Ο μισθός των συνταξιούχων του Δημόσιου που συνεχίζουν να εργάζονται δεν θα μειωθεί, σύμφωνα με νέα διάταξη του υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών.
Η διάταξη αυτή προβλέπει ότι οι συνταξιούχοι που παραμένουν σε θέσεις με σχέση εξαρτημένης εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου θα διατηρούν τον μισθό τους στο επίπεδο που ήταν πριν από τη συνταξιοδότησή τους. Η διάταξη αυτή λύνει το πρόβλημα που δημιούργησε ο νόμος του 2015 για την εργασία των συνταξιούχων, διασφαλίζοντας ότι δεν θα υπάρξουν περαιτέρω οικονομικές επιβαρύνσεις για αυτούς.
Η εν λόγω ρύθμιση αντιμετωπίζει το πρόβλημα που προέκυψε όταν διάφοροι φορείς του Δημοσίου άρχισαν να ζητούν επιστροφή ποσών από συνταξιούχους εργαζόμενους, επικαλούμενοι νόμο του 2015. Σε ορισμένες περιπτώσεις, τα ποσά που απαιτούνταν να επιστραφούν ξεπέρασαν τις 30.000 ευρώ, οδηγώντας πολλούς συνταξιούχους στα δικαστήρια για να διεκδικήσουν το δίκιο τους.
Σύμφωνα με το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους, οι συνταξιούχοι που συνέχιζαν να εργάζονται έπρεπε να τοποθετηθούν στο μισθολογικό κλιμάκιο νεοδιοριζόμενου υπαλλήλου. Αν αυτή η επανατοποθέτηση δεν γινόταν άμεσα, οι συνταξιούχοι έπρεπε να επιστρέψουν τις διαφορές αποδοχών που είχαν λάβει.
Μετά από συνεχείς διαβουλεύσεις, το Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών περιέλαβε στο νομοσχέδιο για τα ανασφάλιστα οχήματα μια διάταξη που εξασφαλίζει ότι οι συνταξιούχοι που συνεχίζουν να εργάζονται διατηρούν το μισθολογικό κλιμάκιο που κατείχαν μέχρι την υποβολή της αίτησης συνταξιοδότησης, δεν προχωρούν σε ανώτερα κλιμάκια αλλά και δεν επιστρέφουν στο εισαγωγικό κλιμάκιο. Επιπλέον, δεν θα αναζητούνται τα ποσά που ήδη έχουν καταβληθεί.
Ειδικότερα, η διάταξη προβλέπει ότι οι υπάλληλοι με σχέση εξαρτημένης εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου διατηρούν το μισθολογικό κλιμάκιο που κατείχαν μέχρι την υποβολή της αίτησης συνταξιοδότησης και δεν προχωρούν σε ανώτερο κλιμάκιο μέχρι τη λύση της εργασιακής τους σχέσης.
Βάσει της ίδιας διάταξης, δεν θα καταλογίζονται ούτε θα αναζητούνται τυχόν υπερβάλλουσες μισθολογικές απολαβές που έχουν καταβληθεί εξαιτίας της μη κατάταξής τους στο εισαγωγικό κλιμάκιο μετά την υποβολή της αίτησης συνταξιοδότησης.