ΟΜπάμπης είναι με την ερωμένη του στο κρεβάτι της και του λέει εκείνη:
– «Μπάμπη μου, όχι πως δεν μου αρέσει το μούσι σου αλλά θα ήθελα να σε δω και ξυρισμένο. Είμαι σίγουρη ότι θα φωτίσει το πρόσωπό σου!»
– «Πας καλά; Αφού σου έχω πει ότι με θέλει έτσι η γυναίκα μου!»
– «Σε παρακαλώ, κάνε μου τη χάρη.» του ξαναλέει η ερωμένη.
– «Δεν υπάρχει περίπτωση! Έτσι με γνώρισε κι έτσι πρέπει να παραμείνω. Της αρέσει πολύ, αν ξυριστώ μπορεί και να με χωρίσει.»
– «Έλα βρε Μπαμπίνο μου, ξυρίσου και θα σου κάνω ό,τι θες!» του λέει με νάζι.
Τελικά με την τσαχπινιά και τις υποσχέσεις της τον πείθει και ξυρίζει το μούσι. Τη νύχτα επιστρέφει στο σπίτι του, και ξαπλώνει σιγά σιγά στο κρεβάτι να μην ξυπνήσει την γυναίκα του. Εκείνη, γυρίζει μισοκοιμισμένη προς την μεριά του, του χαϊδεύει το πρόσωπο, και λέει:
«Αχ Φάνη μου, ακόμα εδώ είσαι; Σε λίγο θα γυρίσει ο άντρας μου!»