Ενας παππούς σε ένα χωριό πάει στον γιατρό γιατί είχε ενοχλήσεις στην κοιλιά του.
Τον εξετάζει ο γιατρός και του γράφει μια συνταγή να πάρει ένα υπόθετο.
Το παίρνει ο παππούς από το φαρμακείο και πηγαίνει σπίτι του. Ανοίγει το κουτί βλέπει το υπόθετο και απορεί.
-Αυτό τώρα πως θα το πάρω.
Του λέει η γιαγιά, «πάρε τον γιατρό τηλέφωνο να σου πει».
Λέει ο παππούς, «θα τον ενοχλήσω γιατί είχε πολύ κόσμο στο ιατρείο».
Λέει η γιαγιά, «ωχ πάρτον καημένε να δούμε τι θα κάνουμε».
Τηλεφωνεί λοιπόν ο παππούς.
-Γιατρέ μου πως θα πάρω το φάρμακο;
-Από την έδρα, του απαντάει αγχωμένα ο απασχολημένος γιατρός.
-Από την έδρα μου είπε, λέει ο παππούς.
-Και πού είναι αυτή λέει η γιαγιά.
-Ξαναπάρτον τηλέφωνο. Μα θα τον τσαντίσω λέει ο παππούς.
-Πάρ’ τον επιμένει η γιαγιά.
Το ίδιο σκηνικό πάλι.
-Από το απεφτισμένο, λέει ο γιατρός και κλείνει το τηλέφωνο.
Πάλι δεν καταλαβαίνει ο παππούς, πάλι επιμένει η γιαγιά.
«Θα τον τσαντίσω», λέει ο παππούς, επιμένει η γιαγιά. Και ξανά τηλέφωνο.
«Από τον πρωκτό», απαντάει ο γιατρός νευριασμένα.
Πάλι δεν καταλαβαίνει ο παππούς, πάλι επιμένει η γιαγιά.
«Θα τον τσαντίσω», λέει ο παππούς, επιμένει η γιαγιά. Και ξανά τηλέφωνο.
«Βάλτο στον κώλο σου», του λέει έξαλλος ο γιατρός!
Και λέει ο παππούς στην γιαγιά.
-Είδες, τον τσάντισα.