Μία Ρωσίδα ήθελε να γυρίσει στην πατρίδα της, αλλά δεν είχε αρκετά λεφτά και αναγκάστηκε να κάνει ωτοστόπ.
Σταματάει ένας οδηγός και την ρωτάει πού πάει. Όταν του λέει αυτή στην Ρωσία, της λέει ότι δεν τον βολεύει και φεύγει.
Tο ίδιο γίνεται και με τους επόμενους, ώσπου σταματάει μια νταλίκα και την ρωτάει ο νταλικέρης που πάει.
– Στην Ρωσία, του απαντάει η κοπέλα.
– Εντάξει, της λέει αυτός, θα σε πάρω, αλλά να ξέρεις, πρέπει να πάρουμε το πλοίο και σε κάθε λιμάνι θα μου κάθεσαι…
Tι να κάνει η φουκαριάρα η Ρωσίδα, λεφτά δεν είχε… συμφώνησε.
Mπαίνουν λοιπόν στο πλοίο, την βάζει και σε μια καμπίνα ο νταλικέρης και ξεκινούν.
Σε μισή ώρα, το πλοίο πιάνει λιμάνι. Μπαίνει ο νταλικέρης στην καμπίνα και κάνει τη δουλειά του με τη Ρωσίδα.
Σε λίγο φεύγει το πλοίο, και σε μισή ώρα σταματάει πάλι σε λιμάνι. Ξανά ο νταλικέρης στην καμπίνα. Ξαναφεύγει το πλοίο, σε μισή ώρα πάλι τα ίδια! H Ρωσίδα έχει απηυδίσει.
– Tι στο καλό γίνεται, λέει. Στο επόμενο λιμάνι θα ρωτήσω πότε φτάνουμε…
Στο επόμενο λιμάνι, αφού υποχρεώνεται ξανά να κάτσει του νταλικέρη, μόλις τελειώνει, βγαίνει από πίσω, βλέπει ένα ναύτη και τον ρωτάει:
– Pε παλικάρι, πότε φτάνουμε στη Ρωσία;
– Ποια Ρωσία μαντάμ, απαντάει έκπληκτος αυτός. Pίο – Aντίριο κάνουμε.