Ο Γιωρίκας μόλις πήρε το εφάπαξ του και δεν ξέρει τι να τα κάνει τα λεφτά. Μετά από κάμποση σκέψη αποφασίζει να αγοράσει ένα χωράφι στο Κιλκίς. Την άλλη μέρα και ενώ έπαιζε τάβλι στο καφενείο με τον Κωστίκα του λέει:
– Πάψε ρε Γιωρίκα, λέει ο Κωστίκας. Ένα κτήμα δεν χάνει ποτέ την αξία του. Άλλωστε μπορείς να το εκμεταλλευθείς, να το φυτέψεις. Βάλε πατάτες, βάλε μαρούλια, βάλε λάχανα, βάλε κότες τέλος πάντων.
Ακούει την συμβουλή ο Γιωρίκας, πάει στον χοντρέμπορο και του λέει:
– Δωσ’ μου 500 κοτόπουλα να τα πάω στο Κιλκίς.
Τα αγοράζει και φεύγει. Μετά από 10 μέρες πάει ξανά στο έμπορο.
– Δωσ’ μου άλλα 500 κοτόπουλα.
Μετά από 10 μέρες πάει ξανά στον έμπορο.
– Δωσ’ μου άλλα 500 κοτόπουλα.
Παραξενεμένος ο έμπορος τον ρωτάει:
– Δεν μου λες, ρε Γιωρίκα, τι κάνεις εκεί στο Κιλκίς; Μήπως καμία πτηνοτροφική μονάδα; 1.500 κοτόπουλα βρε αδελφέ σε 30 μέρες;
Τι να σου πως βρε παιδί μου, λέει ο Γιωρίκας. Ή βαθιά τα φυτεύω, ή πολύ νερό τους ρίχνω!!!!