Για μεγάλο μέρος της μεταπολεμικής ιστορίας της, η Γερμανία ήταν φάρος ευημερίας και πολιτικής σταθερότητας. Τώρα η οικονομία της είναι στάσιμη και η κοινωνική αρμονία έχει δώσει τη θέση της στην αγανάκτηση και τον διχασμό.
Τις τελευταίες ημέρες δεκάδες χιλιάδες οργισμένοι αγρότες έχουν αποκλείσει δρόμους σε όλη τη χώρα
Μαζί με μια διάχυτη αίσθηση ότι η Γερμανία παραμένει «κολλημένη» – ο πληθωρισμός παραμένει υψηλός και η απώλεια φθηνού ρωσικού φυσικού αερίου είναι γεγονός – η οικονομική επισφάλεια κάνει τους Γερμανούς επιρρεπείς στο να βρεθούνν στο κοινωνικό περιθώριο και να νιώθουν ότι απειλείται το βιοτικό τους επίπεδο, ενώ η κυβέρνηση είναι όλο και πιο περιθωριοποιημένη από την κοινωνική πλειοψηφία.
Μακροπρόθεσμα, η μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης πρέπει να μεταρρυθμίσει το εργατικό φορολογικό της σύστημα και να προωθήσει μια ευρύτερη διανομή του κοινωνικού της πλούτου, αναφέρει ο Chris Bryant σε άρθρο γνώμης στο Bloomberg.
Τις τελευταίες ημέρες δεκάδες χιλιάδες οργισμένοι αγρότες έχουν αποκλείσει δρόμους σε όλη τη χώρα, φαινομενικά για να διαμαρτυρηθούν για τις περικοπές των αγροτικών επιδοτήσεων. Μαζί τους έχουν συμπαραταχθεί υποστηρικτές της ακροδεξιάς Εναλλακτικής για τη Γερμανία (AfD) που κατηγορούν την κυβέρνηση ότι η έλευση μεταναστών στη χώρα οφείλεται για τα δημοσιονομικά και οικονομικά δεινά της.
Σχεδόν το ένα τέταρτο του πληθυσμού δηλώνει ότι θα ψήφιζε AfD εάν πραγματοποιούνταν εκλογές σήμερα – και είναι πολύ πιθανό ότι ο αριθμός αυτός θα αυξηθεί πριν από τις εθνικές εκλογές του επόμενου έτους.
Κυβέρνηση σε αποδιοργάνωση
Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση βρίσκεται σε αποδιοργάνωση, καθώς αναγκάστηκε τον περασμένο μήνα να εξοικονομήσει 17 δισεκατομμύρια ευρώ στον προϋπολογισμό του φετινού έτους μετά την απόφαση του συνταγματικού δικαστηρίου ότι η προσπάθειά της να επαναχρησιμοποιήσει τα κονδύλια που δεν είχαν αξιοποιηθεί από την περίοδο της πανδημίας για επενδύσεις για το κλίμα, ήταν παράνομη.
Η φιλοσοφία των Ελεύθερων Δημοκρατών που εναντιώνονται σε τέτοιους είδους δάνεια, σε συνδυασμό με τη δέσμευση των Σοσιαλδημοκρατών για αύξηση στις κοινωνικές δαπάνες και την αποφασιστικότητα των Πρασίνων να προωθήσουν την απαλλαγή από τις εκπομπές άνθρακα, έχουν οδηγήσει σε διαμάχες και ενδοκυβερνητικούς συμβιβασμούς που δεν ικανοποιούν σχεδόν κανέναν.
Κρεμάλες που φέρουν το σύμβολο του φαναριού της τρικομματικής συμμαχίας έχουν εμφανιστεί στις άκρες των δρόμων, ενώ και αγρότες έχουν προβεί σε ανάλογες ενέργειες.
Προ ημερών, ο αντικαγκελάριος της Γερμανίας, Ρόμπερτ Χάμπεκ, μπλοκαρίστηκε στο φέρι μποτ που τον μετέφερε από εξοργισμένους διαδηλωτές.
Ενώ και ο υπουργός Οικονομίας Κριστιάν Λίντνερ βίωσε τον εξευτελισμό και τη μαζική αποδοκιμασία από χιλιάδες αγρότες στην προσπάθειά του να τους μιλήσει κατά τη συγκέντρωση της Δευτέρας στην πύλη του Βραδεμβούργου στο Βερολίνο.
Αντηχώντας την έντονη επίκριση των υποστηρικτών του Τραμπ και των κίτρινων γιλέκων της Γαλλίας, τις υποκινήσεις σε διάφορες αντικυβερνητικές δράσεις μέσα από τα social media και την καχυποψία για τα κυρίαρχα μέσα ενημέρωσης, αυτή η πόλωση είναι συγκλονιστική για μια χώρα που υπερηφανεύεται για τη συνοχή και την κοινή ευημερία.
Αλλά το κομμάτι της κοινής ευημερίας είναι εν μέρει ένας μύθος: η ανισότητα είναι υψηλή σύμφωνα με τα ευρωπαϊκά πρότυπα και ο μέσος καθαρός πλούτος των περίπου 106.000 ευρώ είναι πολύ χαμηλότερος από τον μέσο όρο της ευρωζώνης των περίπου 150.000 ευρώ.
Φυσικά, υπάρχει το επιχείρημα ότι οι Γερμανοί δεν χρειάζονται πολλά χρήματα για να ζήσουν άνετα λόγω των δημόσιων υπηρεσιών υψηλής ποιότητας: ο παιδικός σταθμός είναι δωρεάν σε ορισμένες ομοσπονδιακές πολιτείες, όπως και τα δίδακτρα στα δημόσια πανεπιστήμια. Τον τελευταίο καιρό, τα εργατικά συνδικάτα έχουν κερδίσει αυξήσεις στους μισθούς, ενώ έχουν αυξηθεί τα επιτόκια καταθέσεων στις τράπεζες. Οι αγρότες έχουν επίσης υψηλότερα κέρδη.
