Αλλο δείχνουν τα στοιχεία, άλλη είναι η κοινωνική πραγμαατικότητα: Δίπλα στις εκατοντάδες χιλιάδες νοικοκυριά που αγωνίζονται να τα βγάλουν πέρα με την ακρίβεια, ζούν πάμπλουτοι συμπολίτες μας, που μπορεί μάλιστα να διαφεύγουν της προσοχής και κανένας να μη φαντάζεται την οικονομική τους κατάσταση.
.Στην Ελλάδα διαμένουν 79.000 εκατομμυριούχοι, όπως αναφέρει έκθεση της UBS, αριθμός εξαιρετικά υψηλός για τα μέχρι τώρα δεδομένα. Ανάλογα υψηλός ειναι και ο συνολικός πλούτος που κατέχουν οι Ελληνες πολίτες: Ηταν 900 δισ δολάρια το 2022, ποσό που βγάζει μέση περιουσία 105.724 δολάρια ή (96.781 ευρώ) για τον καθένας μας. Είναι βέβαια ανισομερώς κατανεμημένος. Στην πραγματικότητα ένας μεγάλος αριθμός κατέχει ελάχιστα – το πολύ ένα παλιό αυτοκίνητο και κάποιο εγκαταλειμμένο χωράφι στο χωριό.
Σύμφωνα με το σχετικό report, όταν η Νότια Ευρώπη χτυπήθηκε από την COVID-19,το πραγματικό ΑΕΠ έπεσετο 2020 κατά μέσο όρο κατά 9,8% σε Ελλάδα, Ιταλία και Ισπανία.
Συγκεκριμένα, το 2022 η μέση περιουσία των Ελλήνων ανήλθε σε 105.724 δολάρια, ενώ των Ιταλών ήταν διπλάσια (221.370 δολάρια). Στα επίπεδα των Ιταλών και οι Ισπανοί, με μέση περιουσία 224,209 δολάρια.
Αποταμίευση και χρέος
Ανάμεσα σε 2000 και 2022, ο πλούτος ανά ενήλικα αυξήθηκε κατά μέσο όρο 1,8% στην Ελλάδα, 2,8% στην Ιταλία και 5% στην Ισπανία, καθώς, όπως αναφέρει η UBS, η πανδημία είχε αρχικά θετική επίδραση στην αποταμίευση των νοικοκυριών των συγκεκριμένων χωρών.
Όσον αφορά την Ιταλία, οι ακαθάριστες αποταμιεύσεις των νοικοκυριών αυξήθηκαν στο 17,4% του ΑΕΠ το 2020, από 10% το 2019. Στην Ισπανία, από 8,3% σε 15%. Η Ελλάδα είχε αρνητικό ισοζύγιο αποταμίευσης 3,8% σε θετική αποταμίευση 2,8%. Το 2021, υπήρξαν απώλειες αποταμίευσης από μέσο όρο 11,7% το 2020 σε 10,2%. Σύμφωνα με το report, δεν υπάρχουν πλήρη στοιχεία για την Ελλάδα το 2022, ενώ Ιταλία και Ισπανία διολίσθησαν από ένα μέσο ποσοστό αποταμίευσης 14,4% το 2021 σε 8,6%, με την πτώση αύτη να ώθει αναλόγωςτην άνοδο του πλούτου των νοικοκυριών το 2022 από μέσο ποσοστό 4,9% το 2020 σε 2,4% το 2022 (σε ευρώ).
Όπως τονίζει η UBS, η αύξηση της ιδιωτικής αποταμίευσης κατά τη διάρκεια της πανδημίας φάνηκε από την ενίσχυση του δημόσιου χρέους. Ο λόγος του δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ ανέβηκε σε Ελλάδα, Ιταλία και Ισπανία με παρόμοιες αναλογίες από 129,3% κατά μέσο όρο το 2019 σε 162,6% το 2020, πριν μειώθει στο 156,3% το 2021 και 144,9% το 2022.
Παρόλο που η αναλογική αύξηση και απώλεια ήταν ίδια στις τρεις χώρες, το επίπεδο του δημόσιου χρέους αλλάζει, καθώς το 2022 από 112,6% του ΑΕΠ στην Ισπανία σε 144,7% στην Ιταλία και 177,4% στην Ελλάδα.
