Ένας τύπος μόνος σε ένα μπαράκι τα έπινε μέχρι που ο μπάρμαν είπε “κλείνουμε φίλε!” Σηκώνεται να φύγει και πέφτει κάτω. “Πω πώ! λιώμα είμαι” σκέφτεται.”Ας συρθώ έρπην πμέχρι την πόρτα”. Πράγματι στην πόρτα κάνει να ξανασηκωθεί και ξαναπέφτει. “Α! δεν γίνεται τίποτα! άντε ένα έρπην μέχρι το σπίτι να θυμηθόυμε και τα νιάτα μας στοστρατό.”
Για να μήν τα πολυλογώ, έρπην ανεβαίνει τις σκάλες, κρέμεται κι ανοίγει την πόρτα, φτάνει έρπην στο κρεβάτι και ξερένεται με προσοχί να μην ξυπνήσει τη γυναίκα του. Το άλλο πρωί τον ξυπνά η γυναίκα του με τις φωνές. “Πάλι λιώμα έγινες χθές έ;”
“Οχι σου ορκίζομαι μόνο δυο μπυρίτσες ήπια!” “Τι μας λές ρε ξεκούτη! τώρα πήρε τηλέφωνο ο μπάρμαν και είπε ότι ξέχασες εκει το αναπηρικό σου καροτσάκι!”