Είναι άκακοι, ντυμένοι στα άσπρα, στο μισό ύψος του ανθρώπου, μοιάζουν πολύ με εμάς στην όψη, μιλούν όλες τις γλώσσες αλλά για να σε καταλάβουν πρέπει να τους μιλάς αργά.
Μόλις μπήκε στο Ελληνικό έδαφος ο Γιωρίκας βλέπει στα 100 μέτρα μπροστά ένα μικρό ασπροντυμένο ανθρωπάκι πίσω από ένα θάμνο. Φρενάρει, τρέχει κοντά του και του λέει:
– Ε–γώ Γιω–ρί–κας ντα–λι–κέ–ρης.
Και το ανθρωπάκι:
– Ε–γώ Τό–λης νο–σο–κό–μος χέ–ζω.