Χάσμα πλούτου, αποταμιεύσεις και επενδύσεις
Το 2021, οι τιμές των μετοχών στην Ελλάδα, την Ιταλία και την Ισπανία ενισχύθηκαν κατά μέσο όρο κατά 13,8%. Το 2022 έπεσαν κατά μέσο όρο 4,9%. Στην Ελλάδα, οι τιμές των μετοχών σημείσαν άνοδο και τα δύο χρόνια, συνολικά κατά 16,7%, ενώ η Ιταλία και η Ισπανία ήταν χαμηλότερα στη διετία 5,2% και 1,8%, αντίστοιχα. Το 2022 έφερε ισχυρότερες επιδόσεις, με τους κύριους χρηματιστηριακούς δείκτες στην Ιταλία και την Ισπανία να αυξάνονται 14,3% και 12,9%, αντίστοιχα, τους πρώτους τέσσερις μήνες του έτους, συμφωνα με το report.
Μεταξύ 2000 και 2022, ο πλούτος ανά ενήλικα ενισχύθηκε με μέσο ετήσιο ρυθμό 1,8% στην Ελλάδα, 2,8% στην Ιταλία και 5% στην Ισπανία. Διευρύνθηκε έτσι το χάσμα πλούτου μεταξύ της Ελλάδας και των άλλων χωρών. Όπως τονίζει η UBS, σε δολάρια Ηνωμένων Πολιτειών, ο πλούτος ανά ενήλικα διολίσθησε σε κάθε χώρα το 2022 κατά 2,3% στην Ελλάδα, 6,1% στην Ιταλία και 2,4% στην Ισπανία, αλλά σε ευρώ, ο πλούτος ανά ενήλικα κατέγραψε άνοδο κατά 3,7% τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Ισπανία και έπεσε μόνο στην Ιταλία κατά 0,3%.
Το μερίδιο των χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων στον ακαθάριστο πλούτο μειώθηκε σταδιακά από το έτος 2000 έως το 2008–2010 σε αυτές τις χώρες. Μέχρι το 2022, η συνολική σύνθεση του πλούτου είχε επιστρέψει από σημαντικές απόψεις στο πρότυπο του έτους 2000. Τα χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία ήταν κατά μέσο όρο 37,6% του ακαθάριστου ενεργητικού το 2000 και 36,3% το 2021, αν και σημειώθηκε πτώση το 2022 στο 35,3% λόγω των κακών επιδόσεων του χρηματιστηρίου, αναφέρει η έκθεση.
- Η ανισότητα πλούτου είναι κάπως χαμηλότερη σε αυτές τις τρεις χώρες από ό,τι στις μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες στο βορρά. Ο μέσος συντελεστής Gini της περιουσίας τους το 2022 ήταν 68,1 και το μερίδιο του ανώτατου 1% ήταν 23,5%.
- Οι αντίστοιχοι μέσοι όροι για τη Γαλλία, τη Γερμανία και το Ηνωμένο Βασίλειο ήταν 73,2 και 25,0.
- Ο δείκτης ανισότητας πλούτου, όπως αντικατοπτρίζεται στον συντελεστή Gini, ανέβηκε στην Ιταλία και την Ισπανία από 63 το έτος 2000 σε 68,1 το 2022. Αντίθετα, ο Gini μειώθηκε ελαφρά στην Ελλάδα από 69,2 σε 68,1 στο ίδιο διάστημα.
Ωστόσο, μια κοινή διαδρομή σε σχήμα U τόσο για τον συντελεστή Gini όσο και για το μερίδιο του κορυφαίου 1% μπορεί να φανεί και στις τρεις χώρες κατά την περίοδο από το 2000 έως το 2022. Η ανισότητα μειώθηκε από το 2000 έως την περίοδο 2008-2010 και στη συνέχεια αυξανόταν έως και το 2022. Αυτό το πρότυπο ταιριάζει και σε εξηγείται σε μεγάλο βαθμό, από τη χρονική διαδρομή σε σχήμα U των χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων ως ποσοστό του ακαθάριστου πλούτου”, καταλήγει το report της UBS.
sofokleousin.gr