Νέα ευκαιρία σε επιχειρήσεις και μεγαλοοφειλέτες να ρυθμίσουν τα χρέη τους προς την Εφορία προσφέρει το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, στοχεύοντας να περιορίσει τη ραγδαία αύξηση των ληξιπρόθεσμων οφειλών, οι οποίες έχουν ξεπεράσει τα 107 δισ. ευρώ. Το νέο φορολογικό νομοσχέδιο εισάγει διατάξεις που απλοποιούν τη διαδικασία εξόφλησης χρεών και μειώνουν τη γραφειοκρατία, προσφέροντας σημαντικές διευκολύνσεις σε φυσικά και νομικά πρόσωπα.
Συγκεκριμένα, δίνεται η δυνατότητα σε φυσικά πρόσωπα που έχουν αλληλέγγυα ευθύνη για οφειλές εταιρειών, όπως εκτελεστικοί πρόεδροι, διευθυντές, διαχειριστές και διευθύνοντες σύμβουλοι, να εξοφλήσουν το χρέος που τους αναλογεί με βάση το ποσοστό συμμετοχής τους στην εταιρεία. Η εξόφληση μπορεί να πραγματοποιηθεί με τους ίδιους όρους που ισχύουν για το νομικό πρόσωπο μέσω αναβίωσης της ρύθμισης εντός τριών μηνών. Με τη νέα ρύθμιση οι εκπρόσωποι αυτοί απαλλάσσονται από τόκους, πρόστιμα ή προσαυξήσεις που προκύπτουν λόγω απώλειας της ρύθμισης, κάτι που μέχρι σήμερα προκαλούσε μεγάλη σύγχυση και αδικίες.
Η υφιστάμενη νομοθεσία θεωρούσε υπεύθυνα τόσο τα πρόσωπα που είχαν θέσεις ευθύνης κατά τη δημιουργία της οφειλής όσο και εκείνα που ήταν υπεύθυνα όταν χάθηκε η ρύθμιση – ακόμα και για διαφορετικά άτομα. Αυτό συχνά οδηγούσε σε περιπτώσεις όπου πρώην εκπρόσωποι καλούνταν χωρίς να έχουν γνώση της απώλειας να καλύψουν όχι μόνο το χρέος, αλλά και τις προσαυξήσεις. Η νέα διάταξη διορθώνει αυτή την ασάφεια, επιτρέποντας στους αλληλέγγυα υπεύθυνους να εξοφλούν με δικούς τους πόρους προτού ενεργοποιηθεί η ευθύνη τους, προστατεύοντάς τους από υπέρμετρες επιβαρύνσεις και διασφαλίζοντας την είσπραξη των χρεών από το Δημόσιο.
Επιπλέον, το νομοσχέδιο εισάγει ευνοϊκότερη πάγια ρύθμιση για χρέη άνω των 50.000 ευρώ. Ειδικότερα, καταργείται η υποχρέωση προσκόμισης βεβαίωσης από ανεξάρτητο εκτιμητή που να πιστοποιεί την πρόσκαιρη οικονομική αδυναμία του οφειλέτη να αποπληρώσει εφάπαξ το χρέος. Παράλληλα, καταργείται η παροχή εγγυήσεων, διασφαλίσεων ή εμπράγματων ασφαλειών για φορολογούμενους με οφειλές που υπερβαίνουν τα 150.000 ευρώ. Οι αλλαγές αυτές διευκολύνουν τη διαδικασία υπαγωγής στην πάγια ρύθμιση των 48 δόσεων, απλοποιώντας σημαντικά τις απαιτήσεις που ίσχυαν μέχρι σήμερα. Με τον τρόπο αυτό, το ΥΠΕΘΟ αποσκοπεί στην ελάφρυνση της πίεσης που δέχονται οι οφειλέτες, ενώ παράλληλα ενισχύει τη δυνατότητα είσπραξης των οφειλόμενων ποσών.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΑΑΔΕ, μόλις το 0,2% των οφειλετών, δηλαδή περίπου 9.425 φυσικά και νομικά πρόσωπα, χρωστούν ποσά άνω του 1 εκατ. ευρώ. Αυτή η κατηγορία καλύπτει το 76,9% του συνολικού ληξιπρόθεσμου υπολοίπου, το οποίο ανέρχεται σε 107 δισ. ευρώ. Από την άλλη, το 92,2% των οφειλετών -περίπου 3,66 εκατομμύρια άτομα- χρωστούν ποσά έως 10.000 ευρώ, αντιπροσωπεύοντας μόλις το 3,6% του συνολικού χρέους (3,85 δισ. ευρώ). Η κατανομή αυτή αναδεικνύει την έντονη ανισορροπία στη συγκέντρωση των χρεών, καθώς λίγοι χρωστούν τα περισσότερα, ενώ η συντριπτική πλειονότητα των οφειλετών έχει μικρές οφειλές. Ειδικότερα, τα νομικά πρόσωπα κατέχουν κυρίαρχη θέση στις μεγάλες οφειλές, συμμετέχοντας κατά 69,3% στα χρέη άνω του 1 εκατ. ευρώ, με συνολικές οφειλές 57 δισ. ευρώ.
Αντίστοιχα, οι περισσότερες μικρές οφειλές (κάτω των 10.000 ευρώ) προέρχονται από φυσικά πρόσωπα, τα οποία αποτελούν το 90,6% αυτής της κατηγορίας.
Επιπλέον, το 24,6% του συνολικού ληξιπρόθεσμου υπολοίπου, δηλαδή 26,3 δισ. ευρώ, έχει χαρακτηριστεί ανεπίδεκτο είσπραξης. Αυτό αφορά οφειλές που είναι πρακτικά αδύνατον να εισπραχθούν, κυρίως λόγω φορολογικών προστίμων, τα οποία ευθύνονται για το 65% των ανεπίδεκτων είσπραξης χρεών. Συνολικά, το 41,3% των προστίμων έχει χαρακτηριστεί ανεπίδεκτο είσπραξης, ενώ στις φορολογικές οφειλές το αντίστοιχο ποσοστό ανέρχεται στο 31,2%. Αξίζει να σημειωθεί ότι οι φορολογικές υπηρεσίες αντλούν πάνω από το 90% των εισπράξεών τους κάθε χρόνο από πρόσφατα βεβαιωμένες οφειλές, οι οποίες αποτελούν μόλις το 25% του συνολικού ληξιπρόθεσμου υπολοίπου.
Στον αντίποδα, τα παλαιότερα χρέη, καθώς και οι οφειλές από αφερέγγυους οφειλέτες παρουσιάζουν εξαιρετικά χαμηλή εισπραξιμότητα. Παρά τη μεγάλη αξία του συνολικού ληξιπρόθεσμου χρέους, μόνο το 5,7% αυτού έχει ενταχθεί σε ρυθμίσεις τμηματικής καταβολής, ποσοστό που αντιστοιχεί σε 4,6 δισ. ευρώ. Εντός αυτού του ποσοστού, οι περισσότερες ρυθμίσεις αφορούν μικρά ποσά, μεταξύ 500 και 10.000 ευρώ. Τα φυσικά πρόσωπα εμφανίζουν υψηλότερο ποσοστό ρύθμισης σε οφειλές από 2.000 έως 5.000 ευρώ, ενώ τα νομικά πρόσωπα ρυθμίζουν συχνότερα μεγαλύτερα ποσά, από 10.000 έως 100.000 ευρώ.
ΣΤΕΛΙΟΣ ΚΡΑΛΟΓΛΟΥ/www.newmoney.gr