Ένας Έλληνας οδηγεί στην Κωνσταντινούπολη και περνά με κόκκινο. Ο τούρκος μπάτσος λοιπόν τον σταματά.
– Ε και!!! Λέγε πόσο είναι το πρόστιμο να τελειώνουμε.
– Δεν υπάρχει πρόστιμο κύριε. Θα πρέπει να γίνει δίκη.
– Τι δίκη ρε φίλε. Κόψε την κλήση να τελειώνουμε.
Με τα πολλά ο μπάτσος τον πηγαίνει στο δικαστήριο που είναι όπως στις ταινίες. Στεγάζεται στο κτήριο των φυλακών, είναι άθλιο, και τρομακτικό. Μπόλικος κόσμος που περιμένει να δικαστεί, στην σειρά και ο Έλληνας φίλος μας.
Ο τούρκος πρόεδρος του δικαστηρίου αρχίζει:
– Τι έκανες, ρωτά τον Έλληνα.
– Πέρασα με κόκκινο, κύριε δικαστά. Κόψτε μου μια κλήση να πληρώσω.
– Δεν έχει πρόστιμο εδώ. Χασάν πάρε τον και πήδα τον.
– Μα τι λέτε κύριε πρόεδρε! κάνει ο Έλληνας τρομαγμένος. Πόσο κάνει να πληρώσω!
– Χασάν. Πάρε τον και πήδα τον. Ο επόμενος! Τί έκανες;
– Έκλεψα, κύριε δικαστά.
– Χασάν, πάρε τον και κόψε του τα χέρια. Ο επόμενος! Τί έκανες εσύ;
– Σκότωσα, κύριε δικαστά.
– Χασάν, πάρε τον και κόψε του το κεφάλι.
Ο Χασάν, τούρκος 180 κιλά, 2φυλλή ντουλάπα, τους πιάνει και τους 3 μαζί από τον λαιμό και αρχίζει να τους πηγαίνει έξω από το δικαστήριο προς την φυλακή.
Οπότε ο Έλληνας γυρνά και του λέει:
– Και πού σαι Χασάν… κοίτα μην μπερδευτούμε. Εγώ είμαι για το γ@μ*σι.