Μετά από έφοδο της Αστυνομίας σε αποθήκη συγγενικού προσώπου κατηγορούμενου στην υπόθεση του συμβολαίων θανάτων της Ζακύνθου βρέθηκαν δύο καλάσνικοφ.
Η αποθήκη ανήκει στον πεθερό βασικού κατηγορούμενου στην υπόθεση της δολοφονίας της συζύγου του επιχειρηματία Διονύση Κορφιάτη που έπεσαν νεκροί σε δολοφονικές επιθέσεις με καλάσνικοφ στην Ζάκυνθο
Τα όπλα μεταφέρονται στα εγκληματολογικά εργαστήρια.
Ερώτημα είναι για ποιο λόγο έκρυβε τα όπλα και αν έχουν σχέση με εγκληματικές ενέργειες.
Η κατάθεση του «οδηγού»
Η κατάθεση του ανθρώπου που είχε αναλάβει το ρόλο του «οδηγού» για τους κατηγορούμενους ως εκτελεστές της δολοφονίας της 37χρονης στη Ζάκυνθο αποκάλυψε πολλά. Ανάμεσα σ’ αυτά και τον διάλογο των δυο εκτελεστών μετά το αιματηρό περιστατικό, όταν τα έριχναν ο ένας στον άλλο για το «λάθος» και το σχέδιο να σκοτώσουν τον Ντίμη Κορφιάτη μέσα στο νοσοκομείο.
Αποκαλύπτεται επίσης ότι ο εφοπλιστής που αναζητείται, είχε μιλήσει με την αστυνομία και κατά τη διάρκεια των ερευνών για εκείνη τη δολοφονία, ενώ οι κατηγορούμενοι ως δράστες είχαν «στήσει» τα άλλοθί τους. Μέχρι που ήρθε η κατάθεση του ανθρώπου που έβαλε στη θέση τους τα κομμάτια του παζλ.
Ο μάρτυρας «κλειδί» και η κατάθεσή του
Στις 2 Ιουνίου στον 11ο όροφο της ΓΑΔΑ, στα γραφεία του Ανθρωποκτονιών, εμφανίστηκε ο μάρτυρας «κλειδί», που με τις πληροφορείς του θα ξεκλείδωνε την υπόθεση και θα οδηγούσε στις συλλήψεις των επτά για τη δολοφονία της 37χρονης στη Ζάκυνθο.
Το άτομο αυτό υποστήριξε πως συναντήθηκε με τους δύο φερόμενους εκτελεστές στις 8 Ιουνίου 2020 στο Χαλάνδρι και πως όλοι μαζί πήγαν στον Πύργο για μία μέρα.
Στην κατάθεση του αναφέρει πως εκείνος ήταν ο οδηγός ενώ οι δράστες της δολοφονίας της 37χρονης, σύμφωνα με τη δικογραφία, κάθονταν στα πίσω καθίσματα. Όταν έφτασαν στην Ηλεία και πήγαν στην αποθήκη, εκεί όπου ήταν το κρυμμένο το φουσκωτό, συναντήθηκαν με δύο άλλους κατηγορούμενους.
Σε εκείνη τη συνάντηση μάλιστα ο ένας από τους δυο φερόμενους ως φυσικούς αυτουργούς της δολοφονίας έβγαλε ένα πιστόλι και απείλησε έναν από τους συνεργούς του καθώς δεν είχε φέρει τρακτέρ για να ρίξουν το σκάφος στη θάλασσα.
Το πρόβλημα τελικά έλυσε συγγενής του ιδιοκτήτη της αποθήκης που πήγε με ένα φορτηγό και μετέφεραν το σκάφος στο λιμάνι στην Σκαφιδιά Ηλείας.
Ο μάρτυρας, σε άλλο σημείο της κατάθεσής του, ανέφερε πως του είπαν να είναι σε αναμονή στις 9 Ιουνίου 2020, ημέρα της δολοφονίας, για να πάει στο ίδιο σημείο να τους παραλάβει.
Αφού τελικά επέστρεψαν στην Αθήνα, σε συνάντηση που είχε λίγα 24ωρα μετά με τον έναν από τους δύο φυσικούς αυτουργούς, του είπε να μην αναφέρει τίποτα για όσα έγιναν, γιατί ο συνεργός του θα τον σκότωνε καθώς «δεν χαρίζει».
Ήθελαν να σκοτώσουν τον Κορφιάτη στο νοσοκομείο
Όταν οι δυο φυσικοί αυτουργοί της δολοφονίας της 37χρονης κατάλαβαν πως δεν κατάφεραν να σκοτώσουν τον Ντίμη Κορφιάτη είπαν μεταξύ τους:
38χρονος: «Μόνο την π…α σκότωσες»
39χρονος: «Ναι μ…α, ας μην έπεφτες εσύ με τη μηχανή και θα τον βρίσκαμε μόνο του. Έχεις ιδέα από 45άρι πως τρυπάει; Επειδή έχεις, μη μιλάς. Τον πέτυχα σίγουρα, δεν θα γλιτώσει».
Τότε ο 38χρονος είπε πως πρέπει να πάνε στο νοσοκομείο, για να «το τελειώσουν» αν ήταν ακόμα ζωντανός.
Στη συνομιλία μάλιστα γίνεται λόγος και στον ηθικό αυτουργό, τον επίορκο αστυνομικό, με τον 38χρονο να λέει: «Στον π…η τον μπάτσο να δω τι θα πούμε. Εγώ θα πω ότι έφταιγες εσύ».
Λίγο αργότερα, σταμάτησαν και πέταξαν ρούχα και τα κινητά.
Ο ρόλος του εφοπλιστή
Μέχρι σήμερα οι αξιωματικοί της Ασφάλειας δεν έχουν καταφέρει να εντοπίσουν τον εφοπλιστή που προμήθευσε το φουσκωτό για να φτάσουν στη Ζάκυνθο οι δολοφόνοι της συζύγου του Ντίμη Κορφιάτη. Στους αστυνομικούς του Ανθρωποκτονιών υποστήριξε, λίγο καιρό μετά την εκτέλεση της 37χρονης, πως το σκάφος βρέθηκε στη Ζάκυνθο καθώς σκόπευε να το πουλήσει. Όμως οι αντιφάσεις που είχε η μαρτυρία του κάνει τις αρχές να θεωρούν πως γνώριζε τα πάντα για το σχέδιο των συλληφθέντων.
Τα κατασκευασμένα άλλοθι
Πριν φύγουν από την Αθήνα, ο ένας από τους δυο φερόμενους ως φυσικούς αυτουργούς, άφησε σε σπίτι στα βόρεια προάστια το κινητό του τηλέφωνο.
Μετά τη δολοφονία ζήτησε από τον οδηγό του αυτοκινήτου, να πει σε μία φίλη του, να τον καλέσει σε ένα νούμερο, από το κινητό του τηλέφωνο, το οποίο είχε αφήσει στο συγκεκριμένο σπίτι, πριν φύγουν.
Με αυτό τον τρόπο προσπάθησε να κατασκευάσει άλλοθι ότι βρισκόταν εκεί όπου ήταν και το κινητό του τηλέφωνο.
Όταν έφτασαν στην Αθήνα, ο δεύτερος φυσικός αυτουργός ζήτησε να τον αφήσουν στη Λ. Αθηνών και με ταξί πήγε στο κέντρο της Αθήνας ώστε να καταθέσει 50 ευρώ στην σύντροφο του για να φανεί ότι εκείνη τη μέρα δεν ήταν στη Ζάκυνθο.
Ο κοριός της ΕΛΑΣ έπιασε συνομιλίες
Λίγα λεπτά με τη δολοφονία της 37χρονης καταγράφεται η εξής συνομιλία μεταξύ δυο εκ των συλληφθέντων. Αφορμή για αυτή την τηλεφωνική επικοινωνία είναι το γεγονός ότι αυτός που θα παραλάμβανε τους φερόμενους ως εκτελεστές από παραλία της περιοχής είχε χαθεί στους επαρχιακούς δρόμους.
Α: Ε.
Σ: Μπορείς να πεταχτείς εκεί στο Κορακοχώρι; Γιατί έχει χαθεί ο
άλλος που είναι εκεί.
Α: Δεν ξέρω. Είμαι μακριά τώρα εγώ.
Σ: Δεν έχεις κάποιονα;
Α: Όχι.
Σ: Ντάξει.