Ήταν κάποτε μια οικογένεια σαν όλες τις άλλες, ευτυχισμένη, θεοσεβούμενη μέχρι μια μέρα που η δεκάχρονη κόρη έκανε την ακόλουθη ανακοίνωση:
-Δεν είμαι πια παρθένα!
Μια θανατική σιγή απλώθηκε σε όλο το σπίτι. Κι ύστερα άρχισαν οι επιπλήξεις.
Ο μπαμπάς στη μαμά:
-Δε ντρέπεσαι, γυναίκα του δρόμου, πουτάνα, τσούλα! Ντύνεσαι σαν πόρνη και βάφεσαι σα γουρούνα με οίστρο. Για να μην αναφερθώ στο λεξιλόγιό σου. Λες συνέχεια βρομόλογα και πετάς σεξουαλικά υπονοούμενα μπροστά στη μικρή!
Ο μπαμπάς στην εικοσάχρονη αδελφή της μικρής:
-Κι εσύ μωρή πόρνη πολυτελείας που πηδιέσαι στον καναπέ μ εκείνον το μαλλιά με τα σκουλαρίκια κάθε φορά που λείπουμε απ το σπίτι και όλα αυτά μπροστά στη μικρή! Τις προάλλες βρήκα μωρή σπέρμα πάνω στο μαξιλάρι που κάθισα. Για να μη μιλήσω για το δονητή που έχεις κρυμμένο στο συρτάρι σου. Ή νόμιζες πως δεν το ήξερα;
Η μαμά στον μπαμπά:
-Για μια στιγμή! Μιλάς εσύ που ξοδεύεις το μισό μισθό σου σε πουτάνες και τις χαιρετάς μπροστά στο σπίτι μας και δεν σου καίγεται καρφί που η μικρή είναι μπροστά και σας βλέπει! Που γυρνάς κάθε Παρασκευή με σημάδια από κραγιόν στο λαιμό και κόκκινα σημαδάκια; Κι από τότε που βάλαμε στο σπίτι μας δορυφορική κάθεσαι και βλέπεις τσόντες πρωί βράδυ κι όλα αυτά μπροστά στη μικρή! Για να μην πω για την πουτάνα τη γραμματέα σου που σου παίρνει τσιμπούκια και κάθε τόσο τηλεφωνάει και σε ζητάει με την αισθησιακή φωνή της και πολλές φορές απαντάει η μικρή!
Η μητέρα, ιδιαιτέρως συμπονετική, με μάτια δακρυσμένα απευθυνόμενη στη μικρή λέει:
-Πώς σου συνέβη αγγελούδι μου; Ήταν πρωκτικό ή κολπικό; Σε βίασαν ή αποφάσισες εσύ να πας με κάποιο συμμαθητή σου;
Έκπληκτη η μικρή απαντάει:
-Όχι μαμά. Απλώς η δασκάλα άλλαξε το ρόλο που μου είχε αναθέσει για το σκετσάκι των Χριστουγέννων. Θα είμαι βοσκοπούλα.