Του Τάσου Δασόπουλου
Με κριτήρια εκτός από τη μείωση του τζίρου, τις τότε υποχρεώσεις, τη ρευστότητα, την απασχόληση και το αν η επιχείρηση στεγάζεται σε ιδιόκτητο ή νοικιασμένο ακίνητο, θα αποφασιστεί ποιες από τις περίπου 200.000 επιχειρήσεις που ενισχύθηκαν από τους πρώτους τρεις κύκλους της Επιστρεπτέας Προκαταβολής, θα κληθούν να επιστρέψουν μόνο το 50% του ποσού.
Υψηλόβαθμα στελέχη του οικονομικού επιτελείου αφήνουν ανοικτό το ενδεχόμενο και οι τρεις πρώτοι κύκλοι της Επιστρεπτέας Προκαταβολής να έχουν μη επιστρεπτέα το 50% της ενίσχυσης, όπως ο 4ος κύκλος και ο 5ος που θα ξεκινήσει τις επόμενες εβδομάδες. Ωστόσο τονίζουν ότι το προνόμιο αυτό δεν θα είναι “οριζόντιο”, και θα εξαρτηθεί από την οικονομική κατάσταση μιας επιχείρησης προς το τέλος του 2021 αφού η αποπληρωμή της ενίσχυσης θα ξεκινήσει από τις αρχές του 2022.
Υπενθυμίζουν επίσης ότι με βάση τις ΚΥΑ για την Επιστρεπτέα 1, 2 και 3 υπάρχει πρόβλεψη για επιστροφή μόνο ποσοστού 70% της ενίσχυσης, εφόσον ο κύκλος εργασιών της επιχείρησης, ένα έτος μετά τη λήψη της (ενίσχυσης), είναι μειωμένος κατά 70% ή παραπάνω σε σχέση με το ύψος του κύκλου εργασιών αναφοράς ή των ακαθάριστων εσόδων αναφοράς, δηλαδή του 2019.
Επίσης υπάρχει πρόβλεψη επιστροφής μόνο ποσοστού 60% της ενίσχυσης, με βάση τη διατήρηση των θέσεων απασχόλησης. Συγκεκριμένα, για τις επιχειρήσεις που απασχολούσαν περισσότερους από 20 εργαζόμενους, εφόσον διατηρήσουν κατά μέσο όρο τον αριθμό των εργαζομένων που απασχολούσαν ένα έτος μετά τη λήψη της ενίσχυσης.
Οι ίδιες πηγές τονίζουν ότι αν το μη επιστρεπτέο κομμάτι του 30% ή του 40% μπορεί να γίνει 50% είναι μια συζήτηση για μετά το τέλος της πανδημίας, όταν θα έχει επανέλθει πλήρως η λειτουργία της οικονομίας και με περισσότερα κριτήρια.
Τα νέα κριτήρια
Ειδικότερα, η σκέψη είναι να δοθεί η δυνατότητα να γίνει μη επιστρεπτέο το 50% με κριτήρια πέραν της μείωσης του τζίρου θα λαμβάνει υπόψη παράγοντες όπως:
1. Οι υποχρεώσεις που θα πρέπει να εξυπηρετήσουν οι επιχειρήσεις (ασφαλιστικές, φορολογικές οφειλές, τοκοχρεολύσια δανείων, προμηθευτές) όταν θα κληθούν στις αρχές του 2022 να αρχίσουν να αποπληρώνουν τις ενισχύσεις της Επιστρεπτέας Προκαταβολής. Βεβαίως, θα εξεταστεί αν οι πρόσθετες υποχρεώσεις, οι οποίες δυσκολεύουν τις επιχειρήσεις να επιστρέψουν την Επιστρεπτέα Προκαταβολή, δημιουργήθηκαν μέσα στην κρίση του κορονοϊού ή αφορούν έτη πριν το 2020.
2. Η ρευστότητα της επιχείρησης κατά τον χρόνο της αποπληρωμής της ενίσχυσης. Το κριτήριο αυτό θα ισχύσει για μεσαίου μεγέθους επιχειρήσεις -για τα ελληνικά δεδομένα- που απασχολούν πάνω από 50 εργαζόμενους. Τούτο διότι, σε αυτές τις επιχειρήσεις υπάρχει μια τάση “προληπτικής αποταμίευσης” λόγω της κρίσης, με προοπτική να προχωρήσουν σε κάθε είδους επέκταση μετά το τέλος της.
3. Η ιδιόκτητη ή μη έδρα της επιχείρησης Το αν δηλαδή μια επιχείρηση στεγάζεται σε ιδιόκτητα ή σε νοικιασμένα κτίρια. Στη δεύτερη περίπτωση οι επιχειρήσεις που πληρώνουν ενοίκιο ή ενοίκια θεωρούνται περισσότερο οικονομικά ευάλωτες. Τούτο διότι, μετά το τέλος της κρίσης θα χάσουν το ευνοϊκό μέτρο του μειωμένου κατά 40% ενοικίου και θα επανέλθουν στο προ της κρίσης μίσθωμα. Αν και ο τζίρος τους δεν έχει επανέλθει στα προ της κρίσης επίπεδα, τότε αποδεδειγμένα έχουν ένα επιπλέον βάρος. Σε συνδυασμό και με τις υπόλοιπες ανοιχτές τους υποχρεώσεις μπορεί όντως να έχουν πρόβλημα να αποπληρώσουν το ποσό της Επιστρεπτέας Προκαταβολής και μάλλον θα ευεργετηθούν με το “κούρεμα” της επιστροφής κατά 50%.
Προς το παρόν το οικονομικό επιτελείο μένει προσηλωμένο στο να συνεχίζει να στηρίζει τις επιχειρήσεις που είναι από τις 8 Νοεμβρίου κλειστές με κρατική εντολή και τις πληττόμενες με βάση τη λίστα των ΚΑΔ Απριλίου.