Οι εν λόγω συνταξιούχοι είχαν εξαιρεθεί από την περικοπή του 60% που προέβλεπε ο νόμος Κατρούγκαλου και 30% που έγινε μετέπειτα με τον νόμο Βρούτση.
Η μεταβατική περίοδος που προβλεπόταν για τους παλαιούς συνταξιούχους, ώστε να συνεχίσουν την απασχόλησή τους με τις παλαιές ποινές μείωσης της σύνταξης, έληξε χθες και πλέον, όπως έχει προβλεφθεί από 1/3/2022 θα έχουν τις ίδιες ποινές με τους νεότερους συνταξιούχους που εργάζονται, δηλαδή θα έχουν περικοπή σύνταξης (κύριας και επικουρικής) κατά 30%. Σημειωτέον, δε, ότι δεν θα τους επιβληθεί η παλαιά μείωση που ήταν 60% για απασχόληση από Μάιο 2016 μέχρι Φεβρουάριο του 2020, ενώ η μικρότερη ποινή 30% δεν θα τους επιβληθεί αναδρομικά από Μάρτιο του 2020, αλλά από εδώ και πέρα.
Στην κατηγορία των παλαιών συνταξιούχων με εργασία ανήκουν χιλιάδες ασφαλισμένοι που συνταξιοδοτήθηκαν με τα παλαιά και μικρότερα όρια ηλικίας είτε του Δημοσίου είτε του ΙΚΑ είτε και των Ειδικών Ταμείων. Οι πιο μικροί από τις κατηγορίες αυτές είναι οι απόστρατοι που αποχωρούν σε ηλικίες κάτω των 58 ετών και πριν από 6-7 χρόνια μπορούσαν να συνταξιοδοτηθούν ακόμη και από τα 48.
Οι δε ασφαλισμένοι του ΙΚΑ, του Δημοσίου και των Ειδικών Ταμείων είχαν, επίσης, χαμηλότερα από τα σημερινά όρια ηλικίας (κάτω από τα 60) και επέλεγαν, όπως προκύπτει από χιλιάδες περιπτώσεις, να έχουν τη σύνταξη και ένα συμπληρωματικό εισόδημα είτε από έναρξη δραστηριότητας ελεύθερου επαγγελματία είτε από ενασχόληση με δραστηριότητες αγροτουρισμού είτε ως εργαζόμενοι σε δημόσιο ή ιδιωτικό τομέα.
Οι απασχολούμενοι συνταξιούχοι έχουν υποχρέωση να δηλώσουν την απασχόληση ή αυταπασχόλησή τους αυτή στις καθ’ ύλην αρμόδιες υπηρεσίες εκκαθάρισης συντάξεων του e-ΕΦΚΑ, μέχρι την ενεργοποίηση μιας ηλεκτρονικής εφαρμογής που προβλέπεται να δημιουργηθεί.
Το ιδιαίτερα σημαντικό στην περίπτωση αυτή είναι ότι η υποχρέωση αυτή είναι ανεξάρτητα από το αν είχαν δηλώσει την απασχόλησή τους όταν την ξεκίνησαν. Η παράλειψη ή η μη συμμόρφωση προς την υποχρέωση αυτή συνεπάγεται βαρύτατες συνέπειες για τον απασχολούμενο συνταξιούχο, αφού αν διαπιστωθεί η μη υποβολή της σχετικής δήλωσης, επιβάλλεται πρόστιμο το οποίο αντιστοιχεί στο ύψος 12 μηνιαίων κύριων και επικουρικών συντάξεων του «παραβάτη».
Από την περικοπή εξαιρούνται συγκεκριμένες κατηγορίες συνταξιούχων είτε για λόγους υγείας είτε για λόγους είδους εργασίας (π.χ. αγρότες). Ειδικότερα, οι εννέα εξαιρέσεις είναι οι ακόλουθες:
-Οι συνταξιούχοι του e-ΕΦΚΑ που αναλαμβάνουν εργασία ή δραστηριότητα που δεν υπάγεται στον Φορέα. Η εργασία αυτή μπορεί να είναι στην επικράτεια, αλλά και σε χώρες στις οποίες ισχύουν οι Ευρωπαϊκοί Κανονισμοί 883/2004 και 987/2009 ή σε χώρες με τις οποίες η Ελλάδα έχει συνάψει Διακρατική Σύμβαση Κοινωνικής Ασφάλισης, καθώς και σε όργανα και υπηρεσίες της Ευρωπαϊκής Ενωσης ή σε διεθνείς οργανισμούς.
-Οι συνταξιούχοι του e-ΕΦΚΑ που προέρχονται από τον πρώην ΟΓΑ (π.χ. αγρότες), εφόσον ασκούν απασχόληση που υπάγεται στην ασφάλισή του.
-Οι ψυχικά ασθενείς, για τους οποίους η απασχόληση ενδείκνυται για λόγους ψυχοκοινωνικής αποκατάστασης.
-Οι συνταξιούχοι με βάση τον Ν. 612/1977 (ειδικές προϋποθέσεις συνταξιοδότησης ΑμεΑ).
-Οι συνταξιούχοι του Δημοσίου οι οποίοι απολύθηκαν και είχαν συμπληρώσει τουλάχιστον 20 χρόνια συντάξιμης υπηρεσίας. Απαραίτητη προϋπόθεση όμως, να είχαν το λιγότερο πέντε έτη συνεχούς πραγματικής συντάξιμης υπηρεσίας πριν από την απόλυση. Εξαιρούνται επίσης και οι στρατιωτικοί.
-Οσοι λαμβάνουν το εξωιδρυματικό επίδομα, καθώς και τα τέκνα ασφαλισμένων και συνταξιούχων που είναι ανάπηρα με ποσοστό αναπηρίας τουλάχιστον 67%.
-Οι πολύτεκνοι, των οποίων το ένα τουλάχιστον των τέκνων είναι ανήλικο ή σπουδάζει σε ανώτερες ή ανώτατες σχολές και έως το 24ο έτος της ηλικίας του ή είναι ανίκανο για κάθε βιοποριστική εργασία.
-Οι δικαιούχοι σύνταξης λόγω ανικανότητας ή θανάτου (κληρονόμοι) κατά την εκτέλεση του καθήκοντος, αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης, καθώς και λογοτέχνες και καλλιτέχνες που δικαιούνται σύνταξη από το Δημόσιο.
-Οι συνταξιούχοι άλλων φορέων και του Δημοσίου, εφόσον το ετήσιο εισόδημά τους από απασχόληση στον αγροτικό τομέα, ως αγροτών, μελισσοκόμων, κτηνοτρόφων, πτηνοτρόφων και αλιέων δεν υπερβαίνει το ποσό των 10.000 ευρώ.