Του Τάσου Δασόπουλου
Τη συγκατάθεση και από το Eurogroup της Δευτέρας θα εξασφαλίσει η Ελλάδα για την αύξηση των μέτρων στήριξης της ελληνικής οικονομίας για το 2021 , από τα 7,5 στα 11,6 δισ. ευρώ, όπως συμφωνήθηκε με τους θεσμούς στο πλαίσιο της 9ης αξιολόγησης .
Τυπικά, η αύξηση των δαπανών της πανδημίας θα μπορούσε να δικαιολογηθεί και εκ των υστέρων, στο πλαίσιο παράταση της γενικής ρήτρας διαφυγής. Η παράταση της άρσης των δημοσιονομικών κανόνων και για το 2021 επιτρέπει και στην Ελλάδα αλλά και στα άλλα κράτη-μέλη της Ε.Ε. να συνεχίσουν να πραγματοποιούν όσες δαπάνες χρειαστεί για να στηρίξουν τις οικονομίες τους.
Ωστόσο, η υπέρβαση του ορίου των δαπανών για την κάλυψη των αναγκών που προέκυψαν από τον κορονοϊό συζητήθηκε κατ’ επιλογή της Αθήνας από πολύ νωρίς. Από τον πρώτο μήνα του χρόνου συζητήθηκε και συμφωνήθηκε με τους θεσμούς, λόγω της παράτασης του lockdown της οικονομίας και του καθεστώτος ενισχυμένης εποπτείας όπου συνεχίζει να βρίσκεται η Ελλάδα. Ωστόσο , εκτός από το απολύτως προφανές, η κίνηση του υπουργείου Οικονομικών έχει ως απώτερο στόχο την ενίσχυση της αξιοπιστίας της χώρας εν όψει των συζητήσεων που θα γίνουν αμέσως μετά το τέλος της πανδημίας, ή τουλάχιστον μόλις η κρίση του κορονοϊού αρχίσει να υποχωρεί.
Τον Απρίλιο, κατά τις συζητήσεις της 10ης αξιολόγησης σε καθεστώς ενισχυμένης εποπτείας, η Ελλάδα, εκτός από την επόμενη δόση των 644 εκατ. ευρώ από τα κέρδη των ομολόγων που διακρατεί η ΕΚΤ και οι άλλες κεντρικές τράπεζες, θα πρέπει να πείσει τους θεσμούς ότι μπορεί αμέσως μετά το τέλος της κρίσης του κορονοϊού να κάνει επανεκκίνηση στο πρόγραμμα της μείωσης φόρων που διακόπηκε βίαια στις αρχές του 2020 λόγω της πανδημίας. Αυτό θα γίνει στο πλαίσιο της ενημέρωσης των θεσμών για το μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα ανάπτυξης και σταθερότητας για την περίοδο 2021-2024, το οποίο θα πρέπει να δημοσιοποιηθεί μέχρι και τα τέλη του επόμενου μήνα.
Το υπουργείο Οικονομικών δεν θα ήθελε, την ίδια ώρα που θα συζητά μείωση των φόρων έως το 2024, να ζητά παράλληλα και αύξηση των δαπανών για τ ο 2021. Στις προβλέψεις του το υπουργείο Οικονομικών θα εμφανίζει ότι από το 2022 και μετά θα υπάρξει ικανός δημοσιονομικός χώρος για διατήρηση έκτακτων και λήψη νέων μέτρων μειώσεων φόρων.
Σε πρώτη φάση ζητούμενο είναι η μείωση των ασφαλιστικών εισφορών κατά 3% και η κατάργηση της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης για τα εισοδήματα του ιδιωτικού τομέα και για το 2022.
Επίσης, τον Απρίλιο θα πρέπει οριστικοποιηθεί και το αν θα έχουμε φέτος τη δεύτερη δόση μείωσης του ΕΝΦΙΑ, μεσοσταθμικά κατά 8% με δημοσιονομικά ουδέτερο τρόπο, ή τελικά το μέτρο θα αναβληθεί για το 2022.
Μόνιμες μειώσεις φόρων
Το πιο ουσιαστικό κομμάτι, όμως, θα είναι αυτό που θα ξεκινά από το 2023, όταν πια θα μπορούν να ληφθούν μόνιμα μέτρα μείωσης φόρων. Σε αυτό το πακέτο το υπουργείο Οικονομικών θέλει να υλοποιήσει:
1. Την επέκταση και μονιμοποίηση του μέτρου της κατάργησης της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης για τα εισοδήματα και του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα και τις συντάξεις.
2. Την κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος σταδιακά σε δύο χρονιές.
3. Τη δεύτερη δόση μείωσης φορολογικών συντελεστών για τις επιχειρήσεις από το 24% στο 20%.
4. Την επιπλέον μείωση των ασφαλιστικών εισφορών, με στόχο τη μείωση του μη μισθολογικού κόστους.
5. Την κατάργηση του συμπληρωματικού φόρου για τον ΕΝΦΙΑ, όπως προβλέπει και το πόρισμα της επιτροπής Πισσαρίδη.
6. Την εκκίνηση της μείωσης των συντελεστών ΦΠΑ (όπως προέβλεπε και το προεκλογικό πρόγραμμα της Ν.Δ.) από το 2024.
Η συζήτηση του ΠΣΑ θα ανοίξει, αλλά δεν είναι βέβαιο ότι θα κλείσει και τον Απρίλιο. Τούτο διότι η συζήτηση για στόχους και μέτρα που αφορούν το 2021 και τα επόμενα χρόνια έχει νόημα μόνο αν έχουμε αφήσει πίσω μας την πανδημία και έχουμε μια βάση για να προχωρήσουμε στα επόμενα βήματα.