Μια μέρα κάνοντας βόλτα ένας χαρακτηριστικά άσχημος τύπος περνάει έξω από ένα μαγαζί με ζώα και πτηνά. Στην πόρτα ήταν ένας παπαγάλος ο οποίος μόλις τον βλέπει του λέει:
Ο τύπος μένει κάγκελο, αλλά αμέσως μετά σκέφτεται ότι έτσι θα λέει ο παπαγάλος σε όσους βλέπει. Περνάει την επομένη και πάλι τα ίδια.
Σκέφτεται: «Θα περάσω μετά από άλλον να δω τι θα πει». Όντως περνάει μετά από κάποιον άλλο περαστικό.
– Γεια σου Κώστα, λέει ο παπαγάλος.
Μόλις όμως πάει να περάσει ο πρωταγωνιστής μας ο παπαγάλος του λέει:
– Γειά σου φρικιό!
Αλλάζει δρόμο και ξαναπερνάει μετά από καιρό. Με το που τον βλέπει ο παπαγάλος:
– Σε χάσαμε, που ήσουνα φρικιό!
Εξοργισμένος μπαίνει στο μαγαζί και αγοράζει τον παπαγάλο. Τον βάζει σε ένα σάκο και τον πηγαίνει σε μια ερημική τοποθεσία, όπου αρχίζει να βαράει αλύπητα το σάκο κάτω. Μετά από ώρα ανοίγει το σάκο να δει τι έγινε. Ο παπαγάλος βγαίνει από το σάκο τινάζει τα φτερά και λέει έκπληκτος:
– Πω, πω σεισμός! Και γλιτώσαμε μόνο εγώ και το φρικιό!