Ο υφυπουργός Εργασίας Πάνος Τσακλόγλου σε πρόσφατες δηλώσεις του υπογράμμισε ότι: «Ο νόμος αυτός έπρεπε να εφαρμοστεί από το 2019», σημειώνοντας ότι ο συγκεκριμένος νόμος εφαρμόστηκε στο Δημόσιο, αλλά όχι στον ιδιωτικό τομέα, καθώς παρουσιάστηκαν προβλήματα στο λογισμικό. Πάντως, ο κ. Τσακλόγλου τόνισε πως δεν θα γίνει κάτι «δυσβάστακτο» για όσες χήρες έχουν λάβει ολόκληρη τη σύνταξη χηρείας, προσθέτοντας πως η ενδεχόμενη αναδρομική μείωση θα γίνει σε μεγάλο βάθος χρόνου, και με μικρά ποσά.
Σύμφωνα με πληροφορίες του Dnews η αναδρομική ισχύ του νόμου εξετάζεται να εφαρμοστεί σε δόσεις με μία μικρή παρακράτηση κάθε μήνα ώστε να μην είναι επώδυνο για τους ασφαλισμένους.
Επίσης εξετάζεται ο δικαιούχος να επιλέγει την σύνταξη που θα περικοπεί κατά 50% μετά την πάροδο της τριετίας. Έτσι θα μπορεί να επιλέξει την μείωση της μικρότερης σύνταξης ενώ συζητείται το ενδεχόμενο η περικοπή να αφορά μόνο την εθνική σύνταξη (426,17 ευρώ) και όχι την αναλογική σύνταξη.
Τονίζεται ότι η περικοπή στις συνταξεις χηρείας, εφαρμόζεται ήδη για τους συνταξιούχους του Δημοσίου και του ΟΓΑ και ακόμη δεν έχει επεκταθεί στους συνταξιούχους του ιδιωτικού τομέα.
Σύμφωνα με νομικούς, η κυβέρνηση θα κληθεί να καταθέσει τη ρύθμιση, καθώς αν προσφύγουν οι δημόσιοι υπάλληλοι και οι αγρότες δικαστικά θα πρέπει να τους επιστρέψει αναδρομικά τα ποσά της παρακράτησης.
Σύμφωνα με το νόμο οι δικαιούχοι λαμβάνουν σύνταξη χηρείας ίση με το 70% της σύνταξης του θανόντος, ενώ μετά την τριετία το ποσό της χηρείας μειώνεται κατά 50% και η σύνταξη χηρείας περιορίζεται από το 70% στο 35% της σύνταξης του θανόντος. Δηλαδή η περικοπή θα πρέπει να επιβληθεί σε όλες τις συντάξεις χηρείας (ανδρών και γυναικών) που δόθηκαν πριν την 1η Οκτωβρίου 2020 αν σήμερα ο δικαιούχος εργάζεται ή συνταξιοδοτείται. Ωστόσο, ο συνταξιούχος να μπορεί να επιλέξει ποια από τις δύο συντάξεις θα περιοριστεί στο 50% ώστε να επιλέξει προφανώς το μικρότερο ποσό και να έχουν μικρότερες απώλειες.
Προϋποθέσεις
Η σύνταξη χηρείας χορηγείται από την ημέρα θανάτου του δικαιούχου-άμεσα ασφαλισμένου, είτε αυτός ελάμβανε σύνταξη, είτε εργαζόταν (με βάση τα έως τότε έτη ασφάλισης). Υπό την προϋπόθεση ότι η αίτηση συνταξιοδότησης λόγω θανάτου θα κατατεθεί εντός 12μήνου από την ημερομηνία της απώλειας.
Κατά την πρώτη, μετά την ημερομηνία θανάτου, 3ετία η σύνταξη ορίζεται στο 70% του ποσού που ελάμβανε (ή επρόκειτο να πάρει εάν εργαζόταν) ο άμεσα ασφαλισμένος. Ανεξαρτήτως εργασίας, συνταξιοδότησης ή οικογενειακού εισοδήματος του/της συζύγου.
Εάν ο συνταξιούχος λόγω θανάτου δεν εργάζεται με πλήρη ασφάλιση, η σύνταξη θα μειώνεται κατά 50% μόνο για τις συγκεκριμένες ημέρες που εργάζεται και μόνο για το σύνολο του μήνα που αυτοαπασχολείται.
dnews.gr