Σταθερός «πρωταγωνιστής» στις εξαγωγές των ελληνικών αλκοολούχων ποτών παραμένει το ούζο, εμφανίζοντας μάλιστα την τελευταία πενταετία αύξηση της τάξεως του 45%, σε αξία και 8%, σε ποσότητα.
Σε ποσότητα, η Ελλάδα εξήγαγε συνολικά 12.914.387 kg το πρώτο εξάμηνο του τρέχοντος έτους, έναντι 11.108.580 kg το 2019, με την καλύτερη επίδοση μέσα στην πενταετία, σε όγκο, να καταγράφεται το 2022, με 13.706.670 kg. Με βάση τα ίδια στοιχεία, το ούζο, αυτή τη στιγμή, αντιπροσωπεύει το 59% της αξίας και το 71% της ποσότητας του συνόλου των εξαγωγών των ελληνικών αποσταγμάτων.
Οι τρεις κύριοι προορισμοί και οι αγορές που ανεβαίνουν
Η Γερμανία η οποία «υποδέχεται» 43% του συνόλου των εξαγωγών σε αξία και το 46,6% σε ποσότητα, αποτελεί τον κυριότερο προορισμό για το ούζο ενώ ακολουθεί η Βουλγαρία με 20,3% σε αξία και 16,5% σε ποσότητα καθώς και το Ιράκ με 19,3% σε αξία και 19,8% σε ποσότητα εξαγωγών.
Παρότι οι τρεις αυτές χώρες συνεχίζουν να κατέχουν το συντριπτικό ποσοστό στη συνολική «πίτα», το ούζο φαίνεται πως ανεβαίνει στις προτιμήσεις και άλλων ξένων αγορών. Ενδεικτικό είναι ότι σε χώρες όπως η Αλβανία ή η Σερβία, οι οποίες πάντως έχουν ακόμα μικρό μερίδιο στο σύνολο των εξαγωγών, οι πωλήσεις σε αξία αυξήθηκαν την τελευταία διετία με ποσοστά 351,24% και 125,84% αντίστοιχα. Αύξηση της τάξεως του 88,8% κατέγραψαν επίσης στην Αυστρία, φτάνοντας από τα 170.831 ευρώ το 2023, στα 321.995 ευρώ το 2024.
Ανοδικά τσίπουρο- τσικουδιά
Πέραν όμως του ούζου, μία διαρκώς ανερχόμενη κατηγορία ελληνικών αποσταγμάτων είναι εκείνη του τσίπουρου/τσικουδιάς. Το μερίδιο τους στο σύνολο των εξαγωγών των αλκοολούχων ποτών ελληνικής παραγωγής, παραμένει μεν μικρό – μόλις το 2% της αξίας και το 1% της ποσότητας – ωστόσο την τελευταία πενταετία καταγράφεται αύξηση κατά 99% της αξίας και κατά 62% της ποσότητας. Και σε αυτή την κατηγορία, κύριος προορισμός των ελληνικών εξαγωγών είναι Γερμανία με μερίδιο 46,4% ενώ ακολουθούν η Αλβανία με 12,6% οι ΗΠΑ με 10,63% και η Κύπρος με 10,05%.