγαπημένος του εγγονός», είπε στο δικαστήριο ο Σοφοκλής Ζούλλας, καταθέτοντας και μία επιστολή με ημερομηνία 28 Νοεμβρίου του 1995 γραμμένη σε επιστολόχαρτο του παππού του και ένα τιμολόγιο του Sotheby’s με ημερομηνία 29 Νοεμβρίου του 1995, αποδεικνύοντας ότι ο πίνακας αγοράστηκε από τον παππού του ως δώρο στον ίδιο. Κανείς δεν γνωρίζει τι συνέβη στη συνέχεια.
Ο ίδιος κατέθεσε ότι ανακάλυψε για πρώτη φορά την κλοπή όταν περιεργαζόταν τον διαδικτυακό κατάλογο του Christie’s ένα βράδυ τον Ιούνιο του 2013 και είδε τον εν λόγω πίνακα στον κατάλογο. Στη συνέχεια έμαθε ότι ο πατέρας του τον είχε πουλήσει αρκετά χρόνια πριν.
Ο αδελφός του, Αλέξης Ζούλλας, υποστήριξε ότι ο πατέρας τους είχε φυγαδεύσει από την Ελβετία και άλλα έργα τέχνης, μικρότερης αξίας από τον πίνακα του Μονέ. Και οι δύο υποθέσεις διευθετήθηκαν μεταξύ τους. Τώρα, όμως, που ο Νικόλας Ζούλλας με τη διαθήκη του αποκλήρωσε τους γιους του, αποδεικνύεται ότι οι διαφορές δεν είχαν γεφυρωθεί. Ο Νικόλας Ζούλλας ζούσε με τη δεύτερη σύζυγό του στο Knickerbocker της Νέας Υόρκης. Η δεύτερη οικογένειά του έχει στην κατοχή της άλλα τέσσερα ακίνητα στο Σαουθάμπτον, συνολικής αξίας 24,6 εκατ. δολαρίων.
Η διαμάχη με την ερωμένη
Λίγα χρόνια πριν από τον θάνατό του, όμως, η τέχνη αποτέλεσε αφορμή για μία ακόμα δημόσια και δυσάρεστη περιπέτεια. Ο Νικόλας Ζούλλας, τότε 79 ετών, αναγκάστηκε να προσφύγει στην Αστυνομία όταν συνειδητοποίησε ότι η ερωμένη του είχε αφαιρέσει από την καλοκαιρινή του οικία έργα τέχνης αξίας 10 εκατ. δολαρίων.
Ο ίδιος υπέβαλε αναφορά μετά την κλοπή. Εξήγησε ότι είχε ερωτική σχέση με την εν λόγω γυναίκα, η οποία ήταν μοντέλο. Οταν, όμως, διέκοψε τον δεσμό, κατήγγειλε ότι αυτή με τη βοήθεια του συντρόφου της εισήλθαν στο σπίτι και αφαίρεσαν δεκάδες έργα τέχνης.
Χρησιμοποιώντας έναν ιδιωτικό ερευνητή, ο Ζούλλας μπόρεσε να εντοπίσει ένα σπίτι στο οποίο είχαν αποθηκευθεί τα επίμαχα έργα. Στη συνέχεια, η Αστυνομία εκτέλεσε ένταλμα έρευνας στο σπίτι όπου βρήκε μεγάλο αριθμό από τα έργα τέχνης, γλυπτά και κειμήλια.
Το ζευγάρι συνελήφθη και αντιμετώπισε σοβαρές κατηγορίες για κλοπή. Μετά τον θάνατο του πατέρα τους, στην κοινή τους δήλωση οι Σοφοκλής και Αλέξης Zούλλας αναφέρουν: «Θρηνούμε την απώλεια του πατέρα μας που έζησε μια εκπληκτική και πολύπλοκη ζωή. Ενώ τον σεβόμασταν και τον αγαπούσαμε, δεν συμφωνούμε με πολλές από τις επιλογές του, ιδιαίτερα αυτές που έκανε αργότερα στη ζωή του, όταν δυστυχώς βρισκόταν σε κατάσταση παρακμής».
Παρά τα πλούτη και τα μεγαλεία, στην περίπτωση του Νικόλα Ζούλλα και των γιων του αποδεικνύεται ότι η σχέση πατέρα – γιου μπορεί να είναι οδυνηρή, ακόμα κι όταν πλαισιώνεται από εκατομμύρια..