Ωστόσο, λιγότερα από τα μισά νοικοκυριά έχουν σπίτι και ως εκ τούτου δεν έχουν ωφεληθεί από τις αυξανόμενες τιμές των ακινήτων – το μέσο εισόδημα των γερμανικών νοικοκυριών που ενοικιάζουν είναι μόλις 16.000 ευρώ, σύμφωνα με την Bundesbank.
Εν τω μεταξύ, μόνο ένας στους έξι Γερμανούς επενδύει στο χρηματιστήριο. Το 2019, ο Γερμανός καγκελάριος Όλαφ Σολτς, ο οποίος ήταν τότε υπουργός Οικονομικών, αποκάλυψε ότι κρατούσε όλα του τα χρήματά του σε μια τράπεζα με χαμηλές αποδόσεις. Αν και η παραδοχή του μπορεί να κέρδισε τη συμπάθεια των επιφυλακτικών αποταμιευτών της Γερμανίας, μίλησε πολύ για την αυτοκαταστροφική στάση της χώρας απέναντι στις επενδύσεις.
Μεγάλο μέρος του πλούτου της Γερμανίας κατέχεται από ιδιωτικές, οικογενειακές μικρές και μεσαίες εταιρείες γνωστές ως Mittelstand. Αυτές οι εταιρείες είναι μια μηχανή δημιουργίας θέσεων εργασίας, αλλά η οικονομία τους στηρίζει τα πλεονάσματα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών για τα οποία επικρίνεται συχνά η Γερμανία, συμβάλλοντας στην ανισότητα και καταστέλλοντας την εγχώρια κατανάλωση, σύμφωνα με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.
Για μεγάλο χρονικό διάστημα οι ισχυρές εξαγωγές και τα πλεονάσματα του προϋπολογισμού της Γερμανίας «κάλυπταν» αυτές τις ελλείψεις, αλλά οι αδυναμίες του οικονομικού της μοντέλου έχουν πλέον γίνει εμφανείς. Το ΑΕΠ συρρικνώθηκε κατά 0,3% το 2023, σύμφωνα με επίσημη εκτίμηση που δημοσιεύθηκε τη Δευτέρα, και η οικονομία ενδέχεται να αναπτυχθεί μόλις κατά 0,3 % φέτος, σύμφωνα με οικονομολόγους που συμμετείχαν σε έρευνα του Bloomberg.
Γήρανση πληθυσμού
Η γήρανση του πληθυσμού επιβαρύνει επίσης το γενναιόδωρο σύστημα κοινωνικής ασφάλισης της Γερμανίας. Εάν δεν γίνει μεταρρύθμιση, το ποσοστό του κρατικού προϋπολογισμού που δαπανάται για συντάξεις θα μπορούσε να αυξηθεί σε περισσότερο από το μισό έως το 2050, σε σύγκριση με περίπου το ένα τέταρτο σήμερα.
Το σχέδιο του υπουργού Οικονομικών Κρίστιαν Λίντνερ να ενισχύσει το συνταξιοδοτικό σύστημα pay-as-you-go με ένα γερμανικό κρατικό επενδυτικό ταμείο που χρηματοδοτείται από δανεισμό και επενδύει σε παγκόσμιες μετοχές, δεν επαρκεί για να κλείσει το χρηματοδοτικό χάσμα.
Η ολοένα και πιο διστακτική πολιτική της Γερμανίας προκαλεί απαισιοδοξία όσον αφορά στις πιθανότητες για περαιτέρω μεταρρυθμίσεις για τη μείωση της ανισότητας και τη διεύρυνση της κατοχής περιουσιακών στοιχείων.
Φορολόγηση
Ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης και κορυφαίοι γερμανοί οικονομολόγοι επικρίνουν εδώ και καιρό το φορολογικό σύστημα της χώρας επειδή το βάρος στρέφεται υπερβολικά προς τους μισθούς, ενώ οι φόροι περιουσίας και κληρονομιάς είναι χαμηλοί.
Υπάρχουν σαρωτικές απαλλαγές από τον φόρο κληρονομιάς για τους ιδιοκτήτες επιχειρήσεων, για παράδειγμα, με το σκεπτικό ότι διαφορετικά θα μπορούσαν να τεθούν σε κίνδυνο οι θέσεις εργασίας και οι επενδύσεις. Αυτοί οι κανόνες είναι πολύ αυστηροί και το αποτέλεσμα είναι ότι οι φόροι σε μεγάλες κληρονομιές είναι συχνά χαμηλότεροι από ένα μικρότερο κληροδότημα.
Μια ειρωνεία της αυξανόμενης υποστήριξης του AfD είναι ότι πολλοί από τους υποστηρικτές του με χαμηλό εισόδημα θα ωφεληθούν ελάχιστα από το πρόγραμμά του, το οποίο αντιτίθεται στην επιβολή φόρων σε περιουσίες και κληρονομιές. Το να βοηθήσουμε περισσότερους ανθρώπους να συμμετάσχουν στα οφέλη της οικονομικής ευημερίας θα συνέβαλλε σε μεγάλο βαθμό στον περιορισμό της υποστήριξης των ακραίων λαϊκιστικών πολιτικών και κομμάτων και στην άμβλυνση της οργής που «βράζει» τώρα στη Γερμανία.
Πηγή: ot.gr