Η Τράπεζα της Ελλάδος έκρουσε χθες τον κώδωνα του κινδύνου για τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας, υπογραμμίζοντας τους σημαντικούς κινδύνους που προκαλεί η καθυστέρηση των δαπανών που σχετίζονται με τους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (RRF). Σύμφωνα με την Κεντρική Τράπεζα, αυτή η υστέρηση μπορεί να πλήξει τις επενδύσεις και την ανάπτυξη, ενώ περιορίζει και τη δημοσιονομική ώθηση.
Κατά την περίοδο 2021-2023, η Ελλάδα κατέγραψε σημαντική υποεκτέλεση των δημοσίων δαπανών που χρηματοδοτούνται από το Ταμείο Ανάκαμψης, φτάνοντας το 1% του ΑΕΠ κατά μέσο όρο. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα η συμβολή των συνολικών επενδύσεων στον ρυθμό ανάπτυξης της οικονομίας να είναι μικρότερη κατά 2,2% σε σχέση με τις αρχικές προβλέψεις. Η ΤτΕ σημειώνει ότι μόλις το 45% των συνολικών κονδυλίων των επιχορηγήσεων του Ταμείου Ανάκαμψης έχει διοχετευθεί στην πραγματική οικονομία.
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα εκτιμά ότι η αξιοποίηση των πόρων του Next Generation EU (NGEU) μπορεί να αυξήσει το ΑΕΠ της ευρωζώνης έως και κατά 1,5% μέχρι το 2026.
Η επίδραση αναμένεται να είναι μεγαλύτερη για χώρες όπως η Ελλάδα, που επωφελούνται περισσότερο από τα κονδύλια. Ωστόσο, αυτό απαιτεί την έγκαιρη επίτευξη των οροσήμων και στόχων, καθώς και την αποτελεσματική εκτέλεση των δημοσίων δαπανών.
Οι 3 κίνδυνοι
Η ΤτΕ επισημαίνει τρεις κύριους κινδύνους λόγω της υποεκτέλεσης των δαπανών του Ταμείου Ανάκαμψης:
- Κίνδυνος μη είσπραξης σημαντικών κονδυλίων μέχρι το 2026, λόγω καθυστερήσεων στην πρόοδο των έργων.
- Η ανάγκη χρηματοδότησης των προγραμματισμένων έργων από εθνικούς πόρους, με αρνητικές επιπτώσεις στα δημοσιονομικά μεγέθη.
- Οι συνεχείς καθυστερήσεις και η οπισθοβαρής κατανομή των δαπανών ενδέχεται να οδηγήσουν σε σπατάλες και κακοδιαχείριση.
Η ΤτΕ καταλήγει ότι είναι επιτακτική η επίλυση των εν λόγω προβλημάτων που εμποδίζουν την έγκαιρη εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων και των επενδυτικών δράσεων. Μόνο έτσι θα επιταχυνθεί η είσπραξη των κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης και η εκτέλεση των σχετικών δημοσίων επενδύσεων, προωθώντας την ανάπτυξη και ενισχύοντας τη δημοσιονομική σταθερότητα.