Σε μία δίκη, ο δικηγόρος του μηνυτή (ενάγων) κάλεσε την πρώτη του μάρτυρα (κατηγορίας), μια γιαγιά. Την πλησίασε και την ρώτησε: «Κυρία Νομικού, με γνωρίζετε;»
Και η μάρτυς απάντησε, «Μα ναι, σας γνωρίζω κ. Καρρά.
Σας γνωρίζω από όταν ήσασταν μικρό αγόρι, και ειλικρινά, η απογοήτευση που μου δώσατε είναι μεγάλη. Ψεύδεστε ασυστόλως, κερατώνετε τη γυναίκα σας, χειραγωγείτε τον κόσμο και τους κουτσομπολεύετε πίσω από την πλάτη τους. Κάνετε τον καμπόσο, όταν δεν μπορείτε να μοιράσετε ούτε δυο γαϊδουριών το άχυρο! Ναι, σας γνωρίζω!»
Ο δικηγόρος έμεινε έκπληκτος.
Μη γνωρίζοντας τι να κάνει, έδειξε τον δικηγόρο υπεράσπισης και ρώτησε ξανά: «κ. Νομικού, γνωρίζετε τον δικηγόρο υπεράσπισης;» Και εκείνη απάντησε πάλι, «Ναι τον γνωρίζω.
Τον γνωρίζω από όταν ήταν νεότερος. Είναι τεμπέλης, φανατικός, και αλκοολικός. Δεν έχει ούτε μία κανονική σχέση, και η νομική του εξάσκηση είναι η χειρότερη σε ολόκληρη την Πολιτεία! Και δεν κάνω λόγο για το κεράτωμα της συζύγου του με 3 διαφορετικές φιλενάδες, εκ των οποίων η μία είναι η γυναίκα σου. Ναι, τον ξέρω.»
Ο δικηγόρος υπεράσπισης κόντεψε να πεθάνει.
Ο δικαστής κάλεσε και τους δύο δικηγόρους να πλησιάσουν την έδρα και με πολύ χαμηλή φωνή είπε:
«Εάν έστω ένας από εσάς τους δύο ηλίθιους, τη ρωτήσει εάν με γνωρίζει, θα σας στείλω και τους δύο στην ηλεκτρική καρέκλα συνεννοηθήκαμε;